Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος
Βρισκόμαστε στην ταραγμένη εποχή του Μεσοπολέμου.
Η Ελλάδα προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της από την Μικρασιατική Εκστρατεία, να περιθάλψει τους πρόσφυγες και να αναδιοργανωθεί ως κράτος.
Ωστόσο τα στρατιωτικά κινήματα, οι δικτατορίες, οι ίντριγκες και οι σφοδρές πολιτικές αντιπαλότητες, έχουν δημιουργήσει μια χαοτική κατάσταση…
Το 1925 πρωθυπουργός ήταν ο Θεόδωρος Πάγκαλος.
Όλα ξεκίνησαν όταν ο δικτάτορας εξέδωσε νομοθετικό διάταγμα, με το οποίο τα σοβαρά παραπτώματα θα υπάγονταν στην αρμοδιότητα του στρατοδικείου και η ποινή θα μπορούσε να είναι θανατική δια απαγχονισμού.
Σε αυτά τα παραπτώματα περιλήφθηκε και η κατάχρηση του δημόσιου χρήματος.
Ο Πάγκαλος, που εμφανιζόταν ως αμείλικτος τιμωρός των καταχραστών του δημόσιου χρήματος, κατηγορήθηκε μετά την πτώση του για πλήθος οικονομικών σκανδάλων.
Στις 20 Ιουλίου το 1925 εξέδωσε το διάταγμα. Το συγκεκριμένο νομοθέτημα ήταν σε ισχύ για ένα χρόνο, όσο δηλαδή και η δικτατορία του.
Η ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
Από το καλοκαίρι του 1924 και για έναν ολόκληρο χρόνο ο Τύπος αποκάλυπτε τη μία μετά την άλλη διάφορες περιπτώσεις κατάχρησης δημοσίου χρήματος, με πρωταγωνιστές τις περισσότερες φορές αξιωματικούς του ελληνικού Στρατού.
Τα δημοσιεύματα προκαλούσαν θύελλα αντιδράσεων, πυροδοτώντας το ήδη τεταμένο πολιτικό σκηνικό και την πρωτοφανή αστάθεια στην πολιτική ζωή της χώρας. Καταχρήσεις στη διαχείριση υλικού στο Ναύπλιο, στην τέως στρατιά Μικράς Ασίας, στη Χίο, καταχρήσεις στα φάρμακα στη Γενική Αποθήκη Υλικού Πειραιώς, στο Χατζηκυριάκειο Νοσοκομείο κ.α
Υπ’ αυτές τις συνθήκες βρίσκει την ευκαιρία ο στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος να ανατρέψει την κυβέρνηση Ανδρέα Μιχαλακόπουλου τον Ιούνιο του 1925.
Η Εθνοσυνέλευση παραπείστηκε και έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στον Θ. Πάγκαλο, ο οποίος υποσχόταν ότι δεν θα λάμβανε μέτρα εναντίον του κοινοβουλευτισμού. Βεβαίως, σύντομα διέλυσε την Εθνοσυνέλευση, διαψεύδοντας και τις ελπίδες του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, ο οποίος αφελώς τον είχε στηρίξει.
Μεταξύ άλλων, η δικτατορία του Πάγκαλου θα χρησιμοποιήσει την «κατάσταση πολιορκίας» στην οποία είχε θέσει τη χώρα για να θεσπίσει ένα μοναδικής ευρηματικότητας και σκληρότητας νομοθετικό διάταγμα.
Σύμφωνα με όσα δηλώνονταν επισήμως, έκρινε ότι υπήρχε εξαιρετικά επείγουσα ανάγκη «ταχείας καταστολής των διαπραττομένων καταχρήσεων του δημοσίου χρήματος» και έδινε το δικαίωμα στα Στρατοδικεία να επιβάλλουν ποινές μεγαλύτερες απ’ αυτές που προέβλεπαν οι ποινικοί νόμοι, ως και αυτή την ποινή του θανάτου.
Επίσης, έδινε το δικαίωμα οι ποινές αυτές να επιβάλλονται ακόμη και αν τα αδικήματα είχαν τελεστεί πριν από την ισχύ του διατάγματος.
Ειδικότερα ανέφερε ότι στους καταχραστές μπορούσε το δικαστήριο, αντί της ποινής των πρόσκαιρων δεσμών, να επιβάλει την ποινή του θανάτου ή των ισοβίων και, αντί της ειρκτής, την ποινή των πρόσκαιρων δεσμών ή – αν συνέτρεχαν λόγοι, ανάλογα με την κρίση του δικαστηρίου- την ποινή των ισοβίων δεσμών ή του θανάτου.
Τέλος, στις περιπτώσεις που θα επιβαλλόταν η θανατική ποινή σε κάποιον καταχραστή όριζε ότι έπρεπε να «εκτελείται δι’ απαγχονισμού»!
Η ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ
Το αποτέλεσμα που επιδίωκε η δικτατορία επιτεύχθηκε με τον απαγχονισμό των Γεώργιου Ζαριφόπουλου Αντισυνταγματάρχης της Χωροφυλακής -διευθυντής της Αστυνομίας Θεσσαλονίκης) και Διονυσίου Δρακάτου, (Αντισυνταγματάρχης Διαχειρίσεως Υλικού), υπόθεση στην οποία ενεπλάκη προσωπικά και ο Πάγκαλος.
Στην κομπίνα αυτή ενεπλάκησαν συνολικά δεκαπέντε κατηγορούμενοι, μεταξύ των οποίων και μία γυναίκα.
Αφορούσε καταχρήσεις που πραγματοποιούνταν με τη μέθοδο των επιτάξεων κινητών και ακινήτων. Χρησιμοποιώντας πλαστά στοιχεία, οι κατηγορούμενοι είχαν κατορθώσει να αποσπάσουν τεράστια ποσά από τα δημόσια ταμεία.
Οι καταχραστές είχαν στήσει την εξής απατεωνιά:
Οι πολίτες της σπείρας, έμποροι, ισχυρίζονταν ότι κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία, ο Στρατός τούς είχε επιτάξει μεγάλες (ανύπαρκτες στην πραγματικότητα) ποσότητες σιτηρών, κρεάτων κτλ. και ζητούσαν αποζημίωση.
Οι στρατιωτικοί που ήταν στο κόλπο έδιναν την έγκρισή τους.
Τρεις καταδικάστηκαν ως βασικοί υπαίτιοι σε θάνατο.
Οι δύο που προαναφέρθηκαν και ο έμπορος Αρ. Αϊδινλής, ο οποίος όμως πληροφορήθηκε την αναστολή της ποινής του λίγη ώρα πριν από την εκτέλεση της.
Στο εδώλιο είχαν καθίσει τρεις στρατιωτικοί, ένας αστυνομικός, ένας πρώην στρατιωτικός και 16 πολίτες.
Το αφαιρεθέν ποσό – σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα – ανερχόταν σε 25 εκατομμύρια δραχμές.
Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΓΕΥΜΑ
Την υπεράσπιση των κατηγορουμένων ανέλαβαν 30 γνωστοί δικηγόροι της εποχής μεταξύ των οποίων οι Λυκουρέζος, Μπαμπάκος, Κ, Αγ. Τσουκαλάς, Λαδάς και Σγουρίτσας.
Πρόεδρος του δικαστηρίου , ήταν ο στρατιωτικός δικαστικός σύμβουλος Δάρας , μέλη οι αντισυνταγματάρχες Ζέρβας και Περιστέρης, οι λοχαγοί Παπακυριαζής και Παπαδόπουλος και οι ένορκοι Κομνηνός καπνοπώλης, και Ανδ. Βήχος έμπορος ποδηλάτων.
Κυβερνητικός επίτροπος ήταν ο διευθυντής του δικαστικού τμήματος του Α΄ Σώματος Στρατού Κρ. Μπουφίδης
Τελικά τρεις από τους κατηγορουμένους καταδικάσθηκαν στην εσχάτη των ποινών.
Οι δυο αξιωματικοί και ο έμπορος, δύο σε ισόβια δεσμά, επτά σε διάφορες ποινές φυλάκισης, ενώ οι υπόλοιποι εννέα κατηγορούμενοι αθωώθηκαν.
Άμεσα ο πρόεδρος και τα μέλη του Στρατοδικείου όπως και ο κυβερνητικός επίτροπος παρουσιάστηκαν στον πρωθυπουργό Θεόδωρο Πάγκαλο και διετύπωσαν την ευχή του Δικαστηρίου όπως μη εκτελεστεί η απόφαση των εις θάνατον καταδικασθέντων δεδομένου ότι: «…είς άπαντα τα πεπολιτισμένα κράτη δεν εφαρμόζεται η εσχάτη των ποινών δια παρόμοια αδικήματα».
Οι ίδιοι επισκέφτηκαν και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Παύλο Κουντουριώτη και διετύπωσαν το ίδιο αίτημα.
Ο Κουντουριώτης κάλεσε τον Πάγκαλο στο σπίτι του, του είπε για το αίτημα με το οποίο συμφωνούσε και ο ίδιος.
Ο Πάγκαλος κάλεσε με τη σειρά του τα μέλη του δικαστηρίου και τους ανακοίνωσε ότι αποφάσισε να μην εκτελεστεί η ποινή για τον (πολίτη) Αϊδινλή.
Σύμφωνα με την ειδησεογραφία της εποχής το τελευταίο γεύμα των μελλοθανάτων ήταν κοκορέτσι, μαρίδες σταφύλια και ρετσίνα.
Ο Ζαριφόπουλος είχε διατηρήσει την ψυχραιμία του και έστειλε τηλεγράφημα προς τους άλλους καταδίκους στο οποίο έγραφε:
Ταξίδιον ευχάριστον.
Στοπ.
Βρόγχος γλυκύτατος εξαποστέλλει ημάς μακράν υμών.
Παρακαλώ τηρήσατε ψυχραιμίαν και υπομονήν, αναμιμνησκόμεθα ότι θάττον ή βράδιον θέλομεν συναντηθή εκεί όπου ήδη ημείς βαίνομεν και ένθα ουδέ πόνος ουδέ στεναγμός υπάρχει.
” Εάν ποτέ είτε θεληματικώς ως κακοί άνθρωποι είτε αθελήτως ελυπήσαμεν υμάς, παρακαλούμεν κρατήσατε απόψεις σας ίνα επιλύσωμεν αυτάς κατά την συνάντησιν μας”.
Είπε δε στον υπαρχιφύλακα που ήταν στο κελί:
«Κύτταξε να με σηκώσεις πρωί αύριο.
Μη μ΄αφήσης και με πάρει ο ύπνος!»
Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Τα ξημερώματα οι μελλοθάνατοι πήραν το δρόμο για τον τόπο της εκτέλεσης.
Που ήταν στο Γουδί δίπλα στο νοσοκομείο «Σωτηρία».
«Πλήθος κόσμου πάσης ηλικίας, πάσης τάξεως και φύλου κατέκλυσε τον ευρύ χώρον, όπου θα εγένετο η εκτέλεσις πολύ προ της καθορισθείσης ώρας.
Υπήρχον πολλοί οίτινες και διενυκτέρευσαν εκεί.
Από της 7ης δε ώρας μια ατελεύτητος σειρά αυτοκινήτων εκόμιζε διαρκώς νέα κύματα κόσμου», έγραφαν οι εφημερίδες.
Το ικρίωμα είχε στηθεί, ο δήμιος, ονόματι Κοτρωνάρος είχε προσληφθεί από αγγελία, οι κρεμάλες είχαν δεθεί και περίμεναν τους θανατοποινίτες.
Στη μέση ενός αποψιλωμένου χώρου τριγυρισμένου από ψηλούς ευκάλυπτους είχε στηθεί το σκηνικό του θανάτου.
Από τον οριζόντιο στύλο κρέμονταν τρία σχοινιά που κατέληγαν σε βρόχο.
Γύρω από το ικρίωμα ήταν παρατεταγμένα τάγματα πεζικού και μία ίλη ιππικού.
Το γενικό πρόσταγμα το είχε ο αντισυνταγματάρχης Βασίλειος Ντερτιλής (από τους στενούς συνεργάτες του Πάγκαλου κι εμπνευστής αργότερα, επί Κατοχής των Ταγμάτων Ασφαλείας και πρώτος διοικητής της Ανώτατης Διοίκησης Ευζωνικών Ταγμάτων.
Γιός του ήταν ο Νικόλαος Ντερτιλής που καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για τη δολοφονία που διέπραξε στην διάρκεια των γεγονότων του Πολυτεχνείου το 1973.)
Στις 09:15 π.μ. αφού καθαιρέθηκαν των βαθμών τους, οι δύο μελλοθάνατοι αφέθηκαν στα χέρια του δημίου Κοτρωνάρου, ο οποίος αφού πρώτα τους έδεσε τα χέρια, στη συνέχεια τους κάλυψε το πρόσωπο με λευκές κουκούλες και τους πέρασε τον βρόχο στο λαιμό.
Στις 09:21 ο επικεφαλής αξιωματικός του εκτελεστικού αποσπάσματος ανθυπασπιστής Κυριακού πρόσταξε:
«Σύρατε!».
Τα ανάβαθρα σύρθηκαν και τα δύο σώματα αιωρήθηκαν στο κενό.
Στη συνέχεια, τα στρατιωτικά τμήματα παρέλασαν μπροστά από το ικρίωμα και η μακάβρια τελετή έλαβε τέλος.
Ο ιατροδικαστής διαπίστωσε ότι: ο μεν θάνατος του Δρακάτου «επήλθε ακαριαίως», ο δε του Ζαριφόπουλου λόγω κακής εφαρμογής του βρόγχου «μετά τινά λεπτά εξ εγκεφαλικής υπεραιμίας».
ΚΑΙ Ο ΠΑΓΚΑΛΟΣ ?
Μετά την ανατροπή του, η κυβέρνηση Κονδύλη τον κατηγόρησε για σκάνδαλα που συνέβησαν επί εξουσίας του, όπως εκείνο με το καζίνο Ελευσίνας, για την προμήθεια 512 γερμανικών αυτοκινήτων κ.ά., κατηγορίες τις οποίες ο ίδιος ο Πάγκαλος αρνήθηκε ενώπιον του Ανώτατου Ανακριτικού Συμβουλίου.
Ο Πάγκαλος δεν προσήχθη σε δίκη και τελικά αποφυλακίστηκε.
Ο άνθρωπος που είχε στείλει δυο αξιωματικούς στο θάνατο για οικονομικά σκάνδαλα κατηγορήθηκε για ανάλογα αδικήματα!
Πληροφορίες
Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, H δικτατορία του στρατηγού Θεόδωρου Πάγκαλου
Τάσος Βουρνάς, Ιστορία της Νεώτερης και Σύγχρονης Ελλάδας, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2005, Τόμος Β΄
ΕΘΝΟΣ
Kinima ypervasi.gr
militaire.gr