Σαν σήμερα το 1944…. Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος: Η ΙΙΙ Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία, μετά από σκληρή μάχη με τους Γερμανούς, εισέρχεται στο Ρίμινι της Ιταλίας και υψώνει την ελληνική σημαία. Η ιστορία σ΄ ένα αναλυτικό ιστορικό κείμενος γραμμένο από στρατιωτικό.
Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΑΧΑΡΑΚΗΣ
Η Ελληνική εποποιία των πολέμων 1940-41 εναντίων των Ιταλών και Γερμανών έληξε στην ηπειρωτική Ελλάδα στις 20 Απριλίου 1941.Οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα στις 27 Απριλίου 1941 ,ενώ στη συνέχεια κατέλαβαν σε συνεργασία με τους Ιταλούς, την υπόλοιπη ηπειρωτική Ελλάδα και μέχρι τις 8 Μαΐου τα νησιά του Αιγαίου και Ιονίου Πελάγους , εκτός από τη Κρήτη .
Η Ελλάδα , παρά το ότι υπέκυψε στρατιωτικά σε δύο ισχυρές Δυνάμεις του άξονα , διατήρησε αμείωτη την απόφαση της να συνεχίσει τον αγώνα. Έτσι ο Βασιλιάς και η Κυβέρνηση και στρατιωτικές δυνάμεις αναχώρησαν για την Κρήτη λίγες μέρες πριν την κατάληψη των Αθηνών. Όμως η δυσμενής εξέλιξη του αγώνα στην Κρήτη ανάγκασαν τη μεταφορά της Ελληνικής Κυβέρνησης στην Αίγυπτο χωρίς αυτό να σήμαινε και την διακοπή κάθε αντίστασης ενάντια στον κατακτητή στο εθνικό έδαφος. Αντίθετα , άρχισε αμέσως να αναπτύσσεται στα βουνά και στις πόλεις της κατεχόμενης Ελλάδας , από οργανωμένες ομάδες πατριωτών , ένα κίνημα εθνικής αντίστασης που με το χρόνο γιγαντώθηκε και συνεχίστηκε σε όλη τη κατοχική περίοδο. Παράλληλα στην Αίγυπτο συγκροτείτε ο Ελληνικός Στρατός Μέσης Ανατολής, Έλληνες αξιωματικοί και οπλίτες με τη δράση τους και τα πολεμικά κατορθώματα τους γράφουν λαμπρές σελίδες στην Ελληνική Ιστορία
Συγκρότηση της ΙΙΙ Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας και μετακίνηση της στο μέτωπο των επιχειρήσεων
Μετά τον σχηματισμό κυβέρνησης Εθνικής ενότητας, με την συμμετοχή όλων των κομμάτων ,με Πρωθυπουργό τον Γ. Παπανδρέου αποφασίστηκε στις 31 Μαΐου 1944 η ανασυγκρότηση των Ελληνικών μονάδων Μέσης Ανατολής(είχαν διαλυθεί μετά τα δυσάρεστα γεγονότα που συνέβησαν μεταξύ Μαρτίου 1943 και Απριλίου 1944).
Έτσι οργανώθηκαν και άρχισαν να εκπαιδεύονται:
Η ΙΙΙ Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία
Το ΙΙΙ Σύνταγμα πεδινού πυροβολικού
Ο Ιερός Λόχος ο οποίος ανεπτύχθη σε Σύνταγμα καταδρομών
Πέντε ειδικά τάγματα
Δύο λόχοι μεταφορών
Το πρώτο 5νθήμερο του Ιουνίου 1944 η ΙΙΙ Ορεινή Ταξιαρχία μεταφέρθηκε από την περιοχή Τομπρούκ στην Ισαρίγια Συρίας , έξω από την Βηρυτό.
Την 9η Ιουνίου 1944 ανατέθηκε στο Συνταγματάρχη (ΠΖ) Τσακαλώτο Θρασύβουλο η Διοίκηση της Ταξιαρχίας .
