Του Peter Calvocoressi, Αγγλία
H κατάληψη της Κρήτης τον Μάιο 1941 δεν αποτελούσε μέρος του αρχικού γερμανικού σχεδίου για την υποδούλωση της Ελλάδος. Oύτε είχε άμεση συνέχεια. Eίναι ένα περίεργο απομεμονωμένο επεισόδιο στην ιστορία του Β Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά η μάχη είχε κάποια ευρύτερη συνέπεια και δεν στερείται ενδιαφέροντος για την πληρέστερη άποψη του πολέμου. Η γερμανική εισβολή στη Γιουγκοσλαβία και στην ηπειρωτική Ελλάδα είχε σαν αφορμή τη στάση του Simovic στο Βελιγράδι την 27η Μαρτίου 1941 που και αυτή είχε σαν αφορμή την προσχώρηση του Αντιβασιλέως Παύλου στο Τριμερές Σύμφωνο δύο μέρες πριν. Ο Χίτλερ ήθελε να καταστήσει τη νοτιοανατολική Ευρώπη ασφαλή για Ράιχ. Η εισβολή άρχισε την 6η Απριλίου, το Βελιγράδι έπεσε μία εβδομάδα αργότερα, η Αθήνα στις 27 Απριλίου. Μία νίκη παραπάνω, αποδοτικής στρατιωτικής τακτικής. Επακολούθησε ανάπαυλα ενός σχεδόν μηνός πριν αρχίσει η επίθεση κατά της Κρήτης στις 20 Μαΐου.
Τα σχέδια για αυτή την επιχείρηση τέθηκαν υπόψιν του Φύρερ λίγες μέρες προ της πτώσεως των Αθηνών, για την ακρίβεια στις 21 Απριλίου. Ο Χίτλερ επιδοκίμασε το σχέδιο και όρισε την 17η Μαΐου ως ημέρα επιθέσεως. Επιβεβαίωσε αυτή την ημερομηνία λίγες μέρες αργότερα, αλλά έπειτα την ανέβαλε για την 20η Μαΐου γιατί υπήρχαν τεχνικές δυσκολίες στη συγκέντρωση του στόλου των 500 Γιούγκερς 52 μεταγωγικών αεροπλάνων που επρόκειτο να μεταφέρουν την προφυλακή των δυνάμεων της επιδρομής. Γιατί αυτή επρόκειτο να είναι πρωτίστως μία από αέρος και όχι από θαλάσσης εισβολή. Στην περίπτωση αυτή μερικά από τα Γιούγκερς 52 δεν είχαν ακόμη φτάσει στα αεροδρόμιά των κοντά στην Αθήνα κατά τις 15 Μαΐου, αν και ο προκαταρκτικός βομβαρδισμός των στόχων στην Κρήτη είχε αρχίσει μία μέρα προηγουμένως.
Ως τότε οι γερμανικές προθέσεις μάς ήταν άγνωστες σε σημαντικές λεπτομέρειες, ενώ αόριστες ενδείξεις περί μιας τέτοιας επιχειρήσεως σε μία τέτοια περιοχή είχαν συλλεγεί προηγουμένως, μέχρι ακόμα και το τέλος του Μαρτίου. Για να εξηγήσω αυτή την ενημερότητα, είναι ανάγκη να πω μερικά πράγματα για την πηγή των πληροφοριών μας που ήταν γνωστή ως μυστική υπηρεσία πληροφοριών ULTRA. Η ULTRA ήταν το μέσον αποκρυπτογραφήσεως των πλέον μυστικών κωδικών της γερμανικής μηχανής που χρησιμοποιούσαν γερμανικές ένοπλες δυνάμεις και μερικές άλλες υπηρεσίες.
Η εν λόγω μηχανή λεγόταν ENIGMA. Επί 30 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου τίποτα δεν ήταν γνωστό δημοσίως για το εξαιρετικό αυτό κατόρθωμα. Κατά τη δεκαετία του 70 το μυστικό διέρρευσε, αλλά και τώρα ακόμη νέες πληροφορίες αναφύονται από καιρό σε καιρό, αλλά και μερικά μυστήρια παραμένουν αξεδιάλυτα.
