Στην Ουκρανία διακυβεύεται η πορεία της ανθρώπινης ιστορίας

Του Γιουβάλ Νώε Χαράρι(*)

Το μεγαλύτερο πολιτικό επίτευγμα της ανθρωπότητας ήταν η παρακμή του πολέμου. Αυτό κινδυνεύει τώρα.

 

Στο επίκεντρο της Ουκρανικής κρίσης βρίσκεται ένα θεμελιώδες ερώτημα σχετικά με τη φύση της ιστορίας και τη φύση της ανθρωπότητας: είναι δυνατή η αλλαγή;

Μπορούν οι άνθρωποι να αλλάξουν τον τρόπο συμπεριφοράς τους ή η ιστορία επαναλαμβάνεται ατέρμονα, με τους ανθρώπους να είναι για πάντοτε καταδικασμένοι να αναπαράγουν τραγωδίες του παρελθόντος χωρίς να αλλάζουν τίποτα εκτός από το ντεκόρ;

Μια σχολή σκέψης αρνείται σταθερά τη δυνατότητα αλλαγής. Υποστηρίζει ότι ο κόσμος είναι μια ζούγκλα, ότι οι ισχυροί λυμαίνονται τους αδύναμους και ότι το μόνο πράγμα που εμποδίζει μια χώρα να κατακρεουργήσει μια άλλη είναι η στρατιωτική δύναμη. Έτσι ήταν πάντα, και έτσι θα είναι. Όσοι δεν πιστεύουν στο νόμο της ζούγκλας δεν αυταπατώνται απλώς, αλλά θέτουν σε κίνδυνο την ίδια τους την ύπαρξη. Δεν θα επιβιώσουν για πολύ.

Μια άλλη σχολή σκέψης υποστηρίζει ότι ο λεγόμενος νόμος της ζούγκλας δεν είναι επ’ ουδενί φυσικός νόμος. Τον δημιούργησαν οι άνθρωποι κι αυτοί μπορούν να τον αλλάξουν. Σε αντίθεση με την επικρατούσα εσφαλμένη αντίληψη, οι πρώτες σαφείς ενδείξεις περί οργανωμένου πολέμου εμφανίζονται στα αρχαιολογικά αρχεία μόλις πριν από 13.000 χρόνια. Ακόμα και μετά από αυτή την ημερομηνία υπήρξαν πολλές περίοδοι χωρίς αρχαιολογικά στοιχεία για πολέμους. Σε αντίθεση με τη βαρύτητα, ο πόλεμος δεν είναι μια θεμελιώδης δύναμη της φύσης. Η ένταση και η ύπαρξή του εξαρτώνται από τους υποκείμενους τεχνολογικούς, οικονομικούς και πολιτιστικούς παράγοντες. Καθώς αυτοί οι παράγοντες αλλάζουν, το ίδιο αλλάζει και ο πόλεμος.

O πόλεμος δεν είναι μια θεμελιώδης δύναμη της φύσης

Οι αποδείξεις αυτής της αλλαγής βρίσκονται παντού γύρω μας. Τις τελευταίες γενιές, τα πυρηνικά όπλα έχουν μετατρέψει τον πόλεμο μεταξύ των υπερδυνάμεων σε μια τρελή πράξη συλλογικής αυτοκτονίας, αναγκάζοντας τα ισχυρότερα έθνη της Γης να βρουν λιγότερο βίαιους τρόπους επίλυσης των συγκρούσεων. Ενώ οι πόλεμοι μεταξύ μεγάλων δυνάμεων, όπως ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, σφράγισαν μεγάλο μέρος της ιστορίας, τα τελευταία εβδομήντα χρόνια δεν υπήρξε κανένας άμεσος πόλεμος μεταξύ υπερδυνάμεων.

Κατά την ίδια περίοδο, η παγκόσμια οικονομία μετατράπηκε από οικονομία των αγαθών σε οικονομία της γνώση. Εκεί που κάποτε οι κύριες πηγές πλούτου ήταν τα υλικά αγαθά, όπως τα χρυσωρυχεία, οι σιτοβολώνες και οι πετρελαιοπηγές, σήμερα η κύρια πηγή πλούτου είναι η γνώση. Και ενώ μπορείτε να καταλάβετε τις πετρελαιοπηγές δια της βίας, η γνώση δεν μπορεί να αποκτηθεί με αυτό τον τρόπο. Ως αποτέλεσμα, το κέρδος της κατάκτησης έχει μειωθεί.

Τέλος, στον παγκόσμιο πολιτισμό έχει συντελεστεί μια τεκτονική μετατόπιση. Πολλές ελίτ στην ιστορία -Ούννοι οπλαρχηγοί, Βίκινγκ και Ρωμαίοι πατρίκιοι, για παράδειγμα- έβλεπαν τον πόλεμο θετικά. Οι ηγεμόνες, από τον Σαργκόν τον Μέγα μέχρι τον Μπενίτο Μουσολίνι, επιδίωκαν να περάσουν στην αιωνιότητα μέσω των κατακτήσεων (και άνθρωποι των τεχνών όπως ο Όμηρος και ο Σαίξπηρ ευχαρίστως ικανοποιούσαν τέτοιες φαντασιώσεις). Άλλες ελίτ, όπως η χριστιανική εκκλησία, θεωρούσαν τον πόλεμο ως αναγκαίο κακό.

  O κόσμος κυριαρχείται από ελίτ που θεωρούν τον πόλεμο κακό και αποφεύξιμο

Τις τελευταίες γενιές, ωστόσο, για πρώτη φορά στην ιστορία ο κόσμος κυριαρχείται από ελίτ που θεωρούν τον πόλεμο κακό και αποφεύξιμο. Ακόμη και οι Τζορτζ Μπους και Ντόναλντ Τραμπ- για να μην αναφέρουμε τις Μέρκελ και Άρντερν του κόσμου-, είναι πολύ διαφορετικοί τύποι πολιτικών από τον Αττίλα τον Ούννο ή τον Αλάριχο τον Γότθο. Συνήθως έρχονται στην εξουσία με όνειρα για εγχώριες μεταρρυθμίσεις και όχι για κατακτήσεις άλλων χωρών. Αλλά και στο βασίλειο της τέχνης και της σκέψης, οι περισσότερες πεφωτισμένες προσωπικότητες -από τον Πάμπλο Πικάσο έως τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ- είναι περισσότερο γνωστές για την απεικόνιση της παράλογης φρίκης της μάχης παρά για την εξύμνηση των αρχιτεκτόνων της.

Ως αποτέλεσμα όλων αυτών των αλλαγών, οι περισσότερες κυβερνήσεις έπαψαν να θεωρούν τους επιθετικούς πολέμους ως αποδεκτό εργαλείο για την προώθηση των συμφερόντων τους και τα περισσότερα έθνη σταμάτησαν να φαντασιώνονται την κατάκτηση και την προσάρτηση των γειτόνων τους. Απλώς δεν είναι αλήθεια ότι μόνο στρατιωτική δύναμη εμποδίζει τη Βραζιλία να κατακτήσει την Ουρουγουάη ή την Ισπανία να εισβάλει στο Μαρόκο.

Οι παράμετροι της ειρήνης

Η παρακμή του πολέμου είναι εμφανής σε πολλές στατιστικές. Από το 1945, είναι σχετικά σπάνιο να επανασχεδιάζονται τα διεθνή σύνορα λόγω ξένης εισβολής και ούτε μία διεθνώς αναγνωρισμένη χώρα δεν έχει εξαφανιστεί εντελώς από τον χάρτη λόγω εξωτερικής κατάκτησης. Βεβαίως, δεν έλειψαν άλλα είδη συγκρούσεων, όπως οι εμφύλιοι πόλεμοι και οι εξεγέρσεις, αλλά ακόμη και αν όλα τα είδη συγκρούσεων κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα ληφθούν υπόψη, η ανθρώπινη βία έχει σκοτώσει λιγότερους ανθρώπους απ’ ό,τι οι αυτοκτονίες, τα τροχαία ή οι ασθένειες που σχετίζονται με την παχυσαρκία. Η πυρίτιδα έχει καταστεί λιγότερο θανατηφόρα από τη ζάχαρη.

Η παρακμή του πολέμου υπήρξε τόσο ψυχολογικό όσο και στατιστικό φαινόμενο

Οι μελετητές διαφωνούν για τα ακριβή στατιστικά στοιχεία, αλλά είναι σημαντικό να βλέπουμε πέρα από τα μαθηματικά. Η παρακμή του πολέμου υπήρξε τόσο ψυχολογικό όσο και στατιστικό φαινόμενο. Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό του ήταν μια ουσιαστική αλλαγή στην ίδια την έννοια του όρου «ειρήνη». Στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας η ειρήνη σήμαινε μόνο «”την προσωρινή απουσία πολέμου». Όταν οι άνθρωποι το 1913 έλεγαν ότι υπήρχε ειρήνη μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, εννοούσαν ότι ο γαλλικός και ο γερμανικός στρατός δεν συγκρούονταν άμεσα, αλλά, ωστόσο, όλοι γνώριζαν ότι ο πόλεμος μεταξύ τους θα μπορούσε να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή.

Τις τελευταίες δεκαετίες «ειρήνη» σημαίνει «μη πιθανότητα πολέμου». Για πολλές χώρες, η εισβολή και η κατάκτηση από τους γείτονες φαντάζει σχεδόν αδιανόητη. Ζω στη Μέση Ανατολή, οπότε γνωρίζω πολύ καλά ότι υπάρχουν και εξαιρέσεις σε αυτές τις τάσεις, αλλά η αναγνώριση των τάσεων είναι τουλάχιστον εξίσου σημαντική με το να μπορεί κανείς να επισημάνει τις εξαιρέσεις.

Η «νέα ειρήνη» δεν ήταν μια στατιστική σύμπτωση ή μια χίπικη φαντασίωση

Η «νέα ειρήνη» δεν ήταν μια στατιστική σύμπτωση ή μια χίπικη φαντασίωση. Αντανακλάται με μεγαλύτερη σαφήνεια στους ψυχρά μελετημένους προϋπολογισμούς. Τις τελευταίες δεκαετίες οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο αισθάνονται αρκετά ασφαλείς ώστε να ξοδεύουν κατά μέσο όρο μόνο το 6,5% του προϋπολογισμού τους στις ένοπλες δυνάμεις τους, ενώ ξοδεύουν πολύ περισσότερα για την εκπαίδευση, την υγειονομική περίθαλψη και την κοινωνική πρόνοια.

Τείνουμε να το θεωρούμε δεδομένο, αλλά αποτελεί μια εκπληκτική καινοτομία στην ανθρώπινη ιστορία. Για χιλιάδες χρόνια, οι στρατιωτικές δαπάνες αποτελούσαν μακράν το μεγαλύτερο κονδύλι στον προϋπολογισμό κάθε πρίγκιπα, ηγεμόνα, σουλτάνου και αυτοκράτορα. Δεν ξόδευαν σχεδόν ούτε δεκάρα στην εκπαίδευση ή την ιατρική βοήθεια για τις μάζες.

Η παρακμή του πολέμου δεν προέκυψε από κάποιο θεϊκό θαύμα ή από μια αλλαγή στους νόμους της φύσης. Προέκυψε από το γεγονός ότι οι άνθρωποι έκαναν καλύτερες επιλογές. Αποτελεί αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο πολιτικό και ηθικό επίτευγμα του σύγχρονου πολιτισμού. Δυστυχώς, το γεγονός ότι απορρέει από ανθρώπινη επιλογή σημαίνει επίσης ότι είναι αναστρέψιμη.

Για να απολαύσουμε την ειρήνη, πρέπει σχεδόν όλοι να κάνουμε σωστές επιλογές

Η τεχνολογία, η οικονομία και ο πολιτισμός συνεχίζουν να αλλάζουν. Η άνοδος των κυβερνοόπλων, των οικονομιών που καθοδηγούνται από την Τεχνητή Νοημοσύνη και των νέων μιλιταριστικών πολιτισμών θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα εποχή πολέμων, χειρότερη από οτιδήποτε έχουμε δει στο παρελθόν. Για να απολαύσουμε την ειρήνη, πρέπει σχεδόν όλοι να κάνουμε σωστές επιλογές. Αντίθετα, μια κακή επιλογή από μία μόνο πλευρά μπορεί να οδηγήσει σε πόλεμο.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ρωσική απειλή για εισβολή στην Ουκρανία πρέπει να ανησυχεί τους πάντες στη Γη. Αν γίνει και πάλι κανόνας για τις ισχυρές χώρες να κατατροπώνουν τους ασθενέστερους γείτονές τους, κάτι τέτοιο θα επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο αισθάνονται και συμπεριφέρονται. Το πρώτο και πιο προφανές αποτέλεσμα μιας επιστροφής στο νόμο της ζούγκλας θα ήταν η απότομη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών εις βάρος όλων των άλλων. Τα χρήματα που θα έπρεπε να πηγαίνουν σε δασκάλους, νοσηλευτές και κοινωνικούς λειτουργούς θα πήγαιναν σε τανκς, πυραύλους και κυβερνοόπλα.

Η επιστροφή στη ζούγκλα θα υπονόμευε επίσης την παγκόσμια συνεργασία σε προβλήματα όπως η πρόληψη της καταστροφικής κλιματικής αλλαγής ή η ρύθμιση ανατρεπτικών τεχνολογιών όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η γενετική μηχανική. Δεν είναι εύκολο να συνεργάζεσαι με χώρες που ετοιμάζονται να σε εξοντώσουν. Και καθώς τόσο η κλιματική αλλαγή όσο και η κούρσα των εξοπλισμών στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης επιταχύνονται, η απειλή των ένοπλων συγκρούσεων θα αυξηθεί περαιτέρω, κλείνοντας έναν φαύλο κύκλο που μπορεί κάλλιστα να στοιχειώσει το είδος μας.

Η πορεία της ιστορίας

Αν πιστεύετε ότι η ιστορική αλλαγή είναι αδύνατη και ότι η ανθρωπότητα δεν έφυγε ποτέ από τη ζούγκλα και δεν θα φύγει ποτέ, η μόνη επιλογή που απομένει είναι αν θα παίξουμε το ρόλο του θηρευτή ή του θηράματος. Με μια τέτοια επιλογή, οι περισσότεροι ηγέτες θα προτιμούσαν να μείνουν στην ιστορία ως αρπακτικά και να προσθέσουν τα ονόματά τους στον ζοφερό κατάλογο των κατακτητών που οι άτυχοι μαθητές είναι καταδικασμένοι να απομνημονεύουν για τις εξετάσεις ιστορίας.

Αλλά μήπως η αλλαγή είναι δυνατή; Μήπως ο νόμος της ζούγκλας είναι επιλογή και όχι αναπόφευκτο γεγονός; Αν είναι έτσι, κάθε ηγέτης που επιλέγει να κατακτήσει έναν γείτονα θα πάρει μια ξεχωριστή θέση στη μνήμη της ανθρωπότητας, πολύ χειρότερη από τον γνωστό ως «η μάστιγα του Θεού» Ταμερλάνο. Θα μείνει στην ιστορία ως ο άνθρωπος που κατέστρεψε το μεγαλύτερο επίτευγμά μας. Εκεί που νομίζαμε ότι βγήκαμε από τη ζούγκλα, μας τράβηξε πάλι μέσα.

Δεν ξέρω τι θα συμβεί στην Ουκρανία. Αλλά ως ιστορικός πιστεύω στη δυνατότητα αλλαγής. Δεν νομίζω ότι πρόκειται για αφέλεια – αλλά για ρεαλισμό. Η μόνη σταθερά της ανθρώπινης ιστορίας είναι η αλλαγή. Και αυτό είναι κάτι που ίσως μπορούμε να μάθουμε από τους Ουκρανούς. Για πολλές γενιές, οι Ουκρανοί γνώρισαν μόνο τυραννία και βία. Υπέμειναν δύο αιώνες τσαρικής απολυταρχίας (η οποία τελικά κατέρρευσε εν μέσω του κατακλυσμού του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου). Μια σύντομη απόπειρα ανεξαρτησίας συνετρίβη γρήγορα από τον Κόκκινο Στρατό που επανέφερε τη ρωσική κυριαρχία. Στη συνέχεια οι Ουκρανοί έζησαν τον τρομερό ανθρωπογενή Γολοντόμορ [ο Μεγάλος Λιμός της Ουκρανίας (1932-1933)], τη σταλινική τρομοκρατία, τη ναζιστική κατοχή και δεκαετίες ψυχοφθόρου κομμουνιστικής δικτατορίας. Όταν η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε, η ιστορία φαινόταν να εγγυάται ότι οι Ουκρανοί θα ακολουθούσαν και πάλι τον δρόμο της βάναυσης τυραννίας – άλλωστε, τι άλλο ήξεραν;

Αυτοί όμως επέλεξαν διαφορετικά. Παρά την ιστορία, παρά την εξοντωτική φτώχεια και παρά τα φαινομενικά ανυπέρβλητα εμπόδια, οι Ουκρανοί εγκαθίδρυσαν δημοκρατικό πολίτευμα. Στην Ουκρανία, σε αντίθεση με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία, οι υποψήφιοι της αντιπολίτευσης αντικατέστησαν επανειλημμένα τους κατεστημένους. Όταν βρέθηκαν αντιμέτωποι με την απειλή της απολυταρχίας το 2004 και το 2013, οι Ουκρανοί εξεγέρθηκαν δύο φορές για να υπερασπιστούν την ελευθερία τους. Η δημοκρατία τους είναι νέα. Το ίδιο και η “νέα ειρήνη”. Και οι δύο είναι εύθραυστες και μπορεί να μην διαρκέσουν για πολύ. Αλλά και οι δύο είναι πιθανές, και μπορούν να αποκτήσουν βαθιές ρίζες. Κάθε τι παλιό ήταν κάποτε νέο. Όλα τελικά είναι θέμα επιλογής.

 

(*) Ο Yuval Noah Harari είναι ιστορικός, φιλόσοφος και συγγραφέας των βιβλίων “Sapiens” (2014), “Homo Deus” (2016) και της σειράς “Sapiens: A Graphic History” (2020-21). Είναι λέκτορας στο τμήμα ιστορίας του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ και συνιδρυτής της Sapienship, μιας εταιρείας με κοινωνικό αντίκτυπο.

 

 

Economist

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ
Click to Hide Advanced Floating Content