Η υπόθεση του Ηρώου του Ηρακλείου. Πεπραγμένα και πρακτέα

Του Γιώργου Τζωράκη(*)

Το Μεσοπολεμικό Ηρώο της πόλης του Ηρακλείου αποτελεί ζήτημα που με απασχόλησε για πρώτη φορά το 2009, κυρίως λόγω προσωπικής περιέργειας για το εντελώς άγνωστο, έως τότε, μνημείο της πόλης μας. Έπειτα από σχετική έρευνα στα αρχεία των εφημερίδων της εποχής του Μεσοπολέμου, κατόρθωσα να δημοσιεύσω μια εκτενή εξιστόρηση στην εφημερίδα “Πατρίς”, και ακολούθησε, το επόμενο έτος μια συστηματικότερη δημοσίευση μου με τα σχετικά επιστημονικά προαπαιτούμενα, στο περιοδικό Παλίμψηστο της Βικελαίας Βιβλιοθήκης (τ. 24/2010). Ήταν η εποχή που υπάλληλοι της πολεοδομίας Ηρακλείου, η διευθύντρια κ. Μαίρη Φραγκιουδάκη και ο κ. Μανόλης Στρατάκης, εδιώκοντο δικαστικά από τους ιδιοκτήτες του χώρου, καθώς κατά τη γνώμη τους ολιγωρούσαν αναφορικά με την υπογραφή της αιτούμενης άδειας κατεδάφισής του Ηρώου. Η αναζήτηση, επομένως, της ιστορίας του Ηρώου, απέκτησε για μένα, ακούσια, ένα κάπως επείγοντα χαρακτήρα. 

Το κείμενό της μελέτης για την ιστορία του Ηρώου, που δημοσιεύτηκε στο Παλίμψηστο, κατατέθηκε από το Σύλλογο στον οποίον ανήκα, το Σύλλογο Εκτάκτων Αρχαιολόγων, στην Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων Κρήτης. Ο Στόχος μας ήταν, σε συνεννόηση με την συμβασιούχο τότε μηχανικό της Υπηρεσίας κ. Κατερίνα Λεμπιδάκη, να προκαλέσουμε την αναπομπή, την επανεξέταση δηλαδή της κήρυξης του Ηρώου, από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων, στην Αθήνα.

Με δεδομένη την αποδεδειγμένη πλέον ιστορικότητα του μνημείου, και αλλά ακόμη στοιχεία, που αποκαλύφθηκαν και δημοσιεύθηκαν τότε,  ήμασταν βέβαιοι ότι  το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων, που το 2006 είχε αποφασίσει ομόφωνα ότι το Ηρώο δεν ήταν άξιο λόγου για προστασία και διατήρηση,  θα προέβαινε στην διορθωτική απόφαση που θα κήρυσσε το Ηρώο ως διατηρητέο μνημείο. 

Ήμασταν βέβαια αιθεροβάμονες καθώς σπανίως σε αυτή τη χώρα εξόφθαλμα παράλογες αποφάσεις του Κράτους λαμβάνονται κατά λάθος…

Η κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου ΔΕ θεώρησε ότι προέκυπταν νέα στοιχεία για το μνημείο και ως εκ τούτου ΔΕΝ έκρινε σκόπιμη την αναπομπή του θέματος στο Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων. Τι κι αν αποδεικνύαμε τότε με τον πλέον ρητό τρόπο ότι το Ηρώο, κατασκευάστηκε μέσα στο ιστορικό πλαίσιο των εορτασμών της Εκατονταετηρίδας από την εθνική Παλιγεννεσία, το 1930, όπως κατασκευάστηκαν τότε πολλά μνημεία  τότε στην Ελλάδα, ευτυχώς τα περισσότερα σήμερα διατηρητέα. Και ήταν αφιερωμένο στους αγωνιστές των κρητικών επαναστάσεων. 