Η γερμανική διακίνηση του ENIGMA, δηλαδή γερμανικά μηνύματα κωδικοποιημένα από τη μηχανή ENIGMA και μεταδιδόμενα κατόπιν με τον ασύρματο, υφίσταντο πρώτα επεξεργασία και εδιαβάζοντο από τους Πολωνούς. Πολλά χρόνια πριν αρχίσει ο πόλεμος και μάλιστα πριν έρθει στην αρχή ο Χίτλερ, ο λαμπρός Πολωνός μαθηματικός και κρυπτογράφος Marian Rejewski ανεκάλυψε τον κώδικα ENIGMA.
Oι Πολωνοί έμαθαν ότι οι Γερμανοί είχαν υιοθετήσει μία μηχανή για κρυπτογραφήσεις υψηλού βαθμού και, παραβιάζοντας το ταχυδρομείο μεταξύ Βερολίνου και Γερμανικής Πρεσβείας στη Βαρσοβία, πήραν μία ιδέα της μηχανής, αρκετή για να διαπιστώσουν ότι επρόκειτο περί ενός επεξεργασμένο τύπου μηχανής που χρησιμοποιείται συνήθως για εμπορική χρήση. Η επεξεργασία συνίστατο στην προσθήκη μερικών περίπλοκων και κινητών μερών ενεργοποιούμενων υπό ηλεκτρικού ρεύματος, και η πρώτη δουλειά του Rejewski ήταν να αναπαραγάγει, δια μαθηματικού υπολογισμού και διαισθήσεως, τη φύση των μερών αυτών και τον εσωτερικό της μηχανισμό και τη σχέση μεταξύ των. Αν μπορούσε να το κάνει αυτό, θα γνώριζε τη μηχανή με την οποία είχε να κάμει, αλλά θα ήταν ακόμα στο μισό δρόμο προς την ανάγνωση των κωδικοποιημένων μηνυμάτων, και σε αυτού του είδους το παιχνίδι ο μισός δρόμος δεν επαρκεί. Το δεύτερον ήμισυ του προβλήματος ήταν να μάθει όχι πως εργαζόταν η μηχανή, αλλά πώς σε μία δοθείσα στιγμή τα κινητά της μέρη ερυθμίζοντο υπό του χειρίστου που μετέδιδε το μήνυμα. Μόνον αν ο αποκωδικοποιητής μπορούσε να βάλει τη μηχανή του με τον ίδιο ακριβώς τρόπο θα μπορούσε να μεταφράσει το κωδικοποιημένο κείμενο στην αρχική γερμανική γλώσσα. (Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ‘30 οι ρυθμίσεις άλλαζαν μία φορά κάθε τρίμηνο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου άλλαζαν κάθε 24 ώρες. Υπήρχαν τόσες ρυθμίσεις σε σύγχρονη χρήση, όσο υπήρχαν διαφορετικά κλειδιά σε χρήση. Κατά το τέλος του πολέμου έφταναν τις αρκετές εκατοντάδες. Και μιά ακόμα περιπλοκή ήταν ότι το γερμανικό ENIGMA του ναυτικού δεν ήταν πανομοιότυπο με το ENIGMA του στρατού και της αεροπορίας.)
Όσο λαμπροί και να ήταν, o Rejewski και οι συνάδελφοί του δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν το σκοπό τους, χωρίς μία τελείως αναπάντεχη, τυχαία βοήθεια. Τη βοήθεια αυτή την έδωσε η γαλλική μυστική υπηρεσία, που την πήρε από ένα Γερμανό προδότη. Στη ρίζα της ιστορίας του ENIGMA βρίσκεται ένας Γερμανός με το πεζό όνομα Schmidt.
O Schmidt εργαζόταν για λογαριασμό του γερμανικού Chi-stelle ή Γραφείον Κωδικοποιήσεως στο Potsdam. Ήθελε χρήματα, τα περισσότερα από τα οποία ξόδευε σε γυναίκες, και ο μισθός του δεν έφτανε. Έτσι το 1931 προσεφέρθη να πουλήσει μυστικά έγγραφα στους Γάλλους. Στη Γαλλία η Service de Renseignements και η Service du Chiffre ήταν δύο χωριστές υπηρεσίες που δεν τα πήγαιναν καλά μεταξύ των και όταν ο λοχαγός (αργότερα στρατηγός) GustaveBertrand της πρώτης πλησίασε τη δεύτερη συνάντησε ψυχρότητα. Ο Bertrand σκέφτηκε τότε τις επαφές που είχε με τους Πολωνούς – η Γαλλία και η Πολωνία υπήρξαν σύμμαχοι από του τέλους σχεδόν του Α Παγκοσμίου Πολέμου και τους έδωσε τα έγγραφα του Schmidt και σωρεία περαιτέρω υλικού των επόμενων ετών. Τα έγγραφα αυτά ήταν ανεκτίμητα για τους Πολωνούς στη δουλειά τους σχετικά με το ENIGMA.
Αλλά το 1938 οι Πολωνοί υπέστησαν φοβερό πλήγμα. Οι Γερμανοί εισήγαγαν νέες περιπλοκές στη μηχανή και αυτές δεν μπορούσαν να αντιμετωπισθούν με τους πόρους που οι Πολωνοί μπορούσαν να διαθέσουν για τη συνεχή αποκωδικοποίησή της. Αφού απέτυχαν να υπερπηδήσουν τα νέα εμπόδια, οι Πολωνοί αποφάσισαν, τις παραμονές του πολέμου, να πουν στις γαλλικές και βρεταννικές μυστικές υπηρεσίες το τι έκαναν και πως, και να τους δώσουν πρότυπα των αναπαραγωγών των της γερμανικής μηχανής.
Τότε οι Βρετανοί κρυπτογράφοι στο Bletchley Park ανέπτυξαν τις δικές τους μεθόδους για να παρακάμψουν τις τελευταίες γερμανικές εξελίξεις. Επέτυχαν πέραν πάσης προσδοκίας και παρέδωσαν στους αρχηγούς της υπηρεσίας πληροφοριών και στον πρωθυπουργό στο Λονδίνο και επίσης στους αρχηγούς της εκστρατείας μία άνευ προηγουμένου παροχή πληροφοριών για τους Γερμανούς, που ήταν μοναδική κατά το ότι τελικώς προήρχετο από τους ίδιους τους Γερμανούς. Οι πληροφορίες αυτές γνωστές ως ULTRA, έπαιξαν κρίσιμο ρόλο σε ορισμένους χρόνους και τόπους στη διεξαγωγή του πολέμου – ιδίως στη Βόρειο Αφρική και πάνω από όλα στη Μάχη του Ατλαντικού.
Πριν τελειώσει αυτή την παρέμβαση, είναι ανάγκη να αναφερθώ σε ένα ακόμα γενικό πρόβλημα. Πως έπρεπε να χρησιμοποιεί κανείς μυστικές πληροφορίες; Όταν χρησιμοποιεί κανείς μυστικές πληροφορίες είναι πάντα ανάγκη να ζυγίζει τα εκ της χρήσεως πλεονεκτήματα έναντι της δυνατότητας να διακυβεύσει ή να χάσει την ίδια την πηγή. Ο Τσώρτσιλ που ήξερε από κωδικοποιημένες πληροφορίες με την πείρα του στο Ναυαρχείο κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο και είχε βαθιά ασχοληθεί με αυτές, έβγαλε το συμπέρασμα ότι στην περίπτωση του ULTRA ήταν καλύτερα να χάσει μία μάχη παρά να χαθεί η πηγή.
Η απόφαση αυτή συνεπάγετο αυστηρούς περιορισμούς στην διάδοση του ULTRA και αυστηρά ασφαλιστικά μέτρα για τη χρήση του στις επιχειρήσεις. Αλλά όταν το ULTRA κατέστη άφθονο και, ακόμα σπουδαιότερο, τόσο ταχύ ώστε να αποδεικνύεται χρήσιμο στην επικείμενη ή διεξαγόμενη μάχη, κάποιος τρόπος έπρεπε να βρεθεί για να χρησιμοποιηθεί στις επιχειρήσεις. Κατά τους πρώτους μήνες του 1941 ελήφθη η απόφαση να εφοδιαστεί το Αρχηγείο του Γουέιβελ στο Κάιρο με επιλεγμένο υλικό ULTRA.
