Τουλάχιστον 10% παραπάνω έσοδα από την περσινή «καυτή» σεζόν, που κράτησε σχεδόν ως το Δεκέμβριο, περιμένουν οι άνθρωποι του Τουρισμού, οι οποίοι ετοιμάζονται για την επίσημη εκκίνηση.
Με φόντο το εντυπωσιακό ξεκίνημα στα αεροδρόμια της χώρας, όπου οι αφίξεις στο πρώτο δίμηνο ξεπέρασαν κατά 51% τις αντίστοιχες περσινές επιδόσεις, βασικοί προορισμοί της χώρας φόρεσαν ήδη τα… καλά τους.
Στην Κρήτη, η σεζόν θα ανοίξει από τις 25 Μαρτίου με κάποιες πτήσεις τσάρτερ και κάποια ξενοδοχεία που θα ανοίξουν, ενώ περισσότερη κίνηση θα καταγραφεί από τις 8 Απριλίου. Σύμφωνα με το Greek Hotelier, στα τέλη του Απρίλη με αρχές Μαΐου θα ανοίξουν σχεδόν στο σύνολό τους τα ξενοδοχεία για να υποδεχθούν τους επισκέπτες. Τα στοιχεία της Fraport έδειξαν αυξημένη κίνηση κατά 54,4% σε σχέση με το πρώτο δίμηνο του 2022, στο αεροδρόμιο «Ιωάννης Δασκαλογιάννης», των Χανίων, όπου διακινήθηκαν 111.944 επιβάτες.
Πρώτη επιλογή η Μεσόγειος και δεύτερη η Καραϊβική
Πρόσφατη έρευνα του Cruise.co.uk αποκάλυψε ότι ο αριθμός των τουριστών που θα ταξιδέψουν για πρώτη φορά με κρουαζιερόπλοιο το 2023 είναι υπερδιπλάσιος σε σύγκριση με πέρυσι και η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να προσδοκά μεγαλύτερο μερίδιο από αυτήν την πίτα. Η Μεσόγειος είναι η πρώτη επιλογή για όσους επιχειρούν το παρθενικό τους ταξίδι, με την Καραϊβική να βρίσκεται στη δεύτερη θέση και τα Νορβηγικά Φιόρδ και τη Βόρεια Σκανδιναβία στην τρίτη θέση. Η μελέτη αποκάλυψε επίσης ότι πάνω από το 50% των ερωτηθέντων έχουν ήδη προγραμματίσει τη μελλοντική τους κρουαζιέρα.
«Ψηφίζουν» Ελλάδα οι Ούγγροι
Έντονη κινητικότητα καταγράφεται και σε χώρες προέλευσης, όπου η Ελλάδα φιλοδοξεί να κάνει μεγαλύτερο άνοιγμα. Για παράδειγμα, οι προκρατήσεις από την Ουγγαρία παρουσιάζουν μέχρι τώρα αύξηση κατά 30% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, με την Ελλάδα να παραμένει ο δημοφιλέστερος καλοκαιρινός προορισμός των Ούγγρων, ενώ την ίδια στιγμή η αγορά της Δανίας εμφανίζει σαφείς ανοδικές τάσεις σε σχέση με την περσινή χρονιά, όταν έως τα τέλη Σεπτεμβρίου τη χώρα μας επισκέφθηκαν περισσότεροι από 380.000 Δανοί.
Σε κάθε περίπτωση και φέτος το στοίχημα είναι να προσελκύσουμε επισκέπτες με πιο “βαρύ” πορτοφόλι. Είναι ενδεικτικό ότι αν και πέρσι η εισερχόμενη κίνηση ήταν 11,2% μικρότερη από αυτή του 2019, οι συνολικές εισπράξεις ήταν οριακά χαμηλότερες, καθώς η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη ήταν αυξημένη κατά 9,7%. Τουτέστιν, μας επισκέφθηκαν λιγότεροι αλλά με υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα, οι οποίοι δαπάνησαν και περισσότερα.
Τα εισοδήματα των τουριστών που επισκέπτονται την Ελλάδα
Με αυτό το δεδομένο, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα στοιχεία της έρευνας της ΕΣΕΕ με αντικείμενο τη διασύνδεση Τουρισμού- Εμπορίου. Κατ’ αρχάς, οι σημαντικότερες εθνικότητες τουριστών που επισκέπτονται τη χώρα είναι οι Άγγλοι, οι Γερμανοί, οι Γάλλοι, οι Ιταλοί και οι Αμερικάνοι οι οποίοι επιλέγουν για τη διαμονή τους κυρίως ξενοδοχείο all inclusive ή μη (62,5%) και κατάλυμα βραχυχρόνιας μίσθωσης (τύπου Airbnb) (19,9%).
Οι περισσότεροι (52,8%) έχουν εισόδημα μεταξύ 15.000 – 50.000 ευρώ και δαπανούν λίγο περισσότερα από 200 ευρώ την ημέρα/άτομο. Από αυτά τα ποσά το 9% πηγαίνει στην αγορά προϊόντων από εμπορικές επιχειρήσεις και το 6% στην αγορά τροφίμων. Η υψηλότερη δαπάνη σε αγορές καταγράφεται στην Κρήτη, με τους Αμερικανούς να σημειώνουν την ισχυρότερη ροπή κατανάλωσης από εμπορικές επιχειρήσεις.
Στην 4η θέση η Ελλάδα σε ποσοστό ταξιδιωτικών εισπράξεων ΑΕΠ
Η Ελλάδα καταγράφει το τέταρτο υψηλότερο ποσοστό ταξιδιωτικών εισπράξεων ως ποσοστό του ΑΕΠ μεταξύ των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν, οι έμμεσες επιδράσεις του τουρισμού είναι εντονότερες σε δραστηριότητες όπως το εμπόριο, η γεωργία και τα τρόφιμα ποτά με το 22% της συνολικής έμμεσης επίδρασης (σε όρους Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας) να αφορά στο εμπόριο. Επίσης, όπως προέκυψε από τα δεδομένα των πολλαπλασιαστών που παρουσιάστηκαν, ο τουρισμός δίνει σημαντική ώθηση στην απασχόληση σε άλλους κλάδους με το λιανικό εμπόριο να είναι δεύτερος τη τάξη μεταξύ αυτών.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι περσινές υπερεισπράξεις στον Τουρισμό- περίπου 3,5 δισ ευρώ παραπάνω από τις αρχικές εκτιμήσεις- “έσπρωξαν” το ΑΕΠ στα όρια του 6% και δημιούργησαν πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο για μέτρα στήριξης απέναντι στις πληθωριστικές πιέσεις, χωρίς να επηρεάζεται ο στόχος του περιορισμού του πρωτογενούς ελλείμματος.
iefimerida.gr