Το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης-Κύπρου αποτελεί ένα σχέδιο μείζονος οικονομικής, πολιτικής και στρατηγικής σημασίας.
Αποτελεί μια έμπρακτη κίνηση διασύνδεσης του πιο απομακρυσμένου μέλους της Ε.Ε. με τον ευρωπαϊκό κορμό και με το ευρωπαϊκό ενεργειακό δίκτυο, καταργεί την ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου από το ευρωπαϊκό δίκτυο, ακυρώνει τον ηγεμονισμό της Τουρκίας και την διακήρυξη ότι κανένα ενεργειακό σχέδιο δεν θα υλοποιηθεί στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς την συμμετοχή η έγκριση της, μετατρέπει την Ελλάδα και την Κύπρο σε κρίσιμο κόμβο μεταφορά πράσινης ενέργειας από και προς την Ασία με την μελλοντική επέκταση προς το Ισραήλ. Και όλα αυτά με το όφελος που θα έχει για τους Κύπριους και Έλληνες καταναλωτές η ηλεκτρική διασύνδεση και η ενεργειακή ασφάλεια που θα μπορεί να παρέχει το σχέδιο του Great Sea Interconnector.
Το ερώτημα βεβαίως είναι γιατι με τόσα πλεονεκτήματα που προσφέρει το έργο αυτό και παρά το γεγονός ότι έχει εξασφαλίσει μια πρωτοφανή και για τα ευρωπαϊκά δεδομένα ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, κινδυνεύει με εκτροχιασμό.
Η ανάληψη του έργου από τον ΑΔΜΗΕ στις αρχές του 2024 και η μετατροπή του Eurasia Interconnector σε Great Sea Interconnector (GSI) οδήγησε σε αλλαγή των δεδομένων. Η κυπριακή αρμόδια αρχή ΡΑΕΚ μετά από μήνες διαβουλεύσεων και ζυμώσεων ζήτησε νεα οικονομοτεχνική μελέτη του έργου, η οποία παραδόθηκε με καθυστέρηση από τον ΑΔΜΗΕ αλλα ο όρος για καταβολή ποσών από τους καταναλωτές από την αρχή των εργασιών του έργου και όχι με την ολοκλήρωση του, αποτέλεσε το σημείο τριβής το οποίο δεν έχει ξεπεραστεί μέχρι σήμερα. Ετσι η αντιπαράθεση αυτή που έχει πάρει οξύτατη μορφή έχει εμποδίσει μέχρι σήμερα την λήψη αποφάσεων.
Η επίμαχη διάταξη προβλέπει την κάλυψη από τους καταναλωτές Κύπρου και Ελλάδας σε ποσοστό 63%-37% αντιστοίχως, δαπανών του έργου από την έναρξη κατασκευής του δηλαδή από 1/1/2025 περίπου, αντί με την ολοκλήρωση του έργου που υπολογίζεται για το 2030. Την σχετική ρύθμιση έκανε ήδη αποδεκτή η ελληνική κυβέρνηση. Στην Κύπρο πάντως υπάρχει και έντονη αντίδραση των ηλεκτροπαραγωγών οι οποίοι θα χάσουν ένα μεγάλο μερίδιο αγοράς με την ηλεκτρική διασύνδεση.
Προς το παρον και η Κυπριακή κυβέρνηση παρά τις πιέσεις και από την Αθήνα αλλά και από τις Βρυξέλλες δεν εχει ανοίξει τα χαρτιά της παραπέμποντας στην ΡΑΕΚ ενώ δεν έχει υπάρξει ρητή δέσμευση για την συμμετοχή της στην μετοχική σύνθεση με το ποσό των 100 εκατομμυρίων ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης. Η κυπριακή κυβέρνηση,μετά το φιάσκο του τερματικού στο Βασιλικό, είναι πολύ επιφυλακτική σε αποφάσεις που θα έχουν ένα πολύ μεγάλο κόστος και επιβάρυνση της τιμής του ρεύματος για τους καταναλωτές (που ηδη πληρώνουν το ακριβότερο ρεύμα στην Ε.Ε.) για ένα σημαντικότατο μεν έργο, το οποίο όμως δεν υπάρχουν εγγυήσεις ότι θα ολοκληρωθεί.
Το σημαντικό επιπλέον εμπόδιο είναι η ρήτρα του γεωπολιτικού ρίσκου που εάν εμποδίσει την ολοκλήρωση του έργου τοτε δεν θα υπάρξει σύμφωνα με τις προβλέψεις την ανάκτηση των ποσών που θα έχουν καταβληθεί από τους καταναλωτές αλλά και άλλων δαπανών. Μιλώντας για γεωπολιτικό ρίσκο αυτό αφορά κυρίως την δηλωμένη αντίθεση της Τουρκίας σε έργα τα οποία θεωρεί ότι «χτίζονται» σε θαλάσσιες ζώνες που ανήκουν στην Γαλάζια Πατρίδα χωρίς την άδεια της.