Αδιάφορο ήταν για το Υπουργείο ότι το Ηρώο σχεδιάστηκε από τον Δημήτρη Κυριακό, έναν από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες της Κρήτης, του οποίου άλλα κτίσματα στολίζουν σήμερα, ευτυχώς, ως διατηρητέα το Ηράκλειο. Τι κι αν αποδείξαμε ότι το Ηρώο χτίστηκε εξολοκλήρου από εράνους, και για την κατασκευή του συνεισέφεραν χιλιάδες πολίτες, φορείς και κοινότητες από ολόκληρο το νομό Ηρακλείου. Τι κι αν αποδείξαμε τότε ότι το Ηρώο, που υπήρξε βέβαια το πρώτο Ηρώο της πόλης, αποτέλεσε ταυτόχρονα κι ένα σημαντικό εθνογραφικό-ιστορικό μουσείο το οποίο λειτουργούσε ο Δήμος Ηρακλείου, και στο οποίο φυλάσσονταν για χρόνια από κειμήλια έως και οστά ηρώων, αγωνιστών των κρητικών επαναστάσεων.

Το Υπουργείο επέμεινε τότε σε μια άδικη για το μνημείο απόφασή του, εκείνη του 2006, στην οποία είχε οδηγηθεί από μια θετική αλλά πρόχειρη αξιολόγηση της τοπικής Υπηρεσίας, ή οποία απέδιδε το μνημείο σε άλλον αρχιτέκτονα, και τοποθετούσε την κατασκευή του σε προγενέστερα έτη.  Η λανθασμένη χρονολόγηση όμως του κτίσματος απογύμνωνε πλήρως το Ηρώο από το ιστορικό πλαίσιο των εορτασμών της Εκατονταετηρίδας, τους εράνους, τη λαμπρότητα των εγκαινίων, τον βαρύτατο ηθικό και συναισθηματικό συμβολισμό που περιέκλειε η αφιέρωση του μνημείου στους αγωνιστές των επαναστάσεων, εκ των οποίων κάποιοι μάλιστα πρόλαβαν να παρευρεθούν στον εορτασμό των εγκαινίων του!

Όλα αυτά ήταν ψιλά γράμματα για τη διάτρητη, διαχρονικά δυστυχώς, ηθική συγκρότηση της ανώτερης ιεραρχίας του Υπουργείου Πολιτισμού, που δεν επιθυμούσε την κήρυξη του Ηρώου και επέμενε στην υποβολιμαία απόφαση της απαξίωσης και καταστροφής του. 

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΗΡΩΟΥ

Το απαξιωμένο σήμερα Ηρώο του Ηρακλείου στην Πλατεία Ελευθερίας, το μοναδικό σωζόμενο δημόσιο κτήριο μινωικής αρχιτεκτονικής στο Ηράκλειο, γνώρισε κάποτε ημέρες δόξας. (Εικόνα 1)

Κατασκευάστηκε το 1930 από τη Νομαρχία Ηρακλείου, στο πλαίσιο του εορτασμού των 100 χρόνων από την απελευθέρωση της Ελλάδας και τη σύσταση του Ελληνικού Κράτους. Η σχετική εγκύκλιος της Κυβέρνησης Βενιζέλου, εκτός από τον κεντρικό εορτασμό στην Αθήνα, υπαγόρευε τη διοργάνωση εκδηλώσεων τοπικού χαρακτήρα σε κάθε μεγάλη πόλη, και την ανέγερση «έργων αναμνηστικών αξίων λόγου»,  που θα αποτελούσαν το επίκεντρο των εορτών. 

O τότε Νομάρχης Ηρακλείου Εμμ. Λυδάκης συνέστησε επιτροπή προσωπικοτήτων, την Επιτροπή Εκατονταετηρίδας, επιφορτισμένη με την ευθύνη της διοργάνωσης των πολυήμερων εορτών, και μια από τις πρώτες αποφάσεις της ήταν η ανέγερση «Ηρώου υπέρ των Κρητών Αγωνιστών». (Εικόνα 2)

