26 Σεπτεμβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Τουρισμού.
Του Δημήτρη Κ. Σαρρή (πρ. Υφυπουργού – ΓΓΑ – Νομάρχη)
Ο Τουρισμός στην Ελλάδα αποτελεί βασικό στοιχείο της οικονομικής
δραστηριότητας στη χώρα και είναι ένας από τους σημαντικότερους τομείς τηςχώρας. Η Ελλάδα είναι ένας σημαντικός τουριστικός προορισμός και πόλος έλξη στην Ευρώπη από τη δεκαετία του 1970, χάρη στον πλούσιο πολιτισμό και την ιστορία της, που αντανακλώνται σε μεγάλο βαθμό από τα 18 Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO[1](με κραυγαλέα παράλειψη των ΜΙΝΩΙΚΩΝ ΑΝΑΚΤΟΡΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ )καθώς και για τη μεγάλη ακτογραμμή, τα πολλά νησιά και τις παραλίες της.[2]Η παραλία Εγκρεμνοί στη Λευκάδα, γνωστή για τα γαλάζια κρυστάλλινα νερά της,[3] είναι ένας δημοφιλής τουριστικός προορισμός. Η Ελλάδα προσέλκυσε 31,1 εκατομμύρια επισκέπτες το 2019, 33 εκατομμύρια το 2018, 30,1 εκατομμύρια το 2017[4][5][6] και πάνω από 24 εκατομμύρια το 2015, καθιστώντας την Ελλάδα ως μία από τις πιο επισκέψιμες χώρες στην Ευρώπη και στον κόσμο και συμβάλλοντας σχεδόν κατά 25% στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της χώρας[7] Ο θρησκευτικός τουρισμός και τα προσκυνήματα, ο οικοτουρισμός, ο συνεδριακός τουρισμός και ο ιατρικός τουρισμός είναι εξέχουσες μορφές τουρισμού. Παράλληλα λαμβάνονται
πρωτοβουλίες για την προώθηση του εποχιακού τουρισμού. Μερικοί από τους κυριότερους τουριστικούς προορισμούς της χώρας περιλαμβάνουν την πρωτεύουσα Αθήνα, τα νησιά Σαντορίνη, Μύκονος, Μήλος, Ρόδος, Κέρκυρα και Κρήτη καθώς και τη χερσόνησο της Χαλκιδικής.
Ο τουρισμός στην Ελλάδα χρονολογείται από την αρχαιότητα. Έλαβε χώρα μιαπολιτιστική ανταλλαγή μεταξύ των ελληνικών εποικιών της Μεγάλης Ελλάδας και της νέας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας πριν την άνοδο της Ρώμης στην κυριαρχία της δυτικής Μεσογείου. Μετά την προσάρτηση της Ελλάδας στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κάποιους αιώνες αργότερα, η πολιτιστική ανταλλαγή μεταξύ των δυο πολιτισμών πυροδοτήθηκε με αποτέλεσμα ένας μεγάλος αριθμός Ρωμαίων να επισκέπτονται τα δημοφιλή κέντρα της ελληνικής φιλοσοφίας και επιστήμης, όπως η Αθήνα, η Κόρινθος και η Θήβα επειδή η Ελλάδα είχε γίνει επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και οι Έλληνες απέκτησαν τη ρωμαϊκή υπηκοότητα.
Ο τουρισμός στη σύγχρονη Ελλάδα ξεκίνησε να ανθίζει μετά την Μεταπολίτευση σε αυτό που έγινε γνωστό ως μαζικός τουρισμός. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, πραγματοποιήθηκαν κατασκευαστικά έργα μεγάλης κλίμακας για ξενοδοχεία και άλλες παρόμοιες εγκαταστάσεις ενώ η χώρα σημείωσε αύξηση στους διεθνείς τουρίστες με την πάροδο των ετών. Διεθνείς εκδηλώσεις, όπως οι Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες 2004 και ο Διαγωνισμός Τραγουδιού της Eurovision 2006, που πραγματοποιήθηκαν αμφότερες στην Αθήνα, βοήθησαν σημαντικά στην τόνωση του τουρισμού στη χώρα ενώ μεγάλης κλίμακας πολιτιστικές υποδομές όπως το Νέο
Μουσείο της Ακρόπολης επίσης συνέβαλαν στην εισροή τουριστών στη χώρα. ΗΘεσσαλονίκη έγινε η πρωτεύουσα της Ευρωπαϊκής Νεολαίας .
