Το 2018 συμπληρώθηκαν 152 χρόνια από τη θυσία των Ελλήνων στη Μονή Αρκαδίου. Στη θυσία αυτή συμπυκνώνεται το μεγαλείο του έπους της Κρητικής Επαναστάσεως. Εκείνη την ημέρα του 1866 ο ηγούμενος της Μονής Γαβριήλ, υπερασπιστές της Μονής και γυναικόπαιδα, με την ανατίναξη της μπαρουταποθήκης της θυσίασαν τη ζωή τους για την απελευθέρωση της Κρήτης από τον απάνθρωπο τουρκικό ζυγό και την ένωσή της με τη Μητέρα Ελλάδα.
Η Εκκλησία ήταν πρωτοπόρος στη θυσία και σκαπανέας της Ένωσης της Κρήτης με τη Μητέρα Ελλάδα.
Ο Αγώνας των Ελλήνων στην Κρήτη είχε αρχίσει λίγους μήνες πριν. Κέντρο της Επανάστασής τους ήταν η Μονή Αρκαδίου. Εκεί ήταν το κρησφύγετο της Επαναστατικής Επιτροπής και αγωνιστών. Εκεί είχαν βρει καταφύγιο και γυναικόπαιδα, κυνηγημένα από τους Τούρκους.
Ο Οθωμανός διοικητής της Μεγαλονήσου, Μουσταφά πασάς, έστειλε μήνυμα στον ηγούμενο Γαβριήλ, πως αν δεν τους διώξει θα τινάξει το μοναστήρι στον αέρα. Ο ηγούμενος Γαβριήλ, η Επιτροπή και οι αγωνιστές αποφάσισαν να μείνουν στη Μονή και να φύγουν τα γυναικόπαιδα.
Οι άντρες υποχώρησαν μπρος στην αποφασιστικότητα των γυναικών. Αποφάσισαν όλοι τους να αμυνθούν μέχρις εσχάτων, γιατί, όπως διαμήνυσαν στον Πασά, ο όρκος που έδωσαν ήταν «Ένωση με την Ελλάδα ή θάνατος».
Αρχές Νοεμβρίου του 1866 δέκα χιλιάδες Οθωμανοί στρατιώτες, με τη συνοδεία κανονιών, πολιόρκησαν τη Μονή. Μέσα σ’ αυτήν βρίσκονταν 964 Έλληνες, από τους οποίους 325 πολεμιστές και οι άλλοι γυναικόπαιδα. Στην πολιορκία οι Έλληνες πολέμησαν με άφθαστο ηρωισμό. Κοντά τους αγωνίστηκαν οι γυναίκες και τα παιδιά. Όσες μπορούσαν, κρατούσαν όπλα. Οι υπόλοιπες και τα παιδιά βοηθούσαν γεμίζοντας τα όπλα και κουβαλώντας φυσίγγια, μπαρούτι, νερό και τρόφιμα. Η λαϊκή μούσα απαθανάτισε τη στάση των γυναικόπαιδων: «…μ’ ήρθεν η γ’ ώρα του Θεού, κι οι άντρες πολεμούσι, γυναίκες, κόρες και παιδιά φυσέκια κουβαλούσι…».
Στις 8 Νοεμβρίου του 1866 οι Οθωμανοί τοποθέτησαν κανόνι απέναντι από την πύλη της Μονής, και την ανατίναξαν. Η μάχη συνεχίστηκε σώμα με σώμα στην αυλή της.
Οι περισσότεροι ήρωες υπερασπιστές έπεσαν μπρος στους πολυπληθείς εχθρούς. Τα γυναικόπαιδα μαζεύτηκαν στο λαγούμι, γύρω από τον ηγούμενο Γαβριήλ. Ο αγωνιστής Γιαμπουδάκης με την κουμπούρα του γεμάτη και στραμμένη στο μπαρούτι κάνει μια τελευταία ερώτηση στα γυναικόπαιδα: «Θέλουμε να παραδοθούμε στους Οθωμανούς ή να πεθάνουμε;». Ο ηγούμενος με το βλέμμα του γεμάτο πόνο, αγάπη και στοργή, τα διαβεβαίωσε πως όλοι μαζί θα βρεθούν κοντά στον Χριστό. Αυτά τότε αποφασιστικά φώναξαν «Φωτιά καλύτερα». Η κουμπούρα άδειασε και το μοναστήρι, με τους δικούς και τους εχθρούς, τινάχθηκε στον αέρα.
Η θυσία των Ελλήνων στο Αρκάδι για την ελευθερία τους είχε παγκόσμιο αντίκτυπο.
Το όνομα της Μονής και του ηγουμένου της Γαβριήλ συνδέθηκε με το Μεσολόγγι και την Κιάφα, που επίσης κληρικοί ήσαν οι πρώτοι στη θυσία, δείχνοντας την ταυτότητα αντιλήψεων και αξιών του όπου γης Ελληνισμού. Επιπλέον το Αρκάδι έγινε σύμβολο των κοινών αγώνων των Κρητών με όλους τους άλλους Έλληνες. Σημειώνεται ότι Έλληνες εθελοντές, από διάφορα μέρη, αγωνίστηκαν μαζί με τους Κρήτες κατά του τουρκικού ζυγού και Κρητικοί πολέμησαν με γενναιότητα στον Μακεδονικό Αγώνα, στους Βαλκανικούς πολέμους και στη Μικρασιατική Εκστρατεία.
Η προτομή του αγωνιστή Κώστα Γιαμπουδάκη
Στις 21 Αυγούστου 1866, όταν η Επαναστατική Συνέλευση κάλεσε τον λαό της Κρήτης να πάρει τα όπλα κατά του οθωμανικού ζυγού στη σχετική προκήρυξή της έγραψε: «Εμμένοντες καρτερικώς εις τον όρκον ημών του 1821, εμπνεόμενοι από το εθνικόν αίσθημα του ελληνικού μεγαλείου και της εθνικής ενότητος και έμπλεοι ελπίδος εκ του δικαίου του αγώνος ημών, απορρίπτομεν πάσαν προσφοράν και θαρραλέως διακηρύττομεν ενώπιον Θεού και ανθρώπων ως τον μόνον ομόθυμον και διαρκή πόθον ημών την Ένωσιν μετά της Μητρός Ελλάδος. Καθικετεύοντες τον Παντοδύναμον… να ευλογή τα όπλα ημών διά πληρεστάτης επιτυχίας».
Η Κρήτη ενσωματώθηκε επίσημα στην υπόλοιπη ελεύθερη Ελλάδα την 1η Δεκεμβρίου 1913. Έτσι δικαιώθηκαν οι επί πολλούς αιώνες αγώνες και θυσίες των Κρητών έναντι αδυσώπητων κατακτητών.
Γιώργος Ν. Παπαθανασόπουλος,
δημοσιογράφος-συγγραφέας.