Την 19η Ιουνίου παραδόθηκε από τους Άγγλους ο οπλισμός της Ταξιαρχίας οπότε και άρχισε εντατικότατη εκπαίδευση στον ορεινό κυρίως πόλεμο στην περιοχή του Λιβάνου.
Την 5η Αυγούστου η Ταξιαρχία με συνολική δύναμη 3.377 άνδρες από τους οποίους οι 205 Αξιωματικοί και 89 Ανθυπασπιστές επιβιβάζεται στη Χάιφα στο Ολλανδικό υπερωκεάνιο «ΡΟΥΪΣ» .
Την 7η Αυγούστου απέπλευσε προς Τάραντα όπου αφίχθηκε την 11η Αυγούστου1944.
Την ίδια ημέρα ο Πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου ανήγγειλε από το ραδιόφωνο το γεγονός στη σκλαβωμένη Ελλάδα και απέστειλε το παρακάτω τηλεγράφημα στη Ταξιαρχία:
«Πάλλονται οι καρδίαι μας στο άγγελμα , ότι η κυανόλευκος κυματίζει στην Ιταλία, έναντι των κοινών εχθρών. Στην πορεία προς την δόξαν και την ελευθερίαν σας συνοδεύουν και αί προσδοκίαι του Έθνους».
Η Ταξιαρχία με την άφιξη της στο Τάραντα τέθηκε υπό τις διαταγές της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας της 8ης Στρατιάς , με Διοικητή Μεραρχίας τον Στρατηγό Φραϋμπερ και στρατοπέδευσε 10 χιλιόμετρα Βόρεια του Τάραντα.
Την 19η Αυγούστου 1944 η Ταξιαρχία άρχισε να μετακινείται από Τάραντα προς Βορρά και αφού διήνυσε 650 χιλιόμετρα μέσα στο Ιταλικό έδαφος μέσω του δρομολογίου Τάραντας – Νικάντρο – Κανόζα – Σερλιόνα – Φότζια – Σπολέτο έφθασε στο Φολίνιο στις 26 Αυγούστου, όπου και στρατοπέδευσε.
Στις 30 Αυγούστου 1944 η Ταξιαρχία μετακινήθηκε στην περιοχή ΤΖΕΣΤ, όπου και στρατοπέδευσε και την 5η Σεπτεμβρίου μεταστάθμευσε στην περιοχή Σάντα Μαρία – Πιετραφίτα και τέθηκε υπό τις Διαταγές της 5ης Καναδικής Μεραρχίας ως εφεδρεία της.
Έτσι η Ταξιαρχία βρίσκεται πλέον απέναντι της περίφημης Γοτθικής Τοποθεσίας, η οποία είχε προπαρασκευασθεί από τους Γερμανούς το Σεπτέμβριο του 1943.
Η ισχυρή αυτή αμυντική τοποθεσία ξεκινούσε νότια του Αρνού Φλωρεντίας και Βόρεια των πόλεων Αρέτσο Άνω Τιβέρεως – Πέργκολας και Αγκούς και αναπτυσσόταν σε μέτωπο 450 χιλιομέτρων. Ήταν ισχυρότατα οργανωμένη με αντιαρματικές τάφρους, εκτεταμένα ναρκοπέδια, χαρακώματα, αμυντικά έργα, κατεχόταν δε από δύο Γερμανικές Στρατιές, τη δεκάτη (X) και δεκάτη τετάρτη (XIV), συνολικής δύναμης 28 Μεραρχιών μεταξύ των οποίων και δύο Ιταλικές, υπό τις Διαταγές του Στρατάρχη Κέσερλινγκ.
Οι αμυνόμενοι Γερμανοί διέθεταν επί πλέον όλμους εξάδυμους επί ειδικών αυτοκινήτων, γεγονός που τους επέτρεπε να συγκεντρώνουν ταχύτατα στα απειλούμενα σημεία 100-200 όλμους να εκτελούν σφοδρότατους βομβαρδισμούς και να απομακρύνονται ταχύτατα προς τα πίσω πριν το πυροβολικό και η συμμαχική Αεροπορία προλάβουν να επέμβουν.