Η μελέτη του έργου ανατέθηκε στον μηχανικό του Δήμου Ηρακλείου Δημ. Κυριακό, έναν αρχιτέκτονα που έχει αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στην πόλη. Αξίζει να αναφερθούν ορισμένα δημιουργήματά του, τα οποία αποτελούν και σήμερα τα κύρια κοσμήματα του Ηρακλείου: Η Οικία Τσαχάκη στην οδό Θεσσαλονίκης, το μέγαρο της εφημ. «Πατρίς», η Οικία Λογιάδη (τ. Γαλλικό Ινστιτούτο), καθώς και η Οικία Κοθρή, το άλλοτε ξενοδοχείο «Φλώριδα» και το Μέγαρο Λιοπυράκη στην 25ης Αυγούστου. Ο Κυριακός πραγματοποίησε επίσης την τριχοτόμηση των ενιαίων Τουρκικών Στρατώνων (Κισλάδων) στη Λεωφόρο Δικαιοσύνης, προτείνοντας, από τότε, τη στέγαση της Νομαρχίας, του Δικαστικού Μεγάρου και της Αστυνομίας, και αντιτασσόμενος στις φωνές που ζητούσαν, απερίσκεπτα και τότε, την κατεδάφισή τους. Τα μεγαλοπρεπή αυτά κτίσματα, μαζί με πολλά ακόμη, που προσέδωσαν μια νέα, ευρωπαϊκή μορφή στην πόλη, στηρίζουν κατά τη γνώμη μας τον ισχυρισμό πως ο Δ. Κυριακός ωφέλησε την πόλη του Ηρακλείου όσο την Αθήνα ο Τσίλερ.  

Η Επιτροπή Εκατονταετηρίδας είχε προβλέψει και την αρχιτεκτονική μορφή του Ηρώου, το οποίο θα ακολουθούσε «ρυθμό μινωικό», σε μια συμβολική απόπειρα σύνδεσης των επιμέρους περιόδων της Κρητικής ιστορίας. Την εποπτεία της ανέγερσης του μνημείου ανέλαβε 4μελής επιτροπή, αποτελούμενη από το Νομάρχη Εμμ. Λυδάκη, το Δήμαρχο Ανδρέα Παπαδόπουλο, τον Δ. Κυριακό, και το Διευθυντή του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου Σπυρίδωνα Μαρινάτο. Την 19η Ιουνίου 1930 το Δημοτικό Συμβούλιο Ηρακλείου, ύστερα από σχετική αίτηση της Επιτροπής, ενέκρινε «όπως διατεθεί χώρος παρά την Πλατείαν Ελευθερίας και εις θέσιν Ντιγλή Περβόλι, προς ανέγερσιν του επί ταις Εορταίς της Εκατονταετηρίδος Ηρώου του Νομού Ηρακλείου».

Το κτίσμα αντέγραφε αρχιτεκτονικά τον τύπο του Μινωικού Μεγάρου. Μια εξωτερική κιονοστοιχία με δύο ερυθρούς κίονες δημιουργούσαν ανοιχτή στοά, η οποία οδηγούσε στον κυρίως χώρο. Συμβολικά απέδιδε ανακτορικού τύπου μινωικό ιερό. (Εικόνα 3) Όπως, συχνά, και στα μινωικά ιερά, οι εσωτερικοί τοίχοι του Ηρώου περιτρέχονταν από χτιστά πεζούλια, τα θρανία, δηλωτικά και αυτά του λατρευτικού χαρακτήρα του χώρου, και το αντίγραφο ενός μινωικού θρόνου, στο βάθος, συμβόλιζε τη διαρκή παρουσία της αδιόρατης Θεότητος. Η πρόσοψη του Ηρώου επιστεφόταν από επάλληλα ζεύγη κεράτων καθοσιώσεως, τα ιερότερα σύμβολα του μινωικού κόσμου,  που συμβόλιζαν εδώ ικκετίριους βραχίονες, σε μια αδιάκοπη επίκληση στο Θείον. Στην οροφή του μνημείου, η ενότητα της επίπεδης στέγης διασπάστηκε από υπερυψωμένους φωταγωγούς, που επέτρεπαν τον φυσικό φωτισμό του χώρου, όπως είχαν διδάξει οι Μινωίτες ήδη από την 2η χιλιετία π.Χ. Κατά το πρότυπο, πάλι, των μινωικών μνημειακών κτιρίων, η λίθινη τοιχοποιία ενισχύθηκε με ξυλοδεσιές που αναπαραστάθηκαν με μπετόν, σύμφωνα με την τεχνική που είχε εισαγάγει ο Evans στις αναστηλώσεις του ανακτόρου της Κνωσού. Ολόκληρο το υπερυψωμένο ισόγειο μνημείο στηρίχτηκε σε χαμηλό ημιυπόγειο θάλαμο, με είσοδο κάτω από το πρόπυλο, σε ένα επιχειρούμενο συμβολισμό των πρωτοχριστιανικών κρυπτών.