Τρία κύρια ασφαλιστικά μέτρα, συχνά επαναλαμβανόμενα σε όλους τους τομείς που εξυπηρετούντο από το ULTRA, μπήκαν σε εφαρμογή. Αυτά ήσαν πρώτον ότι οι πληροφορίες θα πήγαιναν μόνο σε ανώτερα αρχηγεία (ποτέ δεν πήγαιναν σε Αρχηγείο Σήματος και κάτω) και σε πολύ λίγα άτομα σε κάθε Αρχηγείο – συνήθως στον Ανώτατο Διοικητή, στον Αρχηγό του Επιτελείου του και στους ανώτερους αξιωματικούς πληροφοριών. Δεύτερον ότι θα μετεδίδοντο κατευθείαν από το Bletchley Park με ειδικό δίκτυο ασύρματων χειριζόμενο από ειδικά επιστρατευμένα προς τούτο πρόσωπα, τα οποία, στον τόπο της λήψεως, θα είχαν επίσης την ευθύνη να βεβαιωθούν ότι αυτή η περιορισμένη κυκλοφορία της υπηρεσίας τηρείται αυστηρά και ότι όλα τα μηνύματα στο τέλος καταστρέφονται. Και, τρίτον, ότι καμία επιχειρηματική χρήση δεν πρέπει να γίνεται του περιεχομένου των μηνυμάτων εφόσον δεν επιβεβαιούται από κάποια άλλη πηγή. (Έτσι ένα εχθρικό δεξαμενόπλοιο που ανεφέρθη από το ULTRA ότι έπλεε από τον Πειραιά στη Βόρειο Αφρική θα μπορούσε να υποστεί επίθεση και να βυθιστεί μόνο αν είχε προηγουμένως επισημανθεί από αναγνωριστικό αεροπλάνο). Με αυτό ως βάση ανοίξει μία υπηρεσία από το Βletchley Ρark στο Κάιρο το Φεβρουάριο 1941 και το πρώτο σήμα ULTRA εστάλη εκεί την 13η Μαρτίου.
Ταυτοχρόνως η φύση της πηγής – το γεγονός ότι απετελείτο από συλληφθέντα μηνύματα που αντήλλασσαν οι Γερμανοί μεταξύ των – γινόταν γνωστή στους λήπτες του ULTRA. Η υπηρεσία αυτή η επεξετάθη αργότερα σε πολύ περισσότερα του ενός Αρχηγείου. Αργότερα στον πόλεμο είχα την παράξενη εμπειρία να γυρίσω, με ένα συνάδελφο από το Bletchley Park όλα τα βρεταννικά και αμερικανικά στρατιωτικά Αρχηγεία Στρατού και Αεροπορίας που είχαν λάβει μέρος στην εισβολή της Νορμανδίας, για να κατατοπίσω τους διοικητές των για την υπηρεσία μας και για το τι περιμέναμε από αυτήν κατά τις προσεχείς εβδομάδες ή μήνες. Κατά το τέλος του πολέμου εμείς στο Bletchley Parkστέλλαμε πληροφορίες ULTRA στους διοικητές εκστρατείας με το ρυθμό των περίπου 3-400 σημάτων το 24ωρο, αλλά όχι όλες αυτές μαζί στο ίδιο Αρχηγείο.
Η υπηρεσία ULTRA στο Κάιρο επεξετάθη στην Ελλάδα όταν οι δυνάμεις της Κοινοπολιτείας εστάλησαν εκεί τον Απρίλιο.
Δεν μπορούσε βέβαια, τίποτα να σταματήσει τη γερμανική προέλαση, αλλά ήταν χρήσιμη για την οργάνωση της υποχωρήσεως. Ως υπηρεσία ήταν επιφορτισμένη με το να συλλέγει πληροφορίες για τη δύναμη της Luftwaffe, τη θέση των μοιρών των αεροπλάνων και τις προθέσεις των. Μέχρι τότε δεν υπήρχαν ακόμα αποκωδικοποιημένες πληροφορίες του ENIGMA του γερμανικού στρατού, αλλά το ENIGMA της Luftwaffe περιείχε πάντοτε πληροφορίες για το στρατό γιατί, για καλή μας τύχη, οι αξιωματικοί σύνδεσμοι του στρατού με τη Luftwaffe χρησιμοποιούσαν τους κώδικες της Luftwafe και όχι του στρατού.
Aλλά τυχερό για μας γεγονός ήταν ότι η Luftwaffe χρησιμοποιούσε, μεταξύ των πολλών καθημερινών κλειδιών του ENIGMA, ένα που επεξετείνετο σε όλες τις περιοχές όπου η Luftwaffe βρισκόταν σε δράση και σε σχετικά μικρούς σχηματισμούς, με αποτέλεσμα ότι ο όγκος σε αυτό το πολύ σπουδαίο κλειδί ήταν πάντα μεγάλος, κάτι που ζητούν οι κρυπτογράφοι. Το κλειδί αυτό παρεβιάσθη πρώτα στις 17 Ιανουαρίου και μετά την 8η Απριλίου παραβιάζονταν κάθε μέρα μέχρι την τελευταία μέρα του πολέμου, συνήθως πολύ νωρίς την προκειμένη μέρα.
