Ώστε «κωλοδεξιοί», φίλε Νίκο;
Άρθρο του Θάνου Οικονομόπουλου(*)
Τον Νίκο Ξυδάκη, τον ξέρω πολλά χρόνια. Περάσαμε ατέλειωτες ώρες στην «Καθημερινή», ανταλλάσσοντας σκέψεις, ιδέες, σχόλια για τα τρέχοντα πολιτικά, φιλοσοφικές, λογοτεχνικές, αισθητικές ανησυχίες και προσεγγίσεις.
Δεν συμφωνούσαμε πάντα, αλλά χαιρόμουν τις κουβέντες μας, τον ήπιο, καλλιεργημένο λόγο του (που μετέφερε τόσο τρυφερά και διεισδυτικά, στοιχειοθετημένα και με μεγάλο στυλ στα κείμενά του…), την ευγένειά και την ανατροφή του.
Προβληματίστηκα πολύ αν κάνω καλά που σχολιάζω δημόσια έναν παλιό συνάδελφο και φίλο για κάποιο λάθος, «φάλτσο» του. Το αποφεύγω, κι’ αν νομίσω ότι η γνώμη μου θα τον βοηθήσει, συνήθως την μεταφέρω προσωπικά όχι δημόσια. Με τον Νίκο Ξυδάκη, επέλεξα τούτο τον δρόμο επειδή ακριβώς τιμώ τον Νίκο πού ήξερα, και δεν αναγνωρίζω στην δημόσια περσόνα που έχει επιλέξει εδώ και χρόνια να υποδύεται. Με τόσο πάθος του νεοφώτιστου ζηλωτή, που εντέλει την υιοθέτησε, την αφομοίωσε, την λάτρεψε και την απολαμβάνει…
Πολλές φορές, του διάβαζα τα σχόλια μου στον «Ανεμοδείκτη», ζητώντας την γνώμη του πριν δημοσιευθούν. Συχνά μου έλεγε ότι διαφωνεί «αλλά αυτή είναι η γνώμη σου και την σέβομαι-και είναι ευπρεπώς διατυπωμένη, αν και σκληρή κατ’ εμέ…», άλλοτε επέμενε να απαλείψω τυχόν ακραίες εκφράσεις μου και απαξιωτικές αναφορές. Αυτόν τον Ξυδάκη γνώρισα, εκτίμησα, έκανα φίλο μου.
Την περσόνα στην οποία εξελίχθηκε από τότε που αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική (πιστεύω σήμερα ότι αποζητούσε μεγαλύτερη και ευρύτερη αναγνώριση από εκείνη που είχε κατακτήσει ως άνθρωπος των γραμμάτων…), δεν την γνωρίζω, δεν την αποδέχομαι σε βαθμό που αναρωτιέμαι μπας και ο Νίκος έχει δίδυμο αδελφό ή κάποιον και παίζει την φαρσοκωμωδία της ζωής του…
Είχαμε συναντηθεί σε κάποιο καφέ της Βαλαωρίτου (ήταν τότε βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, όχι πλέον υπουργός) και με το θάρρος και την εκτίμηση που έτρεφα γι αυτόν, του έκανα ένα σχόλιο για κάποια επίκαιρη απόφαση της κυβέρνησης. Η αντίδρασή του, με ξάφνιασε και με απογοήτευσε. Είχα μπροστά μου και κουβέντιαζα μ’ έναν «επαγγελματία» κομματικό πολιτικό και βουλευτή, με ξύλινη γλώσσα, απόλυτα προβλεπτή προσέγγιση (αυτό που στην πιάτσα λέμε «κομματική κασέτα»), ύφος προκλητικό και αλαζονικό, αγοραία και ευτελή επιχειρήματα του τύπου «έλα τώρα μωρέ, οι άλλοι τα έκαναν καλύτερα;» Ένα τύπο που ο Ξυδάκης που γνώριζα και εκτιμούσα, ο κοσμοπολίτης και ήρεμος στοχαστής και γραφιάς, θα περιφρονούσε. Με αστική ευγένεια, βέβαια, αλλά πάντως θα περιφρονούσε…