Ο καινοφανής, σήμερα,  «μινωικός ρυθμός» στον σχεδιασμό του Ηρώου, βρίσκει και μια πρακτική ερμηνεία στην επισήμανση του Νομάρχη Εμμ. Λυδάκη ότι απέβλεπε στο «να προσελκύσει την προσοχή των ξένων των διερχομένων εκείθεν προς επίσκεψιν των αρχαιοτήτων της Κνωσσού». Βρισκόμαστε, άλλωστε, στις αρχές της δεκαετίας του ’30, τότε που ο τουρισμός στην Κρήτη ήταν ανύπαρκτος και οι αφίξεις των ξένων αποτελούσαν σημαντικό γεγονός, μνημονευόμενο στον τοπικό τύπο κάτω από τον τίτλο «Αφίξεις περιηγητών». Είναι βέβαιο, όμως, πως το σχέδιο του Ηρώου προτάθηκε από τον Σπ. Μαρινάτο, τον τότε Διευθυντή του Μουσείου Ηρακλείου και Έφορο των Αρχαιοτήτων, σε μια εποχή που οι αρχαιολόγοι διαδραμάτιζαν καίριο ρόλο στα πολιτιστικά πράγματα του τόπου. Σίγουρα πάντως ήταν η εποχή της μεγάλης ανάδειξης της μνημειακής αρχιτεκτονικής της μινωικής Κρήτης, η οποία, με τις αναστηλώσεις του Evans στην Κνωσό, ετύγχανε της μεγαλύτερης δυνατής προβολής και αναγνωρισιμότητας. 

Η ΑΝΕΓΕΡΣΗ

Η ανέγερση του Ηρώου από το Δημήτρη Κυριακό ξεκίνησε με γοργούς ρυθμούς μετά την άνοιξη του 1930 και σύντομα οι αντιδράσεις του τύπου της εποχής ήταν μάλλον ενθουσιώδεις: «Το Ηρώον μας ευρίσκεται εν τω περατούσθαι. Ολόκληρος η γύρω έκτασις διαμορφούται κατά τρόπον καλαισθητικόν και προπαρασκεαζόμενον προς την εικόνα που παρουσιάζει το ιδρυθέν εκεί μνημείον». Και αλλού: «Ήρχισε να πρεπίζει ο χώρος του περβολιού του Μάρκογλου. Οι εργάτες εργάζονται για την ανέγερση του Ηρώου και τη νύχτα ακόμη. Και το Ηρώο παίρνει πια φόρμα. Φόρμα που μας δείχνει πως θα γίνει κάτι το έχταχτο… Καθώς είναι γνωστό θα πάρει μινωικό ρυθμό… Οι κολώνες μάλιστα οι ανεστραμμένες έγιναν κιόλας. (…) Το φανταζόμαστε από τώρα χρωματισμένο και το απολαβαίνομε με τη φαντασία. Γύρω – γύρω κήπος- πρασινάδα. Πάνω του μεγαλόπρεπο το μπεντένι…Θα ’ναι κάτι το έχταχτο, το ξαναλέμε. Ακόμα έτσι το Ηράκλειο μαζί με το βενετσιάνικο, ανατολίτικο και σύγχρονο χρώμα αποκτά και το μινωικό».  Και τέλος: «Μολονότι του λείπουν ακόμη πολλαίς συμπληρώσεις, εν τούτοις το καλλιτέχνημα συγκινεί και τον πειο ανίδεο άνθρωπο…». 

ΤΑ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΗΡΙΑ

Ως ημερομηνία έναρξης του διήμερου εορτασμού της εκατονταετηρίδας στο Ηράκλειο ορίζεται η 5η Οκτωβρίου 1930. Περιλαμβάνει δοξολογία, παρελάσεις, πανηγυρικούς λόγους, επιμνημόσυνες δεήσεις, καταθέσεις στεφάνων, κ.α. Την κυβέρνηση εκπροσωπούν ο Υπουργός Στρατιωτικών Θ. Σοφούλης και ο Πρόεδρος της Κεντρικής Επιτροπής Εορτασμού Εκατονταετηρίδος Ιω. Δαμβέργης, μαζί με μεγάλο αριθμό αξιωματικών του ναυτικού και των ευζώνων. (Εικόνα 4) Συμμετέχουν επίσης εκπρόσωποι ξένων κρατών, συλλόγων, και πλήθος δημοσιογράφων από την Αθήνα. Στην πόλη του Ηρακλείου έχουν συρρεύσει χιλιάδες κάτοικοι από ολόκληρο το Νομό Ηρακλείου αλλά και από τους γύρω νομούς. 

Τα αποκαλυπτήρια του Ηρώου προγραμματίστηκαν στις 4 μ.μ., κατά την πρώτη ημέρα των εορτασμών. Οι θρυλικότεροι από τους εν ζωή τότε αγωνιστές των κρητικών επαναστάσεων, «προσερχόμενοι με την Κρητικήν στολήν των και την πανοπλίαν των», παρέστησαν ως τιμητική φρουρά του νέου μνημείου. Ο τύπος των ημερών σημειώνει με δέος την παρουσία των Ιω. Αϊνικολιώτη, Καπετάν Χατζομιχάλη, Γιάννη Πολυξίγκη, Καραντινού, Γ. Κοκκινάκη, Απ. Τσαπάκη, Εμμ. Μπιζαράκη, Ματθ. Ζαχαριάδη, Γ. Σισμινάκη, Γ. Ξύδη, Εμμ. Κοντή, Μύρ. Καραγιαννάκη, Γ. Πατσιδιανού «και άλλων γνωστών και άγνωστων από την χορείαν των παλαιών αγωνιστών του 1866 και εντεύθεν. (Εικόνα 5)

Από τον Ηρακλειώτικο τύπο, που καλύπτει λεπτομερώς τις εορτές, αντιγράφουμε και το χρονικό των αποκαλυπτηρίων του Ηρώου: «Προκειμένου εις τας 4 μ.μ. να γίνουν τα αποκαλυπτήρια του Ηρώου, ήρχισαν από 3.30 καταφθάνοντα τμήματα στρατού με τας μουσικάς των. Ακολούθως καταφθάνουν οι παλαιοί αγωνισταί συντεταγμένοι με επί κεφαλής τας σημαίας των κρητικών επαναστάσεων φέροντες και τα όπλα των.  Ούτοι τοποθετούνται επί των βάθρων της κλίμακος ένθεν και ένθεν του Ηρώου. Παραλλήλως παρετάχθησαν τα σχολεία και ένθεν ο κόσμος επλήρωσεν ασφυκτικώς την Πλατείαν. (…) (Εικόνα 6) Ο κ. Σοφούλης αποκαλύπτει είτα το Ηρώον υπό τους κανονιοβολισμούς των παρά την Βίγλαν πυροβόλων, του Αντιτορπιλικού Έλλη και τας ζητωκραυγάς του πλήθους, ανακρουώντων των μουσικών του Εθνικού Ύμνου. (…) «Ιδιαιτέρως συνεκίνησεν η σύντομος αλλ΄ ιδιαιτέρως εμπνευσμένη προσφώνησις του κ. Δαμβέργη, προέδρου της Κεντρικής Επιτροπής Εκατονταετηρίδος, καταθέσαντος αναμνηστικήν πλάκα φέρουσαν την επιγραφήν: Εις την πολυθαύμαστον Κρήτην, την εξανθίσασαν άνθη τα τίμια, αιωνία η ευγνωμοσύνη». Και αλλού:  «Ο κόσμος δεν παύει να κινείται όλο το μεσημέρι ως τις 4, ώρα που είναι ορισμένη για τα αποκαλυπτήρια του Ηρώου. (Εικόνα 7) Στα δύο δεόμενα χέρια του Ηρώου κυματίζουν δύο γαλανόλευκες. Την πρόσοψή του τη σκεπάζουν σαν μπερντέδες δυο άλλες σημαίες. Σε μια στιγμή οι σημαίες αυτές παραμερίζουν και το Ηρώον προβάλει με όλη του τη μεγαλοπρέπεια. Οι κολώνες του οι κόκκινες, η θύρα του, το εσωτερικό του με τη διπλή σειρά των εδωλίων και το θρόνο στο βάθος κάνουν εξαίρετη εντύπωση στους ξένους, γιατί δεν είναι να γίνεται λόγος για τον κόσμο των Ηρακλειωτών, που το παρακολούθησε από την κατάθεση του πρώτου λιθαριού, ως το τέλειο αποπεράτωμά του, με αληθινή στοργή. […] Κι οι ξένοι, κι ο κ. Σοφούλης και ο κ. Δαμβέργης και οι κ.κ. Πετρίδης, Γρηγορίου, Μπρισιμιτζάκης κι ο Στρατηγός Κόρακας, καθώς και ο Υπουργός Γεν. Διοικητής Κρήτης Κ. Κατεχάκης έμειναν ενθουσιασμένοι απ΄ το μοναδικό αυτό μαυσωλείο που αποτελεί κόσμημα για την πόλη».  

Εντυπωσιακή είναι και η κάλυψη των γεγονότων απο τον Αθηναϊκό τύπο. Διαβάζουμε από το Αθηναικό Βήμα της 8ης Οκτωβρίου 1930, το οποίο αφιερώνει στα γεγονότα σχεδόν ολόκληρη την τρίτη σελίδα του: 

Το θέαμα το οποίον παρουσίαζε η πλατεία με την στρατιωτικήν  παράταξιν, εις την οποία έλαβον μέρος το πρότυπον τάγμα των ευζώνων, και η φρουρά της πόλεως, με τας 20 και πλέον χιλιάδας του συγκεντρωθέντος κόσμου, με τους μαθητάς των σχολείων, και τους προσκόπους, με τας αντιπροσωπείας όλων ανεξαιρέτως των σωματείων, ήτο μεγαλοπρεπές και επιβλητικόν. 

Και όλον αυτό το πλήθος κατελήφθη από ρίγη ενθουσιασμού και συγκινήσεως όταν προσήλθον και παρετάχθησαν προ του Ηρώου, οι ευρισκόμενοι ακόμη εν τη ζωή αγωνισταί των επαναστάσεων με τα όπλα και τας σημαίας των. Ο γέρο Αηνικολιώτης, από το χωρίον Δαφνές, παράλυτος και σχεδόν τυφλός, πραγματικόν ερείπιον της ζωής, μετεφέρθη δι αυτοκινήτου. Μεταξύ των σημαιών ήσαν η ένδοξος σημαία του Κόρακα, η οποία ουδέποτε εταπεινώθη προς του εχθρού, και η σημαία του εκ του χωρίου Κρουσώνος Οπλαρχηγού Μακατούνη, διάτρητος από τας σφαίρας, και αιμόβρεκτος από μίαν σώμα προς σώμα συμπλοκήν.

Μετά ολιγόλογον προσφώνησιν του Νομάρχου κ.Λυδάκη, ο υπουργός των στρατιωτικών εν μέσω βαθείας κατανύξεως και ενώ ο στρατός παρουσίαζε όπλα, έσυρεν ένδακρυς το σχοινίον και συνεπτύχθη η σημαία η καλύπτουσα την πρόσοψιν του Ηρώου.  Τα τηλεβόλα της Έλλης, εχαιρέτησαν και αι μουσικαί του στόλου, του πρότυπου τάγματος και του δήμου ανέκρουσαν τον εθνικόν ύμνον, και το θούριον της νήσου “Από φλόγες η Κρήτη ζωσμένη”.