Οι Γερμανοί λόγω της συντριπτικής Συμμαχικής υπεροχής πυροβολικού και αεροπορίας και των τρομακτικών και μεγάλης διάρκειας βομβαρδισμών που πραγματοποιούνταν από τους συμμάχους ,προς αποφυγή απωλειών τους ,είχαν μία αριστοτεχνική κατά πλάτος και βάθος αμυντική διάταξη από μικρονησίδες αντίστασης και φωλεάς πυροβόλων με μεγάλα μεταξύ τους διάκενα βαλλόμενα δραστικά εκατέρωθεν και επιτηρούμενα κατά την νύκτα με περίπολα.
Πυκνά ναρκοπέδια προ της τοποθεσίας συμπλήρωναν την αμυντική ισχύ τους.
Έτσι παρά την μειονεκτικότητα τους σε δύναμη διατηρούσαν αρκετές εφεδρείες για την συμπλήρωση των διάκενων όταν παρίστατο ανάγκη για εκτέλεση αντεπιθέσεως.
Έναντι των Γερμανικών Στρατιών βρίσκονταν η 8η Αγγλική Στρατιά ανατολικά , η 5η Αμερικανική Στρατιά συνολικής δύναμης 20 Μεραρχιών και 8 Ταξιαρχιών (μεταξύ των οποίων και η 3η Ε.Ο.Τ.) υπό τις διαταγές του Στρατάρχη Αλεξάντερ.
Οι συμμαχικές Μεραρχίες υπερτερούσαν των Γερμανικών σε δύναμη ανδρών , σε οπλισμό, σε άρματα Μάχης, Πυροβολικό, και προπαντός Αεροπορία, η οποία κυριαρχούσε στο πεδίο της μάχης και δεν επέτρεπε ιδίως κατά την ημέρα ουδεμία εμφάνιση Γερμανικού αεροπλάνου.
Επιχειρήσεις
Την νύκτα της 8ης προς 9ης Σεπτεμβρίου 1944 η Ταξιαρχία αντικατέστησε την 3η Καναδική Ταξιαρχία και ανέλαβε την ευθύνη της Αμυντικής αποστολής της. Η αντικατάσταση έγινε κάτω από δυσμενείς συνθήκες επειδή 12 Λόχοι της Καναδικής Ταξιαρχίας αντικαταστάθηκαν με 9 Ελληνικούς Λόχους και έτσι παρέμειναν μεγάλα διάκενα μεταξύ των σημείων στηρίγματος, ακόμη από τους 24 αντιαρματικούς πυραύλους που διέθετε η Ταξιαρχία της αφέθησαν μόνον 12. Σταθμός Διοικήσεως της ορίσθηκε η περιοχή Ριτσιόνε.
Την ίδια νύκτα οι Γερμανοί διαπιστώνοντας την αντικατάσταση των Συμμαχικών Δυνάμεων έπειτα από δίωρο προπαρασκευή Πυροβολικού και όλμων επετέθησαν κατά του 3ου Λόχου του 2ου Τάγματος το οποίο είχε Διοικητή τον Ταγματάρχη Τζαννετή
Ο 3ος Λόχος απέκρουσε τους Γερμανούς και προκάλεσε σε αυτούς αρκετές απώλειες αλλά και ο Λόχος είχε τις πρώτες απώλειες, 9 νεκρούς και 21 τραυματίες.
Την νύκτα της 10ης Σεπτεμβρίου 1944 οι Γερμανοί επετέθησαν και πάλι κατά του 2ου Τάγματος που απέκρουσε την επίθεση και πάλι με επιτυχία και είχε απώλειες 2 νεκρούς και 10 τραυματίες ενώ το μεσημέρι της ίδιας ημέρας φονεύθηκε ο Διοικητής της 3ης Μοίρας Ταγματάρχης Στεφανάκης στο παρατηρητήριο του Συντάγματος Πυροβολικού.
