Πώς φτάσαμε από τον ξέφρενο ενθουσιασμό της εκστρατείας για την απελευθέρωση των αλύτρωτων αδελφών στην Μικρά Ασία και την υλοποίηση της «Μεγάλης Ιδέας», στο θρήνο της καταστροφής της Σμύρνης και της οριστικής απώλειας της Ανατολικής Θράκης; Γιατί τα πάνδεινα που υπέστησαν οι ντόπιοι ελληνικοί πληθυσμοί δεν στάθηκαν ικανά να συγκινήσουν τις ελλαδικές κυβερνήσεις και τους πολίτες;
Ερωτήματα που έχουν τεθεί και συζητηθεί πολλές φορές όμως η επετειακή έκδοση του Μουσείου Φαλτάϊτς για τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή, έχει μια σημαντική διαφορά. Προσεγγίζει τα γεγονότα από την σκοπιά της μαρτυρίας και μάλιστα με το βλέμμα του δημοσιογράφου.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου ο αναγνώστης έχει την δυνατότητα να παρακολουθήσει την τότε πορεία του πολεμικού ανταποκριτή της εφημερίδας «Εμπρός», Κωνσταντίνου Φαλτάϊτς ο οποίος μέσω των ανταποκρίσεών του και των κρίσεων που διατυπώνει, αποκαλύπτει την πραγματικότητα τόσο της Μικρασιατικής Εκστρατείας, όσο και της μοίρας των πληθυσμών που υφίστανται την πολιτική των εθνικών εκκαθαρίσεων.
Στις ανταποκρίσεις του μιλά για τις κακουχίες που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά στρατεύματα, την πείνα, την φοβερή αισχροκέρδεια στις περιοχές απ’ όπου περνούσε ο ελληνικός στρατός, την άγνοια των στρατιωτών για τις περιοχές αυτές.
Στην ανταπόκρισή του από τη Νικομήδεια στις 11 Μαΐου του 1921 ο Κωνσταντίνος Φαλτάιτς, γράφει: «Δεν υπάρχει ανθρώπινη λέξις, με την οποίαν να είνε δυνατόν να αρχίση κανείς και ήτο τόσω πενιχρά η λέξις, αν υπήρχε, δια να δείξει μια τόσον απαισίως φρικιαστικήν κατάστασιν. Περισσότεροι από δεκαπέντε χιλιάδες Έλληνες πρόσφυγες της περιφέρειας Νικομηδείας και του Καρασσού του δυτικότατου Πόντου, έχουν εγκαταληφθή εις την τύχη των εδώ, χωρίς ενδύματα, χωρίς τροφήν χωρίς προστασίαν, και όλη η Νικομήδεια επί μήνας και μήνας τώρα, έχει μεταβληθεί εις απέραντον πεδίον κλαυθμώνος και οδυρμού».
Περιγράφει με μελανά χρώματα την βιαιότητα των Τσετών και δεν διστάζει να στηλιτεύσει της στάση της Μητρόπολης της Νικομήδειας απέναντι στους προσφυγικούς πληθυσμούς.
Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν οι «Σελίδες ημερολογίου» στις οποίες αποτυπώνονται με μεγάλο ρεαλισμό η εικόνα της κατάστασης που επικρατούσε στην Αθήνα τις ημέρες που προηγήθηκαν από την καταστροφή της Σμύρνης.
Αισθάνεται μεγάλη απογοήτευση από την αδιάφορη, όπως την αποκαλεί, στάση του πληθυσμού των Αθηνών και περισσότερο από την στάση των εφημερίδων και ιδιαίτερα του «Εμπρός» στο οποίο εργάζεται για τη λογοκρισία και τις διαψεύσεις της κυβέρνησης για τις σφαγές στη Σμύρνη παρά το μεγάλο κύμα προσφύγων, την έλλειψη σχεδιασμού ως προς την έξοδο του Στρατού, τη στάση του προξένου στην Σμύρνη, Στεργιάδη.
«Από την ημέρα που άρχισε η υποχώρησις και δεν με άφηνε να γράψω τίποτα για τον κίνδυνο ιδίως των χριστιανών και για την ανάγκη σωτηρίας του στρατού μας δια της Ερυθραίας έχω αποφασίσει να φύγω από το «Εμπρός». Περιμένω όμως, γιατί θέλω να πάω στο μέτωπο, το υπάρχον πια, και είναι το «Εμπρός που θα με στείλει».
Η εφημερίδα δεν τον έστειλε τελικά στο μικρασιατικό μέτωπο όμως ο ίδιος κατόρθωσε να πάει στη Θράκη, απ’ όπου θα περιγράψει, στις 6 Οκτωβρίου του 1922, την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης.
«Οι κάτοικοι της Ανατολικής Θράκης, κατά δεκάδας χιλιάδας αναμένουν εις τους σιδηροδρομικούς σταθμούς για να αναχωρήσουν. Φεύγουν εγκαταλείποντες σχεδόν τα πάντα ελλείψει μεταφορικών μέσων… Δεκάδες χιλιάδες των φευγόντων ευρίσκονται καθ΄όλην την Θράκη άστεγοι υπό κάκιστον και θυελλώδην καιρόν».
Ο Κωνσταντίνος Φαλτάιτς, (1891-1944) υπήρξε κορυφαίος δημοσιογράφος, λογοτέχνης και πρωτοπόρος ερευνητής της περιόδου του μεσοπολέμου. Ήταν από τα πρώτα μέλη της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, ενώ παρακολούθησε ως πολεμικός ανταποκριτής τους Βαλκανικούς Πολέμους και την Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή.
Παρουσίαση του βιβλίου έγινε χθες στο Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ.