Όταν έκανε πρεμιέρα το “Άξιον Εστί”
Σαν σήμερα, 19 Οκτωβρίου 1964, κάνει πρεμιέρα το λαϊκό ορατόριο του Μίκη Θεοδωράκη Άξιον Εστί σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη στο Θέατρο Ρεξ της Αθήνας.
Το « Άξιον Εστί » του Οδυσσέα Ελύτη είναι ένα έργο που σημάδεψε την ιστορία της μουσικής. Πρώτα ολοκληρώνεται και δημοσιεύεται το 1959. Μελοποιείται σε Αθήνα και Παρίσι από την άνοιξη του 1960 έως το Δεκέμβριο του 1963. Η πρώτη του ηχογράφηση αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες, καθώς τα στούντιο δεν είχαν υποδομές να καλύψουν τις ανάγκες μια καλής ηχογράφησης. Το πρόβλημα ,όμως, λύνεται σταδιακά με την βοήθεια της δισκογραφικής εταιρείας «Columbia» και του στούντιο «Άλφα».
Παρόλα αυτά, η μελοποίηση του έργου τεχνικά παραμένει ως ένα βαθμό ατελής. Ο Μίκης Θεοδωράκης πίστευε στην δύναμή του, επομένως, και στην άμεση δημοσίευση του. Δεν είναι τυχαίο ότι έλεγε πάντα : « ο κόσμος δεν ακούει με τα αυτιά του, ακούει με την φαντασία του».
« Άξιον εστί »: Ένα έργο γεμάτο δύναμη και αλήθεια
Το « Άξιον εστί » ως ενιαίο έργο είναι μία κατάθεση ψυχής, προσωπικών βιωμάτων και εικόνων μετουσιωμένα σε ποιητικό λόγο από τον Οδυσσέα Ελύτη. Η συγγραφή του έργου ξεκινά τέλη δεκαετίας του ’40 με αρχές του ’50. Μία χρονική περίοδος «κόκκινο πανί» στο ρου της ελληνικής ιστορίας. Έχει προηγηθεί ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, Κατοχή – Αντίσταση και Εμφύλιος (1946-1949).
Ο Οδυσσέας Ελύτης ήθελε να περιγράψει τα δεινά της εποχής του. Ο ίδιο βρισκόμενος στο Παρίσι της περίοδο συγγραφής του έργου, βίωσε γεγονότα, καταστάσεις και συγκυρίες που αποτέλεσαν εσωτερική αφόρμηση για τον ίδιο να δημιουργήσει το « Άξιον εστί ». Αυτό που ήθελε να περιγράψει είναι οι θυσίες των Ελλήνων για επιβίωση και ο αγώνας του για ηθική και εθνική απελευθέρωση. Ο Ελύτης καταφέρνει να «υπερβεί» πνευματικά τον ίδιο του τον εαυτό και να αφουγκραστεί το πόνο που βίωνε ο Έλληνας συμπατριώτης του.
Το συναισθηματικό αποτέλεσμα του Ελύτη είναι αποτυπωμένο πάνω στους στίχους: «Και φορές τρεις με το μάτι αναμετρώντας το έχει τους,/ λάβανε την απόφαση να βγουν έξω σε δρόμους και σε πλατείες,/ με το μόνο πράγμα που τους είχε απομείνει:/ μία πήχη φωτιά κάτω απ’ τα σίδερα, με τις μαύρες κάνες και τα δόντια του ήλιου.». Τόσο παραστατικά αποτυπώνει το ψυχισμό του συνανθρώπου του ο Ο. Ελύτης στην «Μεγάλη Έξοδο» κομμάτι της δεύτερης ενότητας του « Άξιον Εστί », τα «Πάθη».
Η δυναμική συνεργασία συνεργασία ανάμεσα σε Θεοδωράκη και Ελύτη
Ο Μ. Θεοδωράκης μετά την πρώτη τους συνάντηση με τον Ελύτη στην Αθήνα, βρίσκεται στην Γαλλία. Το « Άξιον Εστί » αποστέλλεται από τον ίδιο το ποιητή στον Θεοδωράκη. Το διαβάζει μανιωδώς και καταπιάνεται άμεσα με τη μελοποίησή του. Ο μεγάλος συνθέτης πιστεύει την δυναμική του έργου και διαπιστώνει πως ο λόγος του Οδυσσέα Ελύτη μπορεί να «γεννήσει» ένα εξαιρετικό μουσικό αποτέλεσμα. Στο μυαλό του Θεοδωράκη κυριαρχούν δύο μουσικά πρότυπα. Από τις βιογραφικές σημειώσεις του παρατηρούμε ότι η μελοποίηση του έργου έχει επιρροές από τον Μπαχ, τις ψαλμωδίες ιερέων, την ανάγνωση Ευαγγελίων και τα τροπάρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Το αποτέλεσμα τελικά τον δικαίωσε. Κατάφερε και τα τρία μέρη του « Άξιον Εστί » ( Η Γένεσις – Τα Πάθη – Άξιον Εστί (Το Δοξαστικόν) ) να έχουν τέλεια αρμονία και μουσική συνέχεια.
Η ηχογράφηση και η πρεμιέρα στο θέατρο REX
Έτσι, το έργο προχωρά, παρά τις όποιες δυσκολίες, για ηχογράφηση και τελειοποιείται το 1964 με τους Γρηγόρη Μπιθικώτση, Μάνο Κατράκη, Θεόδωρο Δημίτριεφ και την χορωδία της Θάλειας Βυζαντίου. Λίγο αργότερα έχουμε την πρώτη πανελλήνια εκτέλεση του στις 19 Οκτωβρίου της ίδια χρονιάς στο κατάμεστο θέατρο REX. Το άγχος και η αγωνία όλων ήταν στο αποκορύφωμα, αφού δεν ήξεραν κατά πόσο θα άρεσε η παρουσίαση του έργου στο κοινό. Ωστόσο, η υποδοχή του ελληνικού κοινού ήταν περισσότερο θερμή από το αναμενόμενο. Το « Άξιον Εστί » είχε κερδίσει τις εντυπώσεις όλων και ο δίσκος ξεκίνησε να γίνεται γρήγορα ανάρπαστος. Ο Μίκης Θεοδωράκης επιβεβαιώνεται για άλλη μια φορά, αφού γνωρίζει το λαϊκό αίσθημα. Ο κόσμος, τελικά, ακούει πολύ περισσότερο με την φαντασία του από ότι με τα αυτιά του.
artic.gr