Ένα από τα παλαιότερα έθιμα αυτών των γιορτινων ημερών, ειδικά στα χωριά μας, ήταν το σφάξιμο του χοίρου, όταν πλησίαζαν τα Χριστούγεννα. Παλαιοτέρα, ο περισσότερος κόσμος είχε στο σπίτι του ένα χοίρο και τον μεγάλωνε, με σκοπό να τον σφάξει για τις εορτές των Χριστουγέννων. Ο χοίρος μεγάλωνε στις αυλές των σπιτιών τρώγοντας κριθάρι, πίτουρα αλλά και περισσεύματα φαγητών της οικογένειας. Όταν ο χοίρος έφτανε στο πρέπον μέγεθος, τον έσφαζαν, συνήθως στις παραμονές των Χριστουγέννων. Μάλιστα, το σφάξιμο του χοίρου ήταν μια ολόκληρη ιεροτελεστία. Την παραμονή της μέρας ακόνιζαν τα μαχαίρια ώστε να είναι έτοιμα το πρωί. Η σφαγή γινόταν τις πρωινές ώρες. Δυστυχώς, το σφάξιμο δεν ήταν ανώδυνο, όπως συμβαίνει σήμερα στα εγκεκριμένα σφαγεία, έτσι τα μουγκρητά του ζώου, που σφάδαζε από τον πόνο, ακούγονταν σ’ ολόκληρο το χωριό. Και επειδή σφάζονταν πολλοί χοίροι, ήταν η μέρα του… μουγκρητού! Μόλις έσφαζαν τον χοίρο, τον καθάριζαν με ζεστό νερό, του αφαιρούσαν τα άχρηστα εντόσθια και τον τεμάχιζαν και έδιναν στα παιδιά την “φούσκα του χοίρου“ (μπαλόνι ) που ήταν η ουροδόχος κύστη του ζώου, την οποία τα παιδιά την φούσκωναν και έπαιζαν μ’ αυτήν μπάλλα στις αλάνες! Εννοείται πάντως ότι από τον χοίρο αξιοποιούσαν τα πάντα. Το κεφάλι και τα πόδια γίνονταν πηχτή, το συκώτι το τηγάνιζαν ή το μαγείρευαν, με τα εντόσθια έφτιαχναν χίλιες δυο λιχουδιές, ενώ το ψαχνό κρέας το έκαναν μέχρι και λουκάνικα.