Την νύκτα της 11ης-12ης Σεπτεμβρίου 1944 το τάγμα έστειλε περιπόλους προς ακριβή διαπίστωση της εχθρικής τοποθεσίας, επικείμενης της γενικής Επιθέσεως.
Μια περίπολος με δύναμη Διμοιρίας και επικεφαλή τον Υπολοχαγό Κόρκα Ιωάννη έφθασε σε απόσταση ολίγων μέτρων από τα εχθρικά χαρακώματα όπου δέχθηκε πυρά και χειροβομβίδες με αποτέλεσμα τον τραυματισμό του Υπολοχαγού Κόρκα.
Την νύκτα της 13ης Σεπτεμβρίου 1944 νέοι περίπολοι διαπίστωσαν την ισχυρά κατοχή της Γραμμής Σαν Λορέντζο – Μοναλντίνι Μοντιτσέλι όπου δραστήρια οι Γερμανικές δυνάμεις συνέχιζαν την αμυντική τους οργάνωση.
Την 14 προς 15 Σεπτεμβρίου 1944 και ώρα 02:00 άρχισε η γενική επίθεση της Ταξιαρχίας με την υποστήριξη του 3ου Συντάγματος Πεδινού Πυροβολικού και όλμων με τα τρία τάγματα της επί των κατευθύνσεων:
1ο Τάγμα ΜΟΝΤΙΤΣΕΛΙ με Δκτή τον Ταγματάρχη Καραβία Ιωάννη
2ο Τάγμα ΜΟΝΑΛΝΤΙΝΙ με Δκτή τον Ταγματάρχη Τζαννετή Σοφοκλή
3ουΤάγμα ΜΠΑΤΑΡΙΑ με Δκτή τον Ταγματάρχη Λουτεράκη Ανδρέα.
και παρά την πείσμονα Γερμανική αντίσταση κατέλαβαν τους αντικειμενικούς σκοπούς που είχαν καθοριστεί από την 5η Καναδική Μεραρχία.
Από 15ης μέχρι και 19ης Σεπτεμβρίου 1944 η Ταξιαρχία ενισχύθηκε με 16 Αγγλικά άρματα και συνέχισε την προς Βορρά επίθεση της και αφού πέρασε τον ποταμό ΜΑΡΑΝΟ κατέλαβε το ΚΑΖΑΛΕΚΙΟ, το Αεροδρόμιο του ΡΙΜΙΝΙ και το ΜΙΡΑΜΑΡΕ συλλαμβάνουσα γύρω στους 108 Γερμανούς αιχμαλώτους.
Την 19η Σεπτεμβρίου 1944 συνεχίζουσα την επίθεση της κατά της πόλης του ΡΙΜΙΝΙ, καθηλώθηκε την 16:00 ώρα προ της Νότιας παρυφής της πόλης ισχυρά οργανωμένης με την παρακάτω διάταξη:
2ο Τάγμα δεξιά μέχρι την παραλία
3ο Τάγμα αριστερά εν συνδυασμό με την 3η Καναδική Ταξιαρχία
Το 1ο Τάγμα παρέμεινε εφεδρεία της Ταξιαρχίας
Σταθμός Δ/σεως Ταξιαρχίας ΜΙΡΑΜΑΡΕ
Το 2ο Τάγμα συνεχίζοντας τάχιστα την κίνησή του έφθασε στη Βόρεια παρυφή της πόλης στο ποταμό ΜΑΡΕΚΙΑ που δεν μπόρεσε όμως να τον περάσει λόγω καταστροφής των γεφυρών από τους Γερμανών και εξαιτίας των πυκνών πυρών που δέχονταν από την απέναντι οχυρωμένη όχθη, έτσι δεν κατόρθωσε να προχωρήσει Βορειότερα.
