«Έφυγε» σε ηλικία 88 ετών μετά από πολυήμερη νοσηλεία στο νοσοκομείο «Αττικόν» ο Κώστας Βουτσάς.
Κοσμαγάπητος καλλιτέχνης επί δεκαετίες ολόκληρες, δημοφιλής πρωταγωνιστής της μεγάλης οθόνης. που σφράγισε ανεξίτηλα τους ρόλους που ερμήνευσε, χαρίζοντας άφθονο γέλιο, ηθοποιός με απίστευτο μπρίο και μεγάλες δυνατότητες στον αυτοσχεδιασμό, ευρηματικός ατακαδόρος που άφησε εποχή με τις αξέχαστες κινηματογραφικές ατάκες του – ποιος δεν θυμάται τα αμίμητα «έχω και κότερο, πάμε μια βόλτα;» ή το «Κάτινααα σαλαμάκι…» -, αθεράπευτος λάτρης των γυναικών στο πανί αλλά και στη ζωή. Μα πάνω απ’ όλα εραστής της ίδιας ζωής την οποία φρόντισε να ρουφήξει μέχρι το μεδούλι…
Αυτός ήταν ο Κώστας Βουτσάς, που έφυγε από κοντά μας σήμερα, τα 88 του χρόνια, έχοντας δώσει σκληρή μάχη, επί πολλές μέρες, στη μονάδα εντατικής θεραπείας του νοσοκομείο Αττικόν. Η καρδιά του, αυτή η μεγάλη καρδιά που χωρούσε μέσα της τόση αγάπη, δεν άντεξε. Λύγισε και σταμάτησε να χτυπά ρίχνοντας την αυλαία της ζωής ενός από τους μακροβιότερους, τους πλέον λαοφιλείς και ταλαντούχους ηθοποιούς αυτού του τόπου και σκορπίζοντας τεράστια συγκίνηση στους κόλπους του θεάτρου και του κινηματογράφου, που τόσο πιστά υπηρέτησε, αλλά στους αμέτρητους απλούς ανθρώπους που τον λάτρεψαν μέσα από τους ρόλους του. Γιατί ο Βουτσάς ήταν από τους τελευταίους ζωντανούς θρύλους της χρυσής εποχής του ελληνικού σινεμά και το φευγιό του, σηματοδοτεί, με έναν τρόπο, το τέλος της εποχής της αθωότητας!
Μιας αθωότητας που μάς χάρισε απλόχερα ο ίδιος, όμως, δεν είχε την ευκαιρία να την βιώσει ως παιδί. Γιατί οι συνθήκες κάτω από τις οποίες πέρασε τα πιο τρυφερά χρόνια της ζωής του ήταν δύσκολες, σκληρές. Ούτε καν κανονικό σπίτι δεν είχε η οικογένειά του όταν γεννήθηκε. Ζούσαν σ’ ένα μικρό άδειο μαγαζί, στο Βύρωνα, κι είχαν καλύψει με χαρτιά τη βιτρίνα για να μην τούς βλέπουν. Ο πατέρας δούλευε σκληρά ως οδοποιός, η μητέρα στο σπίτι, τα χρήματα δεν επαρκούσαν ούτε για τα απαραίτητα. Γι΄ αυτόν κι όταν λίγα χρόνια αργότερα μετακόμισαν στη Θεσσαλονίκη όλα τα παιδιά της οικογένειας βγήκαν στο δρόμο, κάνοντας διάφορες δουλειές του ποδαριού για να βοηθήσουν την κατάσταση.
Στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής ο 10χρονος τότε Κώστας γυρνούσε με τις ώρες στους κεντρικούς δρόμους της Θεσσαλονίκης, κρατώντας στα χέρια του ένα κασελάκι με τσιγάρα τα οποία πουλούσε στους περαστικούς. Επειδή όμως τα χρήματα ήταν λίγα και οι ανάγκες πολλές ο πανέξυπνος πιτσιρικάς σκέφτηκε έναν τρόπο να αυξήσει τα έσοδά του. Αντάλλασσε τσιγάρα με τους Άγγλους αιχμαλώτους. Έδινε 100 ελληνικά έναντι πολύ λιγότερων αγγλικών καθώς τα εγχώρια ήταν κακής ποιότητας και φθηνά ενώ πουλώντας τα ξένα έβγαζε πολύ περισσότερα…Η ευστροφία, η αξιοσύνη, το πείσμα, η αποφασιστικότητα τον χαρακτήριζαν από τότε. Δεν το έβαζε κάτω, όσες δυσκολίες κι αν έβρισκε μπροστά του. Φαινόταν πως αυτό το παιδί θα την βρει την άκρη στη ζωή του.
Η αλλαγή ονόματος
Το πραγματικό όνομα του Κώστα Βουτσά ήταν Κώστας Σαββόπουλος. Λίγο πριν μπει επισήμως στον χώρο του θεάτρου και του κινηματογράφου όμως ένας παραγωγός τού εξήγησε ότι έπρεπε να αλλάξει το επίθετό του και τού πρότεινε το Βέσελης. Εκείνος δεν φάνηκε να ικανοποιείται και επέλεξε αντ’ αυτού το παρατσούκλι του παππού του που τον φώναζαν Βουτσά επειδή ήταν βαρελοποιός. Με αυτό το επώνυμο έμελλε να γράψει λαμπρή ιστορία.
Από τους πρώτους ρόλους μέχρι την εκτόξευση
Τούς πρώτους του ρόλους τούς έπαιξε στη Θεσσαλονίκη, σε τοπικές σκηνές της πόλης. Στην Αθήνα ήρθε σε ηλικία 21 ετών. Συμμετείχε αρχικά σε κάποιες παραστάσεις του θεάτρου «Ακροπόλ». Λίγο αργότερα μπήκε στη ζωή του ο κινηματογράφος. Έκανε την παρθενική του εμφάνιση το 1953 στην ταινία «Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται» για να ακολουθήσουν, το 1961, οι συμμετοχές του στις ταινίες της ΦΙΝΟΣ ΦΙΛΜ «Η Αλίκη στο Ναυτικό» του Αλέκου Σακελλάριου και «Ο Σκληρός Άνδρας» του Γιάννη Δαλιανίδη. Ο τελευταία διακρίνει το ταλέντο του και τού εμπιστεύεται έναν απαιτητικό δραματικό ρόλο στην ταινία του «Κατήφορος».
Κάπου εκεί ξεκινά η απογειωτική του πορεία και έρχονται οι μεγάλοι πρωταγωνιστικοί ρόλοι, εκείνοι που τον καθιέρωσαν ως έναν από τους κορυφαίους και πιο δημοφιλείς ηθοποιούς της γενιάς του. Ποιο ρόλο του να πρωτοθυμηθεί κανείς από τις 70 συνολικά ταινίες στις οποίες έπαιξε ; Τον μικροαστό στο «Ανθρωπάκι» που προσπαθούσε να ισορροπήσει μεταξύ γυναίκας και μάνας, τον νιόπαντρο μαμάκια στη «Νύχτα Γάμου», τον ποδοσφαιριστή Μασούρο στο «Μια κυρία στα μπουζούκια», τον ψεύτικο κύριο Ράμογλου στο «Κορίτσια για φίλημα», τον τεμπέλη γιο στη «Χαρτοπαίχτρα», τον Άραβα – γιαλαντζί στον «Ξυπόλητο Πρίγκηπα» ή τον μπουζουκσή Κώστα Πίττουρα στις «Θαλασσιές τις Χάντρες»…;
Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα ο Κώστας Βουτσάς συνεργάστηκε με τα μεγαλύτερα αστέρια του ελληνικού κινηματογράφου, από την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τη Ζωή Λάσκαρη μέχρι τον Νίκο Κούρκουλο και τη Ρένα Βλαχοπούλου. Στο μυαλό και στις καρδιές του περισσότερου κόσμου, ωστόσο, καταγράφηκε ως ιδανικό ζευγάρι με την Μάρθα Καραγιάννη με την οποία συμπρωταγωνίστησε σε έναν μεγάλο αριθμό ταινιών.