Η Ελλάδα έχει μεσογειακό κλίμα κατά μήκος των ακτών και των νησιών της. Στην ενδοχώρα, πολλές περιοχές και πόλεις έχουν ηπειρωτικό κλίμα. Τα καλοκαίρια είναι συνήθως ζεστά και ξηρά. Η Βόρεια Ελλάδα βιώνει κρύους χειμώνες ενώ η νότια Ελλάδα και τα νησιά βιώνουν πιο ήπιους χειμώνες.
Ως μια ανεπτυγμένη χώρα που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό, ηΕλλάδα προσφέρει μεγάλη ποικιλία σε τουριστικές εγκαταστάσεις. Η τουριστικήυποδομή στην Ελλάδα βελτιώθηκε σημαντικά μετά τους Θερινούς Ολυμπιακούς
Αγώνες στην Αθήνα το 2004 και συνεχίζει να επεκτείνεται με πολλά σημαντικά έργα,ιδίως σε περιοχές με λιγότερο μαζικό τουρισμό.
Μερικά δημοφιλή παραθαλάσσια θέρετρα περιλαμβάνουν την Κρήτη, τη Ρόδο, την Κω, την Κέρκυρα, την Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο και τη Σκιάθο που προσελκύουν εκατομμύρια ξένους τουρίστες κάθε χρόνο.
Η Ελλάδα προωθεί τον θρησκευτικό και προσκυνηματικό τουρισμό σε περιοχές με σημαντική ιστορική θρησκευτική παρουσία όπως στα χριστιανικά μοναστήρια στα Μετέωρα και στο Άγιο Όρος.[8]
Το εύκρατο κλίμα της Ελλάδας, το υψηλά εκπαιδευμένο ιατρικό προσωπικό και οι
πρωτοποριακές ιατρικές καινοτομίες συμβάλλουν στην ιατρική ταξιδιωτική βιομηχανία της χώρας.
Η Ελλάδα έγινε τα τελευταία χρόνια προορισμός για τον οικοτουρισμό (ειδικά για την πεζοπορία, την ορειβασία, το κανό και την σπηλαιογραφία).
Ο συνεδριακός τουρισμός, που στοχεύσει στις ακαδημαϊκές, επιχειρηματικές, ή πολιτιστικές αγορές, είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της εθνικής τουριστικής πολιτικής.
Η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να προωθεί τον τουρισμό σε όλες τις εποχές του έτους αλλά και τον χειμερινό τουρισμό στην Ελλάδα, με τους οποίους θα μπορούσαν ίσως να αυξηθούν ακόμα περισσότερο οι διεθνείς αφίξεις.
Η τουριστική κατανάλωση αυξήθηκε σημαντικά μετά την αλλαγή της χιλιετίας, από $17,7 δις το 2000 σε $29,6 δις το 2004. Οι θέσεις εργασίας που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τον τουρισμό ήταν 659.719 και αντιπροσώπευε το 16,5% της συνολικής απασχόλησης της Ελλάδας το 2004.
Η Ελλάδα έλαβε 17,68 δις ευρώ (περίπου 11% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας) μέσω της τουριστικής βιομηχανίας το 2019. Ο τουρισμός στην Ελλάδα είναι υπό την εποπτεία του Εθνικού Οργανισμού Τουρισμού Οι διαφημίσεις που εμφανίζονται στον ιστότοπο του ΕΟΤ επικεντρώνονται στο τρίπτυχο του ήλιου, της άμμου και της θάλασσας. Ωστόσο η τουριστική εκστρατεία υφίσταται μια σημαντική αλλαγή καθώς προωθούνται ο αστικός και ο συνεδριακός τουρισμός, μαζί με τον πολιτιστικό τουρισμό και τον τουρισμό ευεξίας. Η νέα εκστρατεία για τον ελληνικό τουρισμό ευελπιστεί να οδηγήσει σε αύξηση των τουριστικών εσόδων.