Την 20η Σεπτεμβρίου 1944 συνεχίσθηκε η επίθεση με την ίδια διάταξη και την 18:00 ώρα, καταλήφθηκε η Νότια παρυφή της πόλης του ΡΙΜΙΝΙ.
Ο Διοικητής της Ταξιαρχίας Συνταγματάρχης Τσακαλώτος διέταξε να εκτελούνται όλη την διάρκεια της νύκτας πυκνοί περίπολοι ώστε να τηρήσουν στενή επαφή με τον εχθρό για να διαπιστώσουν έγκαιρα τυχόν σύμπτυξη των Γερμανών και σε καταφατική περίπτωση να προωθηθούν τάχιστα προς το Κέντρο της πόλης του ΡΙΜΙΝΙ.
Την 21η Σεπτεμβρίου 1944 το 2ο Τάγμα με το πρώτο φως την 06.45 ώρα έφθασε στο ποταμό ΑΟΥΖΑ στο κέντρο της πόλης και εξουδετέρωσε τοπικές νησίδες αντίστασης που είχαν αφήσει οι Γερμανοί για παραπλάνηση και επιβράδυνση της υποχώρησης τους.
Από τη θέση αυτή το Τάγμα ανέφερε την κατάσταση στην Ταξιαρχία και ο Διοικητής της Ταξιαρχίας διέταξε αμέσως το 3ο Τάγμα να προωθηθεί στο κέντρο της πόλης.
Αμέσως το 3ο Τάγμα προωθείτε προς το κέντρο της πόλης από τη δυτική παρυφή που βρίσκονταν και κατέλαβε το δυτικό τμήμα της.
Την 07.45 ώρα ο Δήμαρχος της πόλεως παρέδωσε την πόλη του ΡΙΜΙΝΙ στο 3ο Τάγμα με επίσημο πρωτόκολλο που συντάχθηκε στα Ελληνικά , Ιταλικά και Αγγλικά και έχει όπως παρακάτω:
«Εν Σάντα Μαρία σήμερον την 21ην Σεπτεμβρίου 1944 και ώραν 7.30 η κάτωθι επιτροπή αποτελούμενη εκ των Μπορτόνι Γκομπέριο ως Προέδρου, Μπορτόνι Ρομίλο και Ντέλ Πράτο Μπάντζιο ως μελών, απάντων μελών του αντιφασιστικού κόμματος απελευθερώσεως της Πόλεως, παρουσιασθέντες εις τάς προπορευομένας δυνάμεις ήτοι εις τον Δ/την 3ου Λόχου 3ου Τάγ/τος Λοχαγόν Αποστολάκην Νικόλαον παραδίδομεν την πόλιν του Ρίμινι άνευ όρων εις τάς Ελληνικάς Δυνάμεις. Επαφίεται εν λευκώ η τήρησις της τάξεως και η προστασία του πληθυσμού.
Εφ’ ω συνετάγη το παρόν εις την Ελληνικήν, Ιταλικήν και Αγγλικήν και υπογράφεται ως έπεται».
Οι παραδίδοντες Ο παραλαβών
Μπορτόνι Γκομπέριο Νικόλαος Αποστολάκης
Μπορτόνι Ρομίλο Λοχαγός
Ντέλ Πράτο Μπάντζιο
Έτσι από την 09:00 ώρα της 21ης Σεπτεμβρίου 1944 η Ελληνική σημαία κυματίζει στο Δημαρχείο και ολόκληρη η πόλη του ΡΙΜΙΝΙ βρίσκεται στα χέρια της ΙΙΙης Ελληνικής Ταξιαρχίας. Την 18.00ώρα της ίδιας ημέρας στη πλατεία της πόλης του ΡΙΜΙΝΙ έγινε επίσημη τελετή και αποδόθηκαν τιμές στις πολεμικές σημαίες των 3 ταγμάτων της Ταξιαρχίας καθώς και στις σημαίες της Μεγάλης Βρετανίας και του Καναδά.
Την 23η Σεπτεμβρίου 1944 λέχθηκε στη Ταξιαρχία ότι θα παρέμενε για ανάπαυση και συμπλήρωση των κενών της σε άνδρες (84 νεκροί και 204 τραυματίες) και υλικά από το Έμπεδο που βρισκόταν στο Τάραντα ,όμως την 26η Σεπτεμβρίου έλαβε διαταγή από τη 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία , το εφεδρικό τάγμα της να αντικαταστήσει άμεσα με νυκτερινή επιχείρηση το 25ο Νεοζηλανδικό Τάγμα που είχε καθηλωθεί μπροστά στον Ποταμό ΡΟΥΒΙΚΩΝΑ και σε περίπτωση αδυναμίας να συνεχίσει τη μάχη επειδή ενδεχόμενα να δημιουργούταν θύλακας στο μέτωπο με άγνωστες συνέπειες της έκβασης των Συμμαχικών Επιχειρήσεων.
Την 27 Σεπτεμβρίου 1944 το 1ο Τάγμα αφού αντικατέστησε το 25ο Νεοζηλανδικό Τάγμα που είχε καθηλωθεί μπροστά στον ιστορικό ποταμό Ρουβίκωνα από την κατεστραμμένη γέφυρα αλλά και τα υπάρχοντα οχυρωματικά έργα της απέναντι όχθης, την 06.30 ώρα επιτέθηκε και μετά από σκληρή μάχη ανάγκασε τους Γερμανούς να υποχωρήσουν, πέρασε αιφνιδιαστικά τον ποταμό Ρουβίκωνα και προήλασε 8 χιλιόμετρα Βόρεια του ποταμού, κατέλαβε την πόλη Μπελάρια στο τέλος της ημέρας, όπου και καθηλώθηκε από τα σφοδρά πυρά ανασχέσεως πυροβολικού και όλμων.
Το πέρασμα του Ρουβίκωνα πρόσθεσε νέο φόρο αίματος στο Ελληνικό 1ο Τάγμα, 1 Αξκός νεκρός , 4 οπλίτες και 39 τραυματίες.
Την 28η Σεπτεμβρίου 1944 ο Τσόρτσιλ από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό του Λονδίνου ανακοίνωσε «Τάγμα Ελληνικό διάβηκε τον Ρουβίκωνα ποταμό και κατεδίωξε τον εχθρό σε βάθος 8 χιλιομέτρων».
Ήταν ένα πολεμικό κατόρθωμα που δεν μπόρεσαν τα άλλα Συμμαχικά Στρατεύματα να επιτύχουν και αυτό προκάλεσε τον θαυμασμό των Συμμαχικών Στρατηγείων που ανησυχούσαν για την έκβαση των Επιχειρήσεων του μετώπου που ενδεχόμενα να αναβάλλονταν σε περίπτωση αποτυχίας οι παραπέρα επιχειρήσεις του Καναδικού Σώματος Στρατού.
Η ΙΙΙη Ελληνική Ταξιαρχία με την κατάληψη της πόλης του ΡΙΜΙΝΙ και τη διάβαση του ποταμού ΡΟΥΒΙΚΩΝΑ μετέφερε την Ελληνική δόξα του Ελ Αλαμέιν ,της Τύνιδας και του Αιγαίου στο Ιταλικό Μέτωπο γράφοντας νέες σελίδες δόξας στην πολεμική Ιστορία του Έθνους μας κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Την 2 Οκτωβρίου 1944 το 2ο Ελληνικό Τάγμα της Ταξιαρχίας αντικατέστησε το 28 Νεοζηλανδικό Τάγμα που αποτελούνταν από οπλίτες Μαορί , το δε 3ο Τάγμα με νέο Διοικητή (Τχη Τσουβάραν Στυλιανόν) το 1ον Ελληνικό Τάγμα στη Μπελάρια που τέθηκε σε εφεδρεία για ανάπαυση και συμπλήρωση των απωλειών που είχε κατά τον 10ημέρο αγώνα που ήταν 16 νεκροί και 36 τραυματίες.
