Μέχρι τον μακρινό Καναδά πωλείται χύμα το ελληνικό ελαιόλαδο με τον τενεκέ, φαινόμενο που δυστυχώς αποβαίνει σε βάρος της αξίας και της φήμης του προϊόντος. Η πρακτική αυτή, την οποία είχε κάνει γνωστή σε έκθεσή του το 2019 το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων του ελληνικού Προξενείου στο Τορόντο, επισημαίνεται σε νέα έκθεση του ίδιου φορέα η οποία δημοσιοποιήθηκε πριν από λίγες ημέρες.
Την ίδια ώρα που το ελληνικό ελαιόλαδο χάνει σε αξία και φήμη, το τυνησιακό κατακτά τη δεύτερη θέση στην καναδική αγορά, μία αγορά με σημαντικές προοπτικές, καθώς οι Τυνήσιοι ακολουθούν επιθετική πολιτική μάρκετινγκ προβάλλοντας τη μεσογειακή διατροφή, τις ελαιοκομικές περιοχές, αλλά και το γεγονός ότι τα ελαιόδεντρα καλλιεργούνται από τα αρχαία χρόνια. Μάλιστα, πλέον στρέφονται στην προώθηση τυποποιημένου ελαιολάδου προβάλλοντας τυνησιακές μάρκες.
Σύμφωνα, λοιπόν, με όσα αναφέρονται στη σχετική έκθεση με αντικείμενο την καναδική αγορά ελαιολάδου στον Καναδά λόγω της μεγάλης ελληνικής ομογένειας, διενεργούνται και εισαγωγές ελαιόλαδου σε ανώνυμες μεγάλες συσκευασίες. Επίσης, γίνονται εισαγωγές σε τενεκέ με την δυνατότητα της δωρεάν παράδοσης κατ’ οίκον (με προκαταβολή του ποσού αγοράς). Παρατηρείται, επίσης, ελαιόλαδο να είναι παραγωγής ελληνοκαναδικής εισαγωγικής εταιρείας, είτε από ιδιόκτητο ελαιώνα είτε από συνεργασία με Έλληνα παραγωγό, συσκευαζόμενο στον Καναδά και με την ετικέτα της εταιρείας.
Από την άλλη, η Τυνησία, με επιθετική πολιτική μάρκετινγκ και πολύ χαμηλές τιμές στο ράφι βρίσκεται τα τελευταία χρόνια στις πρώτες θέσεις των χωρών – προμηθευτών ελαιολάδου στον Καναδά . Η Τυνησία, προσπαθώντας να στραφεί από τις πωλήσεις σε χύμα στην εμφιάλωση και τυποποίηση τυνησιακών μαρκών, και εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι οι λάτρεις του καλού φαγητού και της εκλεκτικότητας των τροφίμων αναζητούν ελαιόλαδα από λιγότερο γνωστές ελαιοπαραγωγικές περιοχές, έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια να αποκτήσει το δικό της όνομα στην αγορά, ξεπερνώντας την Ελλάδα μετά το 2017, την Ισπανία το 2018 και βρίσκεται πλέον στην δεύτερη θέση. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι τα ότι τα τελευταία χρόνια, η Υπηρεσία Οικονομικής Ανάπτυξης της Τυνησίας στόχευσε στον Καναδά ως μια νέα αγορά για την προώθηση του ελαιολάδου τους καθώς κατατάσσεται μέσα στις 10 σημαντικότερες χώρες εισαγωγής ελαιολάδου στον κόσμο. Η ζήτηση για το ελαιόλαδο στον Καναδά αυξάνεται σταθερά, με κατά κεφαλήν αύξηση της τάξεως του 26% σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία, σε βάρος του κραμβέλαιου.
Έτσι, λοιπόν, αν και το 2020 οι εισαγωγές ελαιολάδου στον Καναδά αυξήθηκαν κατά 17,16% σε αξία και κατά 34,89% σε ποσότητα, οι εισαγωγές από την Ελλάδα αυξήθηκαν μεν ως προς την ποσότητα κατά 8%, μειώθηκαν, όμως, ως προς την αξία κατά 4%. Οι εισαγωγές ελαιολάδου από την Τυνησία στον Καναδά αυξήθηκαν το 2020 σε σύγκριση με το 2019 κατά 48,64% σε αξία και κατά 74,57% σε ποσότητα.
Παρά την υστέρηση που παρατηρείται στις ελληνικές εξαγωγές, στην έκθεση επισημαίνεται ότι υπάρχει δυνατότητα αντιστροφής της κατάστασης, καθώς, λόγω της πανδημίας, οι καταναλωτές στρέφονται σε πιο υγιεινή διατροφή και σε τρόφιμα που δεν περιέχουν πρόσθετα (συντηρητικά, χρωστικές ουσίες κλπ.). Ποιος είναι ο τρόπος; Η σωστή και συστηματική προβολή. Στην έκθεση δίνεται το παράδειγμα εταιρείας ελληνικών συμφερόντων που έχει καταφέρει να προωθεί τα προϊόντα της στον Καναδά μέσα από πάνω από 50 καταστήματα, πολλά εκ των οποίων αποτελούν μεγάλες αλυσίδες, και μέσω του διαδικτύου, προβάλλοντας συστηματικά την υψηλή ποιότητα των προϊόντων της, τις παραδοσιακές και φυσικές μεθόδους παραγωγής, την αγνότητα των συστατικών της και το ενδιαφέρον της για θέματα βιωσιμότητας.
Kαθημερινή