«Περιμένουμε στο μάξιμουμ 16.000 ημερήσια κρούσματα κορωνοϊού από τα μέσα Φεβρουαρίου, ωστόσο η ανοσία είτε από προηγούμενη νόσηση είτε και κυρίως από εμβολιασμό, έχει δουλέψει πάρα πολύ καλά» τόνισε ο Δημοσθένης Σαρηγιάννης Καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ στην ΕΡΤ.
«Διανύουμε περίοδο αυξημένου ποσοστού λοιμώξεων» σημείωσε. «Αυτό το γνωρίζαμε εδώ και πολλά χρόνια, ότι μεταξύ 15 με 20 Δεκεμβρίου και κοντά στις 15 Μαρτίου θα έχουμε ένα τρίμηνο με αυξημένο ποσοστό λοιμώξεων. Φυσικά, σε σχέση με το παρελθόν υπάρχει και ο κορωνοϊός και σαφέστατα υπάρχει μια πολύ μεγαλύτερη ποσόστωση της γρίπης εξαιτίας ίσως αυτά τα δύο χρόνων, δύο και κάτι χρόνων, το οποίο περάσαμε χωρίς ανοσιακή απάντηση απέναντι στη γρίπη» ανέφερε ακόμη.
«Σίγουρα θα πιεστεί το σύστημα υγείας και σε πρωτοβάθμια φροντίδα αλλά και στην τριτοβάθμια, τα νοσοκομεία. Αυτό είναι σίγουρο. Το βλέπουμε και από τις εφημερίες μας. Οι εισαγωγές μας είναι διπλάσιες από πριν ένα μήνα και οι προσελεύσεις είναι διπλάσιες από εκείνες πριν από ένα μήνα. Από την άλλη νομίζω ότι έχουμε τη δυνατότητα και την εμπειρία πλέον και με τα θεραπευτικά πρωτόκολλα τα οποία έχουμε εισαγάγει να ξεπεράσουμε αυτό το αυτό το δύσκολο κομμάτι και να μπορέσουμε να βοηθήσουμε όλο τον κόσμο όπως το κάναμε και στην περίοδο του κορονοϊού που ήταν ο ”μοναδικός παίκτης” αν θέλετε να το εκλαϊκεύσουμε την προηγούμενη περίοδο» τόνισε.
«Πολύ σημαντική η έγκαιρη ταυτοποίηση του κορωνοϊού και η χορήγηση αντιικών στους ευάλωτους»
«Όλα πρέπει να μας ανησυχούν. Και ο κορονοϊός και η γρίπη» σημείωσε. «Αυτό που πρέπει να δούμε είναι για τον κορονοϊό είναι η προσπάθεια έγκαιρης ταυτοποίησης και σαφέστατα η χορήγηση αντιικών φαρμάκων στους ανθρώπους που έχουν υψηλό κίνδυνο για σοβαρή νόσηση. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό» πρόσθεσε.
Όπως ενημέρωσε: «Πλησιάζουμε περίπου τις 100.000 αιτήσεις αντιικών φαρμάκων αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, πράγμα που σημαίνει ότι έχουμε ένα ποσοστό ανθρώπων στους οποίους έχουμε αναχαιτίσει την εξέλιξη σε σοβαρή μόλυνση. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντική προσέγγιση και το δεύτερο όσον αφορά τις άλλες ιώσεις είναι η χορήγηση του κατάλληλου φαρμάκου για τη γρίπη όταν ταυτοποιηθεί, που είναι η οσελταμιβίρη που την γνωρίζουμε εδώ και πολλά χρόνια και η προσπάθεια να μην κάνουμε κατάχρηση αντιβιοτικών».
«Αυτό είναι ένα μήνυμα για όλους τους γιατρούς και για μένα προσωπικά, ότι πρέπει τα αντιβιοτικά να δίνονται με φειδώ γιατί δημιουργούμε ένα περιβάλλον μετά το οποίο μπορεί να είναι ένα περιβάλλον που να οδηγεί σε περισσότερες αντοχές. Άρα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί σ’ αυτό.» επισήμανε.
«Η εποχή που θα μας ενδιαφέρει περισσότερο σε επίπεδο αριθμών για αύξηση λοιμώξεων θα είναι από τα μέσα Φεβρουαρίου και έπειτα» πρόσθεσε.
«Στην Ελλάδα συνήθως από τα μέσα Μαρτίου και μετά ο καιρός αλλάζει, γίνεται πολύ πιο ζεστός. Βγαίνουμε πολύ έξω, άρα οι συνθήκες είναι πιο δυσοίωνες για τον κορονοϊό και για όλες τις λοιμώξεις» ανέφερε
«Θα έχουμε μια αύξηση των κρουσμάτων κορωνοϊού, περίπου διπλασιασμού τους αλλά όχι μια αύξηση η οποία θα είναι εκτός ορίων, όπως αυτή που ζήσαμε πριν από δύο χρόνια» σημείωσε.
Το ενθαρρυντικό σύμφωνα με τον κ. Σαρηγιάννη είναι πως «η ανοσία που βλέπουμε στον πληθυσμό είναι μεγαλύτερη από αυτή που έχουμε δει εργαστηριακά, δηλαδή η διαφυγή στην ανοσία που έχουν δείξει τα στελέχη που κυκλοφορούν αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα είναι πολύ πιο μεγάλη στο εργαστήριο από αυτή που στην πραγματικότητα φαίνεται να υπάρχει στον πληθυσμό. Φαίνεται ότι η ανοσία είτε από προηγούμενη νόσηση είτε και κυρίως από εμβολιασμό, έχει δουλέψει πάρα πολύ καλά.»
«Ο εμβολιασμός με την περίφημη τέταρτη δόση νομίζω ότι θα ήταν πολύ χρήσιμο, ειδικά ενόψει αυτής της αύξησης που περιμένουμε να δούμε τις επόμενες ημέρες» εκτίμησε
Όπως ανέφερε «περιμένουμε να δούμε μια αύξηση της τάξης στο μάξιμουμ διπλασιασμού, δηλαδή αν είμαστε σε αυτή τη στιγμή στα περίπου 7.000 με 7.500 κρούσματα την ημέρα ως μέσο όρο να πάμε στις 16.000 κρούσματα, ο οποίος είναι μεγάλος αριθμός αλλά όχι εκτός λογικής. Δεν πάμε στις 30 – 35 χιλιάδες που είχαμε φτάσει πέρυσι τέτοια εποχή.»
Άρα, συμπέρανε, «είναι μια ελεγχόμενη αύξηση, η οποία πιστεύω ότι μπορούμε να τη διαχειριστούμε. Φυσικά θα υπάρξει πίεση στο σύστημα υγείας, αλλά όχι εκτός ελέγχου. Είναι θετικό το γεγονός ότι έχουμε μείνει ειδικά οι ΜΕΘ-Covid, άδειες για πολύ μεγάλο διάστημα. Που σημαίνει ότι η πίεση αυτή ναι μεν θα υπάρξει, αλλά δεν δημιουργήσει προβλήματα».
Πρώτο Θέμα