Έτσι τώρα η Ταξιαρχία κατέχει με 2 Ταγμάτα σε γραμμή τον παραλιακό τομέα της 2ας Νεοζηλανδικής Μεραρχίας.
Την 13η Οκτωβρίου 1944 και 18:30 ώρα έφθασε η μεγάλη είδηση της απελευθέρωσης της Αθήνας από τα Γερμανικά Στρατεύματα Κατοχής , τότε ο Διοικητής της Ταξιαρχίας έστειλε το παρακάτω σήμα στους τους Αξιωματικούς και οπλίτες:
«Συμπολεμιστές σηκώσατε την καρδιά σας και ευχαριστήσατε τον Θεό. Η Αθήνα ελευθερώθηκε. Ζήτω η Ελεύθερη Ελλάς».
Ταυτόχρονα διέταξε το πυροβολικό της Ταξιαρχίας όπως γνωρίσει στους Γερμανούς την χαρμόσυνο είδηση βάλλοντας κατά των κεφαλών τους με 21 βολές και ζήτησε την έγκριση του Αγγλικού Σώματος Στρατού, όπως ολόκληρο το πυροβολικό του Σώματος βάλει 500 βλήματα κατά των Γερμανικών θέσεων δια τον εορτασμό του ιστορικού τούτου γεγονότος.
Το αίτημα του Σχη Τσακαλώτου ικανοποιήθηκε και ο ίδιος στο ημερολόγιο του σημειώνει:
« Φρενίτις ενθουσιασμού, κλάμα, αλλά και νοσταλγία κατέλαβε τους πάντες και όλοι Αξκοί και οπλίτες ευρίσκοντο νοερός εις την πατρίδα και δεν έβλεπαν την ώρα της επανόδου. Η νοσταλγία αυξάνετο καθημερινά και άρχισα να ανησυχώ μήπως χάσουν οι άνδρες την μαχητικότητά τους αφού επικρατούσε η μοναδική συζήτηση πότε θα επιστρέψουμε».
Στην παραπάνω αμυντική τοποθεσία η Ταξιαρχία παρέμεινε μέχρι 16 Οκτωβρίου 1944 οπότε άρχισε η αντικατάστασή της από το 28ο Αγγλικό Σύνταγμα Λογχοφόρων προκειμένου να αρχίσει η επάνοδός της στην Ελλάδα .
Οι σκληροί πολεμικοί αγώνες επί 44 ημέρες της Ταξιαρχίας στο Ιταλικό έδαφος είχαν ως αντίτιμο τη θυσία 146 νεκρών Αξκών και οπλιτών και τον τραυματισμό 310 μαχητών.
Τα οστά των 146 νεκρών Ηρώων Πολεμιστών της Ταξιαρχίας αναπαύονται στο Ελληνικό Κοιμητήριο της ΡΙΤΣΙΟΝΕ.
Την 6 – 7η Νοεμβρίου 1944 η ταξιαρχία επιβιβάστηκε στο Ατμόπλοιο «Αλκαντάρα» στο λιμένα του Τάραντα και με τη συνοδεία του Αντιτορπιλικού «Πίνδος» επιστρέψε στην Ελλάδα .
Βιβλιογραφία
1. Ομιλία Υποστρατήγου Ευστράτιου Χωραφά στο Ρίμινι, Σεπτέμβριος 2001
2. “Ταξιαρχία Ελ Αλαμέιν” του Αντιστρατήγου Σοφοκλή Τζαννετή , εκδόσεις Αλκαίος,Αθήνα,1977
3. “Ρίμινι” του Θ.Γ.Παπαμανώλη, εκδόσεις Ικάρου,Αθήνα ,1945
4. Ο Ελληνικός Στρατός στη Μέση Ανατολή(1941-1945), Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού