grylos-aggouridakis

Κων. Βλάσση: Οι τελευταίες μέρες του Αρμοστή

Γράφει ο Ιωάννης Β. Δασκαρόλης 

Όσο περισσότερο ασχολείσαι με την Ελληνική Ιστορία, Νεότερη και Σύγχρονη, τόσο περισσότερο γίνεσαι καχύποπτος σε αφορισμούς, σε ακραίους χαρακτηρισμούς, σε αναλύσεις μαύρο-άσπρο που κατακλύζουν όχι μόνο το διαδίκτυο, αλλά ανιχνεύονται ακόμη και σε θεμελιώδη έργα της ιστοριογραφίας μας.

Η μυθολογία αυτή σχηματοποιείται σε εύκολα επαναληπτικά μοτίβα που αποζητούν αποδιοπομπαίους τράγους για τις ήττες και τις ατυχίες μας ως λαός και καταγράφονται ακόμη και ασυναίσθητα στο συλλογικό μας υποσυνείδητο. Είναι υποχρέωση όλων ημών, μιας νέας γενιάς ιστορικών, να καταπολεμήσουμε το φαινόμενο αυτό που δεν εξυπηρετεί σε τίποτε την εθνική μας αυτογνωσία.

Γιατί ο ρόλος της επιστήμης δεν μπορεί να είναι άλλος από το να θεραπεύει προκαταλήψεις κάθε είδους. Στο πλαίσιο αυτό κινείται το νέο ιστορικό έργο του φίλου μου Κωνσταντίνου Βλάσση για τις τελευταίες μέρες του Υπάτου Αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη στη Σμύρνη που κυκλοφόρησε αυτή την εβδομάδα από τις εκδόσεις Archive.

Οι τελευταίες ημέρες του Αρμοστή του Κωνσταντίνου Βλάσση, είναι μια πυκνογραμμένη μελέτη ιστορίας για την πολιτεία του Αριστείδη Στεργιάδη (και όλου του Μικρασιατικού Ελληνισμού) τις τελευταίες 14 μέρες μετά την κατάρρευση του μετώπου στην περιοχή του Αφιόν Καραχισάρ.

Ο πρόλογος της μελέτης αποτελεί ένα σοκ για τον αναγνώστη (ευχάριστο ή δυσάρεστο κατά περίπτωση) καθώς αντιλαμβάνεται ότι ο Βλάσσης δεν έχει σκοπό να μας παραθέσει και να μας αναλύσει ούτε ένα από τα τετριμμένα περιστατικά από αυτά που κατά δεκάδες έχουν αναπαραχθεί από δημοσιογράφους για την ιδιόμορφη προσωπικότητα του Αρμοστή και την γενικότερη προβληματική συμπεριφορά του. Αντίθετα, ο Βλάσσης αποδοκιμάζει εντέχνως την λογική αυτή παρουσιάζοντας μια σημαντική μαρτυρία του υπάλληλου της Ύπατης Αρμοστείας Μιχάλη Νοταρά που επεξηγεί το γενικότερο πλαίσιο σύγκρουσης μεταξύ Στεργιάδη και χριστιανών προκρίτων της κοινότητας της Σμύρνης.

Το πρώτο κομμάτι του Αρμοστή είναι ένα γοητευτικό διανοητικό δημιούργημα, καθώς ο συγγραφέας αναπαριστά τις τελευταίες δύο εβδομάδες του Μικρασιατικού Ελληνισμού, ίσως το δραματικότερο 15θήμερο της σύγχρονης Ιστορίας μας μέσα από τα μάτια του εκπροσώπου της Ελληνικής Πολιτείας στη Σμύρνη.

Η αφήγησή του είναι μια τραγική σκηνογραφία με φόντο την καταστροφή που ολοένα πλησιάζει και στροβιλίζεται και τον Αρμοστή να περπατά εντός της σαν απελπισμένος υπνοβάτης που προσπαθεί να βρει μια διέξοδο. Ο Βλάσσης στηριγμένος κατά την προσφιλή του τακτική σε ανέκδοτο αρχειακό υλικό που κατάφερε να συλλέξει και να συνδυάσει με τα γεγονότα άλλα και με υλικό ήδη γνωστό, κατάφερε να μας δώσει μια σφιχτή, νευρώδη διήγηση μιας σημαντικής διάστασης της Μικρασιατικής Καταστροφής.

Ο Αρμοστής του Βλάσση είναι ένας άνθρωπος μεταξύ απόλυτης πνευματικής διαύγειας και νευρικού κλονισμού εν μέσω μιας πρωτοφανούς καταστροφής που ζυγώνει ώρα με την ώρα και προσπαθεί όχι να αποτρέψει αλλά τουλάχιστον να σώσει όσα μπορούν να σωθούν.

Ο Βλάσσης παρουσιάζει την δραστηριότητα του Αρμοστή ως μια λογική αλληλουχία ενεργειών με εσωτερική συνοχή και συνεκτικότητα, μας δίνει τις αντιλήψεις και τους χειρισμούς του Αρμοστή χωρίς απαραίτητα να τους δικαιώνει.

Παρουσιάζει για πρώτη φορά από όσο ξέρω, την εργώδη προσπάθεια του Αρμοστή για να οργανωθεί μια διεθνής πρωτοβουλία για εκεχειρία και αποφυγή της καταστροφής της Σμύρνης, αλλά και ομαλή μεταφορά του ελληνικού στρατού και του πολεμικού του υλικού.

Τέλος, στο τελευταίο αριστοτεχνικό κομμάτι της μελέτης, σκιαγραφεί έγκυρα την αποχώρηση του Αρμοστή από την Σμύρνη, μια σκηνή μεγαλειώδης όσο και τραγική που κατά την γνώμη του γράφοντος, κάθε Έλληνας οφείλει να διαβάσει. Διευκρινίζεται, πως η περιγραφή των συμβάντων κατά τις τραγικές εκείνες ημέρες, δεν βασίζεται αποκλειστικά στην ανταλλαγή τηλεγραφημάτων μεταξύ Στεργιάδη και κυβέρνησης στην Αθήνα, αλλά λαμβάνει υπόψη και επίσημα τεκμήρια της Στρατιάς Μικράς Ασίας, της Ύπατης Αρμοστείας Κωνσταντινουπόλεως, της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο, αρχείων πολιτικών προσωπικοτήτων της εποχής, όπως και αρχειακό υλικό του βρετανικού Foreign Office. Αξιοσημείωτο είναι δε, ότι η ερευνητική προσπάθεια του συγγραφέα κατέληξε και στον εντοπισμό προσωπικού αρχείου Στεργιάδη (αν και περιορισμένο σε όγκο).

Στο δεύτερο κομμάτι της μελέτης που είναι σημαντικότερο από ιστοριογραφική άποψη, αλλά λιγότερο γοητευτικό για τον μέσο αναγνώστη, ο Βλάσσης αξιοποιεί μεταγενέστερες συνεντεύξεις του Στεργιάδη το 1930 για την Μικρασιατική Καταστροφή και τις διασταυρώνει με το τι πραγματικά συνέβη αλλά και με άλλα ευρήματα από την αρχειακή του έρευνα.

Το αποτέλεσμα είναι ένα σύνολο πληροφοριών που ξεδιαλύνουν πολλά σκοτεινά σημεία του δραματικού εκείνου 15θημέρου, αλλά και γκρεμίζει μύθους όπως το περίφημο τηλεγράφημα Γούναρη ως προέδρου της Κυβερνήσεως (!) την 17η Αυγούστου 1922 για την «αποφυγή δημιουργίας προσφυγικού ζητήματος». Το υποτιθέμενο αυτό τηλεγράφημα παρουσιάστηκε (όχι ως φυσικό σώμα) μετά από κάποια χρόνια σε πολιτική εφημερίδα και έκτοτε θεωρώντας το ως δεδομένο και αδιαμφισβήτητο εμφανίζεται ως γνήσιο ακόμη και στην σχολική ιστορία, έχοντας τροφοδοτήσει επανειλημμένα το συλλογικό ιστορικό υποσυνείδητο όλων μας.