Ηδη το επεισόδιο της Κάσου πριν ένα μήνα έδειξε ότι η Τουρκία είναι αποφασισμένη να εμποδίσει τις έρευνες για την πόντιση του καλωδίου στις περιοχές που εκτείνονται ανατολικά των χωρικών υδάτων των ελληνικών νησιών (Κάσου και Καρπάθου) και εντός της οριοθετημένης Ελληνικής ΑΟΖ (βάσει της Ελληνοαιγυπτιακής Συμφωνίας) και εντος της δυνητικής Ελληνικής ΑΟΖ και υφαλοκρηπιδας,εάν δεν επιβεβαιωθεί έστω και εμμέσως η διεκδίκηση της στην περιοχή εις βάρος της ελληνικής και κυπριακής υφαλοκρηπίδας. Καθώς οι έρευνες και η πόντιση καλωδίων σε διεθνή ύδατα είναι ελεύθερη σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας η Τουρκία επιδιώκει την δημιουργία τετελεσμένων με την πρακτική (προς το παρον) της απαίτησης γνωστοποίησης προς τις τουρκικές Αρχές των κάθε είδους εργασιών (ακόμη και στην Ελληνικη ΑΟΖ) ώστε να εκδίδεται και τουρκική NAVTEX για τις εργασίες αυτές.
Δυο είναι πλέον τα κρίσιμα ορόσημα για το εργο: οι αποφάσεις που αφορούν την οικονομοτεχνική και επιχειρηματική πορεία του έργου με την συμμετοχή της ΡΑΕΚ της Κυπρου και η αντιμετώπιση της τουρκικής στάσης η οποία αφορά το γεωπολιτικό ρίσκο.
Καθώς η Ε.Ε. και η Κομισιόν εχουν δώσει σημαντική προτεραιότητα στο έργο θέλοντας να διευκολύνουν τις λεπτές διαπραγματεύσεις εσπευσαν με επιστολή της Catharina Sikow-Magny, Διευθύντρια πράσινης μετάβασης και ενοποίησης ενεργειακών συστημάτων στη Γενική Διεύθυνση Ενέργειας της Κομισιόν, να διαβεβαιώσει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αξιοποιήσει «όλα τα διπλωματικά μέσα που έχει στη διάθεσή της» προκειμένου να προστατέψει το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου – Ελλάδας – Ισραήλ, Great Sea Interconnector (GSI).
Σύμφωνα με πληροφορίες του ΚΥΠΕ, στην επιστολή επισημαίνεται ότι το έργο του GSI είναι έργο κοινού ενδιαφέροντος υπό τον κανονισμό EU 2022/869 που αφορά τις διευρωπαϊκές ενεργειακές υποδομές και περιλαμβάνεται στον κατάλογο της Κομισιόν με τα έργα κοινού ενδιαφέροντος (PCi) που υιοθετήθηκε τον Νοέμβριο του 2023, ενώ ως τέτοιο έχει λάβει σημαντική επιδότηση μέσω της Διευκόλυνσης Συνδέοντας την Ευρώπη (€657 εκατ).
Αυτή η επιστολή βεβαίως πολύ μικρή πρακτική σημασία έχει ώστε να καθησυχάσει τις ανησυχίες των Κυπρίων για το ενδεχόμενο ακύρωσης η και σημαντικής καθυστέρησης υλοποίησης του έργου ενόσω οι κύπριοι καταναλωτές θα πληρώνουν από τις αρχές του 2025 για την χρηματοδότηση του.
Σήμερα είναι προγραμματισμένη άλλη μία τηλεδιάσκεψη μεταξύ ΡΑΕΚ, ΡΑΑΕΥ, ΑΔΜΗΕ, υπουργείων Ενέργειας Κύπρου και Ελλάδας, υπό την αιγίδα της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας της ΕΕ για το τελικό περιεχόμενο του ρυθμιστικού πλαισίου για την ηλεκτρική διασύνδεση αν και είναι πιθανόν να μην εχει ληφθεί ακόμη η τελική απόφαση της ΡΑΕΚ η οποια επιδίδεται σε μια ανευ προηγουμένου κωλυσιεργία.
Σε ό,τι αφορά το γεωπολιτικό ρίσκο και μια πιθανή επέμβαση της Τουρκίας για παρεμπόδιση της πόντισης του καλωδίου στη θαλάσσια περιοχή που η ίδια θεωρεί ότι εμπίπτει στη ζώνη του τουρκο-λυβικού μνημονίου, οι πληροφορίες από κυπριακά ΜΜΕ αναφέρουν ότι η ΡΑΕΚ, ελλείψει πολιτικής τοποθέτησης της κυπριακής Κυβέρνησης, δεν πρόκειται να δεχθεί να αναλάβουν οι καταναλωτές ρεύματος τον κίνδυνο και να πληρώσουν το κόστος ακόμα και αν η διασύνδεση δεν ολοκληρωθεί. Και για την πρόθεσή της αυτή έχει ενημερώσει την Κυπριακή κυβέρνηση.
Το μεγάλο ερώτημα πλέον είναι εάν θα βρεθεί τρόπος να ξεπεραστούν οι ανησυχίες και επιφυλάξεις της Λευκωσίας και να προχωρήσει η υλοποίηση του έργου,ώστε να μην δοθεί εκ των πραγμάτων δικαίωμα «βετο» στην Τουρκια σε ενεργειακά project στην Ανατολική Μεσόγειο, να αποτραπεί η προσπάθεια της Τουρκίας για δημιουργία τετελεσμένων εις βαρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων με αφορμή τις έρευνες για το έργο και εφόσον η Τουρκία συνεχίσει να αντιδρά,τοτε να τεθεί προ των ευθυνών της η ίδια η Ε.Ε.
Πρώτο Θέμα