Αναμφίβολα η ενεργειακή κρίση που βιώνουμε είναι πρωτόγνωρη.
Ζητήματα όπως η ενεργειακή επάρκεια και η ασφάλεια εφοδιασμού αλλά και η σπουδαιότητα του φυσικού αερίου ως καυσίμου αναδεικνύονται τώρα. Το ίδιο συμβαίνει και με το κόστος και τις τιμές.
Και ο περισσότερος κόσμος τώρα μαθαίνει αυτά τα δεδομένα, όπως επίσης για παράδειγμα πως οι περισσότερες ποσότητες ρεύματος που καταναλώνει, παράγονται από το φυσικό αέριο.
Ένα ακόμη μάθημα που πήραν και οι πλέον δύσπιστοι και αδαείς είναι ότι το συγκεκριμένο ορυκτό καύσιμο είναι συνδεδεμένο με γεωπολιτικά παιχνίδια: Αυτός που έχει τα κοιτάσματα αερίου είναι ο πιο ισχυρός έναντι εκείνου που δεν έχει ούτε ένα κυβικό μέτρο. Η εξάρτηση μπορεί να φτάσει σε ασφυκτικά επίπεδα, όπως επιβεβαιώθηκε και από τα τεχνάσματα Πούτιν με το «άνοιξε» – «κλείσε» των αγωγών. Λαοί και οικονομίες είναι εύκολο να γονατίσουν… όταν δεν υπάρχει ενεργειακή ανεξαρτησία και αυτάρκεια.
Διαπιστώνουμε επίσης, πως η συζήτηση για τις ΑΠΕ και την κλιματική αλλαγή έχει πάει πίσω. Τόσο στα ελληνικά όσο και στα ευρωπαϊκά fora. Και ως ένα βαθμό υπάρχει η εξήγηση καθώς προέχει η εξασφάλιση ποσοτήτων φυσικού αερίου για να μη ξεμείνουν οι πολίτες εν μέσω χειμώνα χωρίς θέρμανση.
Η ενεργειακή ανεξαρτησία
Πριν το ξέσπασμα του πολέμου, τα θέματα της «πράσινης» ενέργειας και της κλιματικής αλλαγής είχαν φτάσει στην κορυφή των στρατηγικών επιλογών της Ε.Ε. καθώς και της Ελλάδας. Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και η αποθήκευση όπως και οι άλλες εναλλακτικές μορφές καθαρής ενέργειας, το βιομεθάνιο και το «πράσινο» υδρογόνο αναδείχθηκαν ως τα μοναδικά «όπλα» για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής και της περιβαλλοντικής καταστροφής.
Αλλά κι εν μέσω ενεργειακής κρίσης αποδείχτηκε πως οι ΑΠΕ, τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά, είναι ικανές να ψαλιδίσουν τις αυξήσεις των τιμών ενέργειας και φυσικά να περιορίσουν τις εκπομπές των αέριων ρύπων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Στις 7 Οκτωβρίου, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ, η Ελλάδα για πέντε ώρες κάλυπτε τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας των νοικοκυριών κι επιχειρήσεων από τον άνεμο και τον ήλιο. Η χρηματιστηριακή τιμή στη χώρα μας, είχε προσγειωθεί εκείνη τη μέρα στα 230 από 300 ευρώ ανά Μεγαβατώρα τις προηγούμενες ημέρες.
Μόνο το πρώτο εξάμηνο του έτους, σύμφωνα με επίσημες μελέτες που παρουσίασαν η ΕΛΕΤΑΕΝ και ο ΕΣΗΑΠΕ, οι ΑΠΕ δεν επέτρεψαν ένα καπέλο της τάξης των 40 ευρώ ανά Μεγαβατώρα στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας.
Για το ίδιο διάστημα, μόνο τα αιολικά συνεισέφεραν 760 εκ. ευρώ σε επιδοτήσεις των λογαριασμών ρεύματος.
Οι αντικρουόμενες ρυθμίσεις
Η λύση των ΑΠΕ και της αποθήκευσης ενέργειας είναι μονόδρομος καθώς εξασφαλίζει την ενεργειακή ανεξαρτησία των χωρών.
Η Ε.Ε. διατηρεί τους υψηλούς στόχους που έχει θέσει για τη διείσδυση των ΑΠΕ.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει τοποθετήσει αντίστοιχα, τον πήχη ψηλά για την αύξηση της συμμετοχής τους στο ενεργειακό μίγμα. Όπως επίσης προώθησε το αναγκαίο θεσμικό πλαίσιο των αδειοδοτήσεων.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι κατά πόσο μπορεί να εφαρμοστούν στην πράξη οι νόμοι και οι αποφάσεις μιας και παράλληλα διαπιστώνεται και η θέσπιση ρυθμίσεων που συγκρούονται με τη fast track αδειοδότηση έργων.
Δηλαδή, την ίδια ώρα που ένας νόμος συντομεύει τις διαδικασίες αδειοδότησης έργων ΑΠΕ, άλλος νόμος έρχεται να θέσει υπερβολικά όρια στις χωροθετήσεις αιολικών και φωτοβολταϊκών.
Στο δια ταύτα, η κυβέρνηση και η Ε.Ε. δεν πρέπει ούτε να ξεχνούν τη σημασία των ΑΠΕ αλλά ούτε και να βάζουν αδικαιολόγητα εμπόδια στην ανάπτυξη τους…
Και βέβαια, η συζήτηση για την «πράσινη» ενέργεια πρέπει να ανοίξει ξανά.
(*) Ο κ. Χρήστος Κολώνας είναι Δημοσιογράφος