Πέρασε καιρός, το επεισόδιο το είχα αποδιώξει στο υποσυνείδητό μου για να μην με στενοχωρεί, όταν ξανασυναντηθήκαμε τυχαία σε ένα ταβερνάκι. Ήταν ακόμη βουλευτής. Σηκώθηκε πήγα στο τραπέζι του (ήταν με τον κ. Δρίτσα, αν θυμάμαι καλά) και με φιλικό ύφος του σχολίασα πάλι μια επίκαιρη, κείνης της μέρας, «πατάτα» της κυβέρνησης, ζητώντας (τους) να μου την αιτιολογήσουν. Ο κ. Δρίτσας, χαμογέλασε. Ο Νίκος Ξυδάκης… βρόντηξε και άστραψε. Με αποπήρε (με έντονη φωνή και αγνώριστη γλώσσα…), με κατηγόρησε περίπου ως κολαούζο της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης, ότι «περιφέρω την επιχειρηματολογία και την κριτική των νεοφιλελεύθερων συντηρητικών κύκλων…» και δεν θυμάμαι τι άλλο. Καληνύχτισα την παρέα του, και κεραυνοβολημένος γύρισα στο τραπέζι με την δική μου. Έκτοτε, αδιαφορία και σιωπή…
Αυτό το τελευταίο όμως «ξέσπασμα-διακήρυξη πίστεως», αυτό το πάθος που παραπέμπει σε Γενίτσαρο, με το «κωλοδεξιοί» (και μάλιστα με σύνδεση της δεξιάς της… δεκαετίας του ’60!), σε συνδυασμό με την ανιστόρητη, λάθος, και… αντίθετη με τον σκληρό πυρήνα της αριστεράς!) άποψή του ότι «τον πραγματικό φιλελευθερισμό τον εκφράζει και τον επιδιώκει η αριστερά!» με ξεπέρασε…
Ρωτώ, λοιπόν, το λόγιο, σοβαρό, με τεκμηριωμένο λόγο και συγκροτημένη άποψη Νίκο Ξυδάκη που γνώρισα, εκτίμησα και θεώρησα φίλο μου, τον αριστερό αλλά με ανεξάρτητη σκέψη και το θάρρος της ανεξάρτητης γνώμης του, τον σεβασμό του στην αλήθεια, να μου πει ποιος είναι αυτός που καπηλεύεται… το παρελθόν του!
Αν συμφωνεί μ’ αυτού του είδους την πολιτική αντιπαράθεση ενός κόμματος, που φιλοδοξεί (αυτό διακινεί, τουλάχιστον…) να ξανακυβερνήσει και να εκπροσωπήσει την «προοδευτική παράταξη, αν είναι νοητό και αποδεκτό το κόμμα που ως κυβέρνηση επιχείρησε να φιμώσει και να ελέγξει τα ΜΜΕ με καθεστωτικές μεθοδεύσεις και συνωμοσίες, το κόμμα που έκανε σημαία του το «ή τους τελειώνουμε, ή μας τελειώνουν!», λάβαρο το «ή αυτοί ή εμείς», που… έκλαιγε γιατί «πήρε την κυβέρνηση, αλλά όχι την εξουσία!»
Βρε Νίκο, μας έλεγες ότι θέλεις να μπεις στην πολιτική (παρά τις ενστάσεις των φίλων σου και τους φόβους τους ότι θα αλλοτριωθείς και θα σε κάνει κιμά η κομματική μηχανή…) για να συμβάλλεις στην ανανέωση και τον εκσυγχρονισμό της. Όταν κατάλαβες ότι έμπλεξες σ’ ένα κόμμα-απολίθωμα, με ιδεοληπτικούς ανθρώπους ξεπερασμένων ιδεολογιών, τακτικών, μεθόδων, με αποδεδειγμένους ψεύτες, είναι δυνατόν εσύ να μην το κατάλαβες και να σηκωθείς να φύγεις; Να γοητεύτηκες από πρόσκαιρες και επιπόλαιες «δόξες», να απολαύσεις το υπουργιλίκι και την εξουσία με ένα τέτοιο διεστραμμένο τρόπο ώστε να καταντήσεις να δέχεσαι τον διορισμό σου στο κομματικό ραδιόφωνο (εσύ, η ανεξάρτητη γραφίδα της «Καθημερινής»…), ως μέσο που θα σου επιτρέψει να μείνεις στο «παιχνίδι»;
Που θα σε αποχαύνωνε σε τέτοιο βαθμό που δεν ενοχλήθηκες από την ταυτόχρονη παρουσία σου στα υπουργικά έδρανα με τον ακροδεξιό Καμμένο, αλλά σε κάνει έξαλλο η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ και ο πρωθυπουργός Πρόεδρός της που κέρδισε και τις δυο θέσεις χωρίς την στήριξη των κομματικών «υπογείων» και πείθοντας την πλειοψηφία της κοινωνίας ότι είναι ένας σύγχρονος κεντροδεξιός φιλελεύθερος πολιτικός και όχι ένας «κωλοδεξιός» και μάλιστα της δεκαετίας του ’60;
Νίκο μου (παλιέ μου Νίκο…) πώς μεταλλάχθηκες έτσι; Πώς παρέβλεψες την σοφή ρήση «τα στερνά τιμούν τα πρώτα…»;
(*) Πηγή: iefimerida.gr