Με την παρακμή του ελληνικού κινηματογράφου συνέχισε παίζοντας σε αρκετές βιντεοταινίες των οποίων η ποιότητα μπορεί να μην ήταν καλή οι ερμηνείες του, ωστόσ,ο παρέμεναν χαρακτηριστικές. Ανάμεσά τους και οι «Είναι γάτα ο γιατρός», «Ο ιππότης της λακούβας», «Η ζωή αρχίζει στα 40», « Ο υπαλληλάκος πάει στον παράδεισο» κ.α.
Στο Θέατρο και στην Τηλεόραση
Ο Κώστας Βουτσάς υπηρέτησε με επιτυχία και συνέπεια και το θέατρο παίζοντας ρόλους σε παραστάσεις διαφορετικών ειδών, από πρόζα μέχρι επιθεώρηση και μιούζικαλ. Ο πρώτος του πρωταγωνιστικός θεατρικός ρόλος ήταν το 1969 στο έργο του Τσιφόρου «Αγάπη μου παλιόγρια» το οποίο γυρίστηκε αργότερα και σε ταινία με τον ίδιο και την Ξένια Καλογεροπούλου. Ανάμεσα στις μεγαλύτερες θεατρικές του επιτυχίες συγκαταλέγονται η «Πούπσι», που ανέβασε το 1986 στο θέατρο «Γκλόρια», «Ο Αρχοντοχωριάτης» του Μολιέρου, «Οι Απάνω και οι Κάτω» των Τσιφόρου – Βασιλειάδη, «Η γλυκιά Ούτσι» κ.α. Η τελευταία φορά που πάτησε το θεατρικό σανίδι ήταν στην παράσταση «Η Σταχτοπούτα» που φιλοξενεί τον φετινό χειμώνα το θέατρο «Μπρόντγουαιη».
Άφησε όμως ανεξίτηλη τη σφραγίδα του και στην τηλεόραση συμμετέχοντας, μέχρι προσφάτως, σε κάποιες από τις πιο γνωστές τηλεοπτικές σειρές των τελευταίων 40 χρόνων. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 άφησε εποχή παίζοντας στο κωμικό σίριαλ της ΕΡΤ «Ο Ηρακλής και τα λιοντάρια του» , πρόσθεσε το ιδιαίτερο ερμηνευτικό στίγμα του στον «Γιούγκερμαν», προκάλεσε άφθονο γέλιο με τη συμμετοχή τους στις σύγχρονες σειρές «Το κόκκινο δωμάτιο», «Η Πολυκατοικία», «Επτά θανάσιμες πεθέρες», «Το σόι σου» κ.α.