ΟΙ ΕΡΑΝΟΙ

Η οικονομική δυσπραγία της εποχής επέβαλε την ανέγερση του Ηρώου, με εράνους. Σχετικές εκκλήσεις της Επιτροπής Εκατονταετηρίδας και της Νομαρχίας Ηρακλείου προς τους Δήμους, τις Κοινότητες, τα Επιμελητήρια, τα Σωματεία, τα Ιδρύματα, τους Συνεταιρισμούς, αλλά και τους κατοίκους του νομού, ζητούσαν την οικονομική ενίσχυση της Επιτροπής. Και είναι γεγονός ότι παρατηρήθηκε τότε μια ασυνήθιστη, για τα σημερινά δεδομένα, άμιλλα μεταξύ φορέων και κατοίκων για τη συγκέντρωση χρημάτων, τις χορηγίες των οποίων η Επιτροπή κοινοποιούσε ονομαστικά κάθε φορά στον τύπο, κάτω από τον τίτλο «Υπέρ Ηρώου» ή «Υπέρ Εκατονταετηρίδος». Την δι’ εράνων ανέγερση του Ηρώου, η οποία κόστισε περι τις 200 χιλιάδες δρχ επιβεβαίωσε, σε παρέμβασή του στον τύπο και ο ίδιος ο αρχιτέκτονας του μνημείου, ο οποίος προανήγγειλε την τοποθέτηση στο χώρο του Ηρώου ειδικών στηλών, όπου θα αναγράφονταν «αι κοινότητες αι οποίαι συνετέλεσαν εις την ανέγερσιν του έργου».  

ΤΟ ΗΡΩΟ ΩΣ ΜΟΥΣΕΙΟ

Στα άμεσα σχέδια του Κυριακού ήταν η μετατροπή του Ηρώου σε Ιστορικό-Εθνολογικό Μουσείο της Κρήτης, με την επέκταση του υφιστάμενου κτίσματος.   «Το σημερινό λοιπόν Ηρώον θα είναι μόνον είσοδος προς το Ναόν-Μουσείον, όπου θα είναι αναρτημένα οι εικόνες, τα όπλα και εν γένει τα αντικείμενα εκάστου ήρωος». Το όραμα αυτό πιθανώς επηρεάστηκε και πάλι από τον Έφορο Αρχαιοτήτων Μαρινάτο, ο οποίος κατά τη διάρκεια των εορτών είχε διαμορφώσει ειδική αίθουσα στο Μουσείο Ηρακλείου, όπου συγκέντρωνε και εξέθετε κειμήλια της επανάστασης. Η επέκταση αυτή δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, προφανώς για οικονομικούς λόγους. Μην ξεχνάμε την παγκόσμια οικονομική κρίση με το κραχ του 1929, από τα οποία δεν ξέφευγε βέβαια η Κρήτη και το Ηράκλειο. 

Από την ίδρυσή του και για τα επόμενα χρόνια το μνημείο αποτελούσε, πάντως, το κύριο Ηρώο του Ηρακλείου, στους εορτασμούς των ιστορικών επετείων, με τελετές που περιελάμβαναν πανηγυρικούς λόγους, κατάθεση στεφάνων και απόδοση στρατιωτικών τιμών. (Εικόνα 8)

Σίγουρα όμως αποτελούσε ένα από τα κύρια αξιοθέατα του Ηρακλείου, ενταγμένο απόλυτα μέσα στο δημοτικό κήπο της πόλης, όπως φαίνεται και στις σχετικές καρτ ποστάλ τις εποχής. (Εικόνα 9)

Εκτός, όμως, από Ηρώο της πόλης το απαξιωμένο σήμερα μνημείο είχε και παράλληλη χρήση. Μέσα στο Ηρώο, που ήταν επισκέψιμο και εκτός εορτών, φυλάσσονταν, αναθήματα και πολεμικά κειμήλια, πιθανώς από εκείνα που είχαν προσκομίσει στο Αρχαιολογικό Μουσείο οι απόγονοