Γράφει ο π. Ηλίας Μάκος
Στην Ελλάδα ο Δεκαπενταύγουστος, η Κοίμηση της Θεοτόκου, ήταν, είναι και θα είναι μια μεγάλη εορτή.
Οι Ορθόδοξοι Έλληνες τιμούμε και υμνούμε με όλη τη δύναμη της ψυχής μας την Παναγία Μητέρα και την αισθανόμαστε να ικετεύει διαρκώς και ακατάπαυστα τον Χριστό για την επίγεια ευτυχία μας και την αιώνια σωτηρία μας.
Μπορεί φέτος, λόγω του κορωνοϊού, ο εορτασμός να περιοριστεί στις λατρευτικές εκδηλώσεις, και αυτές με περιοριστικά μέτρα, ωστόσο, από τη μια άκρη έως την άλλη άκρη της Ελλάδας υπάρχει ένας πλούτος από ήθη και έθιμα την ημέρα αυτή. Κάποια από αυτά σώζονται, κάποια λησμονήθηκαν.
Παλαιότερα οι άνθρωποι άφηναν τις αγροτικές και κτηνοτροφικές δουλειές τους και εκκλησιάζονταν οπωσδήποτε το Δεκαπενταύγουστο.
Φορούσαν τα καλά τους ρούχα οι άντρες, καθαρά και σιδερωμένα (και ας ήταν μπαλωμένα μερικές φορές) και τις παραδοσιακές φορεσιές τους οι γυναίκες και πήγαιναν στο ναό ή το ξωκκλήσι. Όχι την τελευταία στιγμή, αλλά από τον Όρθρο σχεδόν.
Όχι μόνο ασπάζονταν, αλλά και γονάτιζαν μπροστά στην εικόνα της Παναγίας δείχνοντας τη μεγάλη ευγνωμοσύνη τους προς Εκείνη.
Τα παιδιά, προπαντός δεν απουσίαζαν, και στη λιτανεία, που ακολουθούσε, κρατούσαν την εικόνα της Παναγιάς.
Έπαιρναν και φαγητά μαζί τους οι οικογένειες, γιατί στο προαύλιο της εκκλησιάς ακολουθούσε συνήθως γλέντι. Σε ορισμένα χωριά μερικοί νοικοκυραίοι προσέφεραν το φαγητό για όλους.
Όλοι αγαπημένοι και αδελφωμένοι έσερναν το χορό. Φρόντιζαν και οι ξενητεμένοι οπωσδήποτε να είναι στον τόπο τους τον Δεκαπενταύγουστο κοντά στους δικούς τους ανθρώπους.
Σε πολλές περιοχές το πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου γινόταν σε δύο στάδια. Ο χορός το πρωί μετά από τη λειτουργία και ο μεγάλος χορός το απόγευμα. Και στον πρώτο και στο δεύτερο χορό υπήρχαν μουσικά όργανα. Σύμφωνα με το έθιμο ο πρωινός χορός ήταν μόνο για τους ντόπιους.
Ο απογευματινός- βραδινός χορός ήταν τελείως διαφορετικός. Σιγά σιγά διαμορφώνονταν ένα μικρό ημικύκλιο και κατόπιν ένας μεγάλος ανοιχτός κύκλος από άνδρες και γυναίκες. Ήταν πιασμένοι από τους αγκώνες (αγκαζέ). Μετά από τους άνδρες ακολούθησαν οι γυναίκες με σειρά ηλικίας και γάμου. Αυτός ο κύκλος βαθμηδόν μεγάλωνε ακόμα περισσότερο.
Τα πολύ παλαιά χρόνια, σύμφωνα με διασωθείσες μαρτυρίες, οι ανύπαντρες κοπέλες, οι οποίες ακόμα δεν είχαν φορέσει τα νυφιάτικα σεγκούνια, δεν συμμετείχαν στο χορό του Δεκαπενταυγούστου, ο οποίος συμβόλιζε την ευγονία των παντρεμένων.
Από τα παλαιότερα θρησκευτικά έθιμα διασὠζονται μέχρι τις ημέρες μας η περιφορά από μοναχούς του Επιταφίου της Παναγιάς στα σοκάκια της Πάτμου. Το έθιμο των καβαλάρηδων, που με τα στολισμένα άλογά τους και κατευθύνονται προς το μοναστήρι του Μικροκάστρου Σιατίστης.. Η παράδοση με τα φιδάκια, που εμφανίζονται κάθε Δεκαπενταύγουστο στην Παναγιά Φιδούσα, στο Μαρκόπουλο της Κεφαλονιάς.
Σύμφωνα με το θρύλο, κάποτε πειρατές απείλησαν την μονή της Παναγίας της Λαγκουβάρδας, που σήμερα φιλοξενεί γυναικεία αδελφότητα. Μετά τις προσευχές των μοναχών, φίδια κύκλωσαν το μοναστήρι, απομακρύνοντας τον κίνδυνο! Αυτή ήταν η αρχή των θαυμάτων και η εικόνα του Μοναστηριού, όπως και όλο το Μοναστήρι, ονομάστηκε Παναγία Φιδούσα.
Το θαύμα επαναλαμβάνεται από τότε μια φορά το χρόνο. Θεωρείται μάλιστα κακό σημάδι να μην εμφανιστούν τα φιδάκια κάποια χρονιά (σύμφωνα με μαρτυρίες αυτό δεν συνέβη το 1940 και το 1953, που έγιναν οι καταστροφικοί σεισμοί στην Κεφαλονιά).
Σε εκατοντάδες ανέρχονται οι ναοί πόλεων, χωριών και γραφικών εξοχών, που είναι αφιερωμένοι στην Κοίμηση της Παναγίας.
Είναι η λαοφιλέστερη εορτή της καλοκαιρινής περιόδου, αφού πιστοί πλημμυρίζουν τους ναούς και άλλοι ταξιδεύουν για να φτάσουν σε τοπικές θρησκευτικές πανηγύρεις, των οποίων τα πρωτεία, χωρίς να υστερεί καμιά, κατέχει το ιερό νησί Τήνος, με τη θαυματουργή εικόνα της Θεομήτορος.
Όλες οι γενιές των Ελλήνων γαλουχήθηκαν και δεν διαψεύστηκαν με την πίστη ότι η Παναγία έρχεται προστάτης και βοηθός, οδηγήτρια και παρήγορος άγγελος σε όλες τις περιστάσεις της ζωής μας.
Γιατί είναι μητέρα μας. Είναι η στοργική μητέρα όλων των Χριστιανών, που την αγαπούν, την σέβονται και την επικαλούνται.
Και γεμίζει ελπίδα η ψυχή μας, όταν σκεφτούμε την Κεχαριτωμένη και Ευλογημένη, που στο άδυτο της ψυχής της ανθεί μυροβόλος ο κήπος των χαρίτων, με όλα τα άνθη της αρετής και της αγιότητας.
Είναι πολεμικός νόμος, λέει ο ποιητής, να σέρνει ο νικητής τους νικημένους. Και η Παναγία, πολύ αγαπητή ύπαρξη στον κόσμο ολόκληρο, μας “σαίρνει” νικημένους από την αγάπη της.
Γι’ αυτό κάθε χρόνο, που εορτάζεται η Κοίμησή της, η ελληνική γη δεν στέλνει στο θρόνο της Παναγίας του πένθους τα δάκρυα. Αναπέμπει τα θυμιάματα της ευχαριστίας και τα δοξαστικά των προσευχών.
Ρομφαία