Επίσης ο Βλάσσης παρέχει πρόσθετα σημαντικά στοιχεία για το προσφιλές σε αυτόν θέμα για την υποτιθέμενη απαγόρευση των Αρχών στους Μικρασιάτες να μεταβούν στην Ελλάδα για πολιτικούς λόγους.

Ο Βλάσσης υπογραμμίζει την έλλειψη χρόνου, την έλλειψη μεταφορικών μέσων, την προτεραιότητα που δόθηκε στην εκκένωση του Στρατού και του υλικού του που ήταν πάνω από 100.000 τόνοι, αλλά υπογραμμίζει ότι πριν την είσοδο των τουρκικών στρατευμάτων στη Σμύρνη είχαν απομακρυνθεί από την μαρτυρική πόλη με ατμόπλοια 25-30.000 πρόσφυγες χωρίς να εφαρμοστεί ο περίφημος νόμος περί διαβατηρίων που ήρε άλλωστε ο ίδιος ο Στεργιάδης.

Είναι πραγματικά εντυπωσιακή η κατάρριψη μιας ακόμη θεωρούμενης βεβαιότητας, αυτή της γενικότερης απαγόρευσης διαφυγής του μικρασιατικού πληθυσμού, αφού όπως αναλύεται στο βιβλίο, τελικά εκτός των 200.000 ανδρών της ελληνικής Στρατιάς, τις ημέρες εκείνες κατέφυγαν στην Ελλάδα και τουλάχιστον 200.000 Μικρασιάτες! Ο Βλάσσης εξετάζει κάθε μεταγενέστερο ισχυρισμό του Στεργιάδη παραθέτοντας εξαντλητικά όλα τα τηλεγραφήματα που αντάλλαξε η Ύπατη Αρμοστεία με την Κυβέρνηση την περίοδο 15-20 Αυγούστου 1922, καταφέρνοντας να εξιχνιάσει σε μεγάλο βαθμό τι πραγματικά ίσχυε και τι πραγματικά συνέβη.

Πρέπει να επισημάνω ότι ο Αρμοστής του Βλάσση δεν αποτελεί μια τεχνική υπεράσπιση της πολιτείας του Αρμοστή, δεν έχει προδιαγεγραμμένο σκοπό, ούτε το υλικό του βιβλίου διαρθρώνεται γύρω από μια κεντρική ιδέα αθώωσης του Αρμοστή (αντίθετα πολλοί από τους μεταγενέστερους ισχυρισμούς του Στεργιάδη αμφισβητούνται).

Πολλοί ιστορικοί συγγραφείς (ανάμεσά τους και ο γράφων) υποτάσσουμε το υλικό μας γύρω από μια κεντρική ιδέα, έναν ισχυρισμό, μια κεντρομόλο δύναμη που επιτρέπει στο έργο μας να έχει μια απαραίτητη και εν πολλοίς αυτονόητη εσωτερική συνοχή. Ο Βλάσσης λειτουργεί ανάποδα και οργανώνει το υλικό του θεματολογικά χωρίς να το υποτάσσει και να το σμιλεύει προς μια κατεύθυνση.

Στα προηγούμενα έργα του αυτό οδηγούσε σε μια κατά περίπτωση φαινομενική αναρχία ιστορικών στοιχείων που δυσκόλευε τον αναγνώστη στην ανάγνωση και την κατανόησή της. Στον Αρμοστή ο Βλάσσης έχει εξελίξει κατά πολύ την τεχνική του και μας προσφέρει περισσότερες δικές του επισημάνσεις και συμπεράσματα. Μπορεί η άρθρωση του ιστορικού του λόγου να παραμένει αποκεντρωμένη, αλλά πλέον είναι κατά περίπτωση συνεκτική και διαμπερής στην ευχερή παρακολούθησή της.

Ο Αρμοστής είναι αναμφίβολα το καλύτερο και ωριμότερο ιστορικό έργο του Βλάσση ως τώρα και ανεβάζει κατακόρυφα τον πήχη για το επόμενο που έρχεται και είναι σημαντικότερο.

Οφείλω να σταθώ στο εξώφυλλο του βιβλίου και στο εικαστικό του μέρος που είναι πραγματικά άρτιο και συνεχίζει μια παράδοση συγκλονιστικών εξωφύλλων που μας δίνουν οι εκδότες σε βιβλία σχετικά με το Μικρασιατικό ζήτημα. Το έργο συνοδεύεται από ευρετήριο ονομάτων και παράρτημα 10 ενοτήτων με πρωτογενές ιστοριοδιφικό υλικό που αναδεικνύει την μελέτη του Βλάσση ανάμεσα στις κορυφαίες που έχουν γραφτεί για το ζήτημα.

Συμπερασματικά ο Αρμοστής αποτελεί μια πρωτοποριακή μελέτη τόσο στο περιεχόμενο όσο και στην τεχνική της και στην ισορροπία μεταξύ διήγησης, πληροφορίας και συμπερασμάτων. Θεωρώ βέβαιο ότι θα λάβει περίοπτη θέση στην ελληνική βιβλιογραφία για την Μικρασιατική Καταστροφή, ενώ κατά την εκτίμησή μου, ανοίγει ένα δρόμο στην ελληνική βιβλιογραφία που πολλοί από εμάς θα ακολουθήσουν.

(Από το εξώφυλλο του βιβλίου)

Με επίκεντρο το αμφιλεγόμενο πρόσωπο του Αριστείδη Στεργιάδη, Ύπατου Αρμοστή της Σμύρνης από το 1919, ξετυλίγεται η εξιστόρηση των τραγικών ημερών του Αυγούστου του 1922 μέσω της αλληλογραφίας των αρμοδίων αρχών από το πολεμικό μέτωπο και το Γενικό Στρατηγείο στη Σμύρνη μέχρι την Ύπατη Αρμοστεία Σμύρνης και την κυβέρνηση στην Αθήνα. Με τη βοήθεια αρχειακών πηγών και άγνωστων μέχρι σήμερα επίσημων εγγράφων, ο αναγνώστης θα ανακαλύψει νέες ανεξερεύνητες πτυχές του όλου δράματος.

Στο σύντομο διάστημα των 14 ημερών από την κεμαλική επίθεση ως την κατάληψη της Σμύρνης, αποκαλύπτονται η αλληλογραφία του Ύπατου Αρμοστή με την κυβέρνηση, οι πληροφορίες και οι προτάσεις που υπέβαλε, η κυβερνητική κρίση που ξέσπασε, η πρωτοβουλία για μια ενδεχόμενη Συμμαχική επέμβαση στην πόλη της Σμύρνης και η πρωτόγνωρη κατάσταση που διαμορφώθηκε με τους πρόσφυγες που συνέρρευσαν. Παράλληλα, επιχειρείται μια αξιολόγηση των μεταγενέστερων εξηγήσεων του Ύπατου Αρμοστή που οδηγεί στην άρση εσφαλμένων εντυπώσεων και παγιωμένων κρίσεων για τη Μικρασιατική Καταστροφή, με άξονα και το πολύτιμο υλικό από το σχετικά άγνωστο Αρχείο Αριστείδη Στεργιάδη.

Εκδόσεις Archive

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ
Click to Hide Advanced Floating Content