Διδάγματα από την εξεταστική επιτροπή για τα ΜΜΕ και τις δημοσκοπήσεις

Του Γιάννη Κεφαλογιάννη (*)

Η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής που προκάλεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, για τη διερεύνηση του ρόλου των ΜΜΕ και των δημοσκοπήσεων στη διαχείριση της πανδημίας, ολοκλήρωσε τις εργασίες της με τη συζήτηση στην ολομέλεια της Βουλής των πορισμάτων από τα κοινοβουλευτικά κόμματα. Για την Νέα Δημοκρατία, τα όσα κατήγγειλε η Αξιωματική Αντιπολίτευση περί «πολιτικής χειραγώγησης της κοινής γνώμης και κατασπατάλησης δημοσίου χρήματος από την Κυβέρνηση», αποδείχθηκαν με πανηγυρικό τρόπο παντελώς ανυπόστατα, ψευδή και -εντέλει – συκοφαντικά.

 Αν, ωστόσο, πράγματι κάτι υπήρξε, αυτό ήταν η προσπάθεια «ευτελισμού των θεσμών». Όχι προφανώς από μια ανύπαρκτη «στρατηγική ποδηγέτησης του Τύπου» που φαντασιώθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά από τη μεταχείριση που ο ίδιος επιφύλαξε σε μια κορυφαία διαδικασία κοινοβουλευτικού ελέγχου, όπως είναι η σύσταση  εξεταστικής επιτροπής μετά από πρόταση της μειοψηφίας, την οποία, με τον τρόπο που την αντιμετώπισε, επιχείρησε να απαξιώσει.

Για όσους μπορούν ακόμη να διαβάζουν τα γεγονότα χωρίς κομματικές παρωπίδες, ήταν εμφανές από τη πρώτη στιγμή – ακόμη και από τη φρασεολογία του τίτλου που προτάθηκε για να περιγράφει το αντικείμενο της επιτροπής – ότι στόχος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η ύφανση μιας κατεξοχήν πολιτικής δίκης για κομματική πρόσοδο και όχι η ουσιαστική ανεύρεση της αλήθειας. Δεν ήταν μόνο το γεγονός ότι αρνήθηκε να συμπεριληφθεί και η δική του κυβερνητική θητεία στην υπό εξέταση περίοδο, φοβούμενος προφανώς την αντιπαραβολή της διαχειριστικής ικανότητας και πολιτικής υπευθυνότητας ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις. Ήταν κυρίως η προσπάθεια εργαλειοποίησης της συγκεκριμένης διαδικασίας και η χρήση της στρεψοδικίας ως βασικής μεθόδου ανάλυσης του αποδεικτικού υλικού και εξέτασης των μαρτύρων. 

Ειδικά ως προς τη πρώτη μεθόδευση, μοναδικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε η κλήτευση πολιτικών προσώπων – και ιδίως του κ. Πέτσα-  με σκοπό αποκλειστικά τη δημιουργία τηλεοπτικών καρέ υπουργών που «ανακρίνονται» από βουλευτές της αντιπολίτευσης.  Το αίτημα αυτό προφανώς και δεν μπορούσε παρά να τύχει της απόλυτης  απόρριψης  από τη Νέα Δημοκρατία.  Πρώτον γιατί,  η ενδελεχής  μελέτη όλων των εγγράφων αποδείκνυε αν όλα έγιναν νόμιμα ή  μη. Δεύτερον γιατί, το πραγματικά ζητούμενο ήταν να κληθούν εκείνα τα πρόσωπα που διαχειρίστηκαν άμεσα τις ελεγχόμενες συμβάσεις, και τα οποία είναι υπεράνω κομματικής ή πολιτικής σκοπιμότητας. Ας σημειωθεί εδώ ότι η πρόταση κλήτευσης αυτών των προσώπων ως μαρτύρων ήταν κοινή εν πολλοίς με την αντιπολίτευση. 

Παραβλέποντας την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, ότι, στο βαθμό που, από την εξέταση αυτών των προσώπων και την ανάλυση του αποδεικτικού υλικού, προκύψει η ανάγκη κλήτευσης και πολιτικών προσώπων, αυτά θα μπορούσαν να προσκληθούν, ο ΣΥΡΙΖΑ επέμενε σε έναν  «ανοιχτό» κατάλογο μαρτύρων, με στόχο να μετατρέψει την εξεταστική επιτροπή σε ένα πολιτικό b-movie.

Τα ψέματα όμως έχουν κοντά ποδάρια. Δυστυχώς γι΄αυτόν, αν κάτι αποδείχθηκε από την εξεταστική διαδικασία, πέρα από τη μη ύπαρξη ποινικών ή πολιτικών ευθυνών, ήταν το πόσο δραματικά επιτακτικό υπήρξε να ενημερωθούν οι πολίτες, στο πρώτο κύμα της πανδημίας, για τη λήψη των απαραίτητων μέτρων ατομικής προστασίας. Αποδείχθηκε πόσο χρήσιμη υπήρξε η καμπάνια εμβολιασμού για να θωρακιστούν οι πολίτες, όχι μόνο έναντι του κορονοϊού, αλλά και από τη διασπορά ψευδών ειδήσεων και την επέλαση κάθε λογής θεωριών συνομωσίας. Αποδείχθηκε πόσο σημαντικό είναι, αν πραγματικά επιθυμείς ισχυρή την πατρίδα σου στο εξωτερικό, να διαχειρίζεσαι με επιστημονική τεκμηρίωση και επαγγελματική προσέγγιση το «brand» της ανά την υφήλιο. Ως προς αυτό, ελπίζω, ειλικρινά, οι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ να αντιλήφθηκαν κάτι που αγνοούσαν τα χρόνια που ταλαιπώρησαν με τον αφόρητο λαϊκισμό τους την Ελλάδα. Ότι εκτός από την οικονομία και τον πολιτισμό, η ποιότητα του πολιτικού συστήματος- συμπεριλαμβανομένων των λεγομένων και των πεπραγμένων της εκάστοτε κυβέρνησης και αντιπολίτευσης- αποτελεί μέρος της εικόνας μιας χώρας. 

Αποδείχθηκε τέλος, η στρατηγική και πολιτική απελπισία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος προσπάθησε να πείσει ότι από την καθ΄όλα έγκυρη έρευνα γνώμης μιας και μόνο εταιρείας, επιχειρήθηκε να χειραγωγηθεί μια ολόκληρη κοινωνία. Την ίδια στιγμή μάλιστα που, από την εξεταστική διαδικασία, αναδυόταν με ανατριχιαστική λεπτομέρεια, το στήσιμο κατ΄ ευφημισμό και μόνον δημοσκοπικών εταιρειών «μιας χρήσης» από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, απλά και μόνο για παραπλανήσουν την ελληνική κοινωνία, προ των εκλογών του 2019, ότι «εκλογικό αποτέλεσμα ακόμη παίζεται». 

 

 

(*) Ο κ. Γιάννης Κεφαλογιάννης είναι Βουλευτής Ρεθύμνου, και πρώην Υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών

 

 

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ
Click to Hide Advanced Floating Content