Οι γυναίκες της ζωής του
Ο Κώστας Βουτσάς είχε μεγάλη αδυναμία στις γυναίκες και αυτό ήταν κάτι το οποίο ο ίδιος δεν έκρυψε ποτέ. Ο έρωτας τον έτρεφε, τον ανανέωνε γι’ αυτό κι εκείνος δεν αντιστεκόταν στα καλέσματά του. Ερωτεύτηκε και τον ερωτεύτηκαν με πάθος, παντρεύτηκε, χώρισε, αρκετές φορές, απέκτησε παιδιά….Το εντυπωσιακό ωστόσο ήταν πώς πάντα φρόντιζε τις πρώην συντρόφους του κι εκείνες μιλούσαν για αυτόν τα καλύτερα λόγια! Πώς τα κατάφερνε;
Ο ίδιος έδινε την παρακάτω χαρακτηριστική απάντηση: «Εγώ με τις γυναίκες ήμουν ο σκλάβος τους. Σκεφτόμουνα πάντα τι να κάνω για να την ευχαριστήσω χωρίς να το ξέρει. Και λέω πως με όλες μου τις γυναίκες είμαι πάρα πολύ αγαπημένος. Και όλες με αγαπάνε, όχι γιατί τις έκανα δώρα, αλλά γιατί τις πρόσεχα και τις θεωρούσα ιερό σημείο στην ζωή μου»
Από τις πρώτες σχέσεις του που έγιναν γνωστές ήταν αυτή με την ηθοποιό Αλέκα Στρατηγού η οποία, ωστόσο, έγινε παρελθόν από τη στιγμή που ο Κώστας Βουτσάς γνώρισε και ερωτεύτηκε παράφορα την πληθωρική Σπεράντζα Βρανά, το καλοκαίρι του 1959, στο Θέατρο Ακροπόλ. Η ίδια είχε εξομολογηθεί στην αυτοβιογραφία της πως αρχικά δεν ήταν ερωτευμένη μαζί του αλλά θέλησε να εκδικηθεί την Στέλλα Στρατηγού επειδή υποψιαζόταν πως φλέρταρε με τον πρώην σύντροφό της. Η σχέση τους λοιπόν ξεκίνησε ως παράνομη αλλά ο Βουτσάς εγκατέλειψε την Στρατηγού και ζήτησε από την Βρανά να τον παντρευτεί. Εκείνη δεν είχε πεισθεί πως την ήθελε πραγματικά και πως δεν την εκμεταλλευόταν για επαγγελματικούς λόγους. Ο έρωτας τους υπήρξε εκρηκτικός, συνοδεύτηκε από μπόλικους καυγάδες και επισφραγίστηκε με αρραβώνα την άνοιξη του ’61. Ούτε η επισημοποίηση όμως έφερε την ηρεμία. Οι σκηνές ζηλοτυπίας συνεχίζονταν ακάθεκτες και από τις δύο πλευρές, χώριζαν συνέχεια και λίγο μετά τα ξανάβρισκαν. Ένα βράδυ μάλιστα, λίγο μετά από έναν ακόμη μεγάλη καυγά, εκείνος πήγε μεθυσμένος έξω από το σπίτι της και την παρακαλούσε να τον δεχθεί πίσω. Οι ίδιες σκηνές επαναλαμβάνονταν επί 4,5 ολόκληρα χρόνια κι ενώ είχαν πλέον αποφασίσει να παντρευτούν η Σπεράντζα τα διάλυσε όλα καθώς δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να εγκαταλείψει το θέατρο όπως απαιτούσε ο αγαπημένος της.
Αμέσως μετά ήρθε στη ζωή του η πανέμορφη χορεύτρια και ηθοποιός Έρρικα Μπρόγιερ που υπήρξε και η πρώτη σύζυγός του. Ο έρωτάς τους ολοκληρώθηκε με τη γέννηση της κόρης τους Σάντρας. Οι δυο τους παρέμεναν αγαπημένοι μέχρι το τέλος. Ακολούθησαν δύο ακόμη γάμοι, με την Θεανώ Παπασπύρου με την οποία απέκτησε δύο ακόμη κόρες, την Θεοδώρα και την Νικολέτα και με το πρώην μοντέλο – ηθοποιό Εύη Καραγιάννη της οποίας τον γιο, επίσης ηθοποιό, Άνθιμο μεγάλωσε σαν δικό του παιδί.
Το 2015 ο Κώστας Βουτσάς ερωτεύτηκε ξανά, μια γυναίκα πολύ νεώτερή του, την ηθοποιό Αλίκη Κατσαβού. Οι δυο τους παντρεύτηκαν το 2016 ενώ λίγους μήνες αργότερα υποδέχτηκαν στη ζωή τους τον μικρό Φοίβο με τον οποίο ο ηθοποιός ήταν πραγματικά ξετρελαμένος. Για χατίρι του εξάλλου, ήθελε να ζήσει όσο το δυνατόν περισσότερα χρόνια, για να τον δει να μεγαλώνει…
Πρώτο Θέμα