Την τελευταία εβδομάδα του Μαρτίου 1941 το ULTRA άρχισε να δίνει σημεία κινήσεως των μονάδων του FLIEGERKORPS XI το οποίο, με το Αρχηγείο του στη Βόρειο Γερμανία, αποτελούσε τον βραχίονα αλεξιπτωτιστών της Luftwaffe υπό τας διαταγάς του στρατηγού Student.
Υπήρχαν επίσης σύντομα μηνύματα ULTRA με διαταγές κινήσεως ατόμων που ήταν γνωστά σε μας από προηγούμενες πληροφορίες ULTRA ως αξιωματικοί ή άνδρες ανήκοντες σε μονάδες του FLIEGERKORPS XI. Ήταν φανερό ότι κάτι επρόκειτο να γίνει που αφορούσε επιχείρηση αλεξιπτωτιστών, την πρώτη από την εποχή της επιδρομής αλεξιπτωτιστών στις Κάτω Χώρες που έγινε ένα έτος πρωτύτερα. Άλλη πηγή ήταν το σιδηροδρομικό ENIGMA, το οποίο κατά τα τέλη Απριλίου απεκάλυψε ενισχύσεις στρατευμάτων κινούμενων προς τα νοτιοανατολικά, όταν η απουσία κάποιου νέου σχεδίου δεν χρειαζόταν πια εκεί. Υπήρχε επίσης μια κατευθείαν αναφορά στην Κρήτη (26 Απριλίου) όταν το κεντρικό Αρχηγείο της Luftwaffe στα Βαλκάνια ζήτησε περισσότερες πληροφορίες και φωτογραφίες του νησιού. Αλλά δεν υπήρχε ακόμα σαφής ένδειξη οποιουδήποτε αντικειμενικού σκοπού. Μπορούσε να είναι η Κρήτη ή μπορούσαν να είναι τα Δωδεκάνησα ή η Κύπρος ή η Συρία ή το Ιράκ όπου ο φιλογερμανός Rashid Ali ετοίμαζε το πραξικόπημά του (οι πληροφορίες για το Ιράκ ήρχοντο κυρίως από ιταλικούς διπλωματικούς κώδικες, καθώς επίσης και από την ιαπωνική διπλωματική διακίνηση και το γερμανικό ENIGMA. Η γνώση των αδυναμιών του Rashid Ali και των ενοχλήσεων της ιταλικής και γερμανικής αεροπορίας βοήθησε για να υπερνικηθεί η απροθυμία του Γουέιβελ να προωθήσει τις δυνάμεις του μέχρι της Βαγδάτης).
Η αυξανόμενη πιθανότης ότι οι Γερμανοί εσκόπευαν να χτυπήσουν την Κρήτη κατέστη ουσιαστικώς βεβαιότης όταν η Luftwaffe διετάχθη να φροντίσει να μην καταστρέψει τα αεροδρόμια της και να διεξάγει λεπτομερή από αέρος φωτογράφιση, και την 5η Μαΐου η ULTRA διέλυσε κάθε αμφιβολία που απέμενε. Στις 6 Μαΐου φάνηκε ότι οι Γερμανοί θα ήταν έτοιμοι ως τις 17 Μαΐου και από κει και πέρα η ULTRA παρείχε βαθμιαία κάλυψη των γερμανικών προκαταρκτικών επιχειρήσεων, καθώς και των περιοχών όπου επρόκειτο να ριφθούν οι αλεξιπτωτιστές. Κατά την 16η Μαΐου η κλιμάκωση της γερμανικής επιθέσεως μπορούσε να προσδιοριστεί με σημαντική ακρίβεια – με κάποια υπερβολή.
Ο στρατηγός Φράυμπεργκ έφτασε στην Κρήτη από την Ελλάδα στις 29 Απριλίου και διορίστηκε Ανώτατος Διοικητής εκείνη την μέρα. Ο Γουέιβελ έφθασε από το Κάιρο την επομένη. Κατόπιν σύσκεψης ο Γουέιβελ πήρε τον Φράυμπεργκ κατά μέρος και του είπε για την ULTRA και για τους περιορισμούς της χρήσεως της για επιχειρήσεις. Έπειτα γύρισε στο Κάιρο.
Λίγες μέρες κατοπιν ό Φράυμπεργκ πήρε από το Bletchley Park, το βρεταννικό κρυπτογραφικό κέντρο, ένα μακρό σήμα που ήταν η περίληψη της πληροφορίας ULTRA για την επερχόμενη επίθεση. Η περίληψη αυτή ανέφερε μεταξύ άλλων ότι την Ημέρα Αριθμός Ένα (Day One) το Μάλεμε, τα Χανιά και το Ρέθυμνο θα ήταν οι κύριοι στόχοι ρίψεως αλεξιπτωτιστών και ότι την ίδια μέρα περίπου 100 βομβαρδιστικά καθέτου εφορμήσεως και 100 μαχητικά αεροπλάνα θα μεταφέροντο στο Μάλεμε και στα Χανιά και ότι – πάλι την ίδια μέρα – θα έφθανε δια θαλάσσης μία αποστολή με αντιαεροπορικές πυροβολαρχίες, μοτοσικλετιστές και αντιαρματικές μονάδες. Το μέγεθος και η δύναμη υπελογίζετο σε 30-35.000 άνδρες περιλαμβανομένων 12.000 σλεξιπτωτιστών, και η από αέρος υποστήριξη υπελογίζετο σε 150 βομβαρδιστικά μακράς αποστάσεως και 100 βαρέα μαχητικά αεροπλάνα. Ο Φράυμπερκ έμεινε κατάπληκτος από την πληροφορία αυτή. Έδειχνε ότι η ανάπτυξη των δυνάμεων υπερασπίσεώς του ήταν τελείως λανθασμένη. Αλλά δεν μπορούσε να τις κατατάξει εκ νέου γιατί η πληροφορία επί της οποίας έπρεπε να στηρίζεται η ανακατάταξη αυτή ήταν ULTRA και μόνον ULTRA.
Ο γιος του Φράυμπεργκ, Συνταγματάρχης Λόρδος Φράυμπεργκ, μου είχε πει πως ο πατέρας του – που του είχε αφηγηθεί αυτά τα πράγματα μετά από χρόνια, όταν κατάλαβε πως τελείωνε η ζωή του – είχε στείλει στο Κάιρο να ζητήσει την άδεια του Γουέιβελ να αναδιοργανώσει την άμυνα του, αλλά δεν έλαβε απάντηση είτε διότι ο Γουέιβελ αισθάνθηκε αδυναμία να μεταβάλει τις διαταγές του ή διότι ανέφερε το θέμα στον Τσώρτσιλ ο οποίος επεβεβαίωσε τον κανόνα να μην τεθεί σε κίνδυνο η ULTRA.
Από το σημείο αυτό μέχρι την παραμονή της επιθέσεως ο Φράυμπεργκ επήρε 36 ακόμα σήματα από το Bletchley Park που του έδιναν μία ακριβή εικόνα των πραγμάτων για τα οποία όμως δεν μπορούσε να πράξει παρά ελάχιστα. Όχι όμως και απολύτως τίποτα. Παρ’ όλο που δεν εσώθηκε τελικά η Κρήτη, οι υπερασπιστές της κατάφεραν και προξένησαν στους εισβολείς πολύ σοβαρότερες απώλειες απ‘ όσες επερίμεναν. Οι δικές του μυστικές πληροφορίες είχαν σοβαρά υποτιμήσει την ισχύ των αντιτασσομένων δυνάμεων και, άγνωστο σ‘εκείνους έθεσαν επίσης τους μαχητές τους σε κίνδυνο εξαιτίας της προ της εισβολής αποκρυπτογράφησης του ENIGMA και της ερμηνείας, κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων από 20 Μαΐου έως 1 Ιουνίου, των εκτός ENIGMA κρυπτογραφήσεων του FLIEGERKORPS XI.
Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές σακατεύτηκαν σε τέτοιο σοβαρό βαθμό, που ποτέ πλέον δεν επιχείρησαν μία παρόμοια επιχείρηση. Έτσι όχι μόνο απεσοβήθη παρόμοια επίθεση κατά της Μάλτας, όπως πολλοί το εφοβούντο, αλλά οι μονάδες του FLIEGERKORPS XI μετατέθηκαν στο πεζικό. Ο πόλεμος γι’αυτούς πήρε τέλος ενώ υπηρετούσαν ως τμήμα της φρουράς της Βρέστης στην ατλαντική ακτή της Βρετάννης όπου και παραδόθηκαν στους Αμερικανούς τον Σεπτέμβριο του 1944.
Peter Calvocoressi, Αγγλία
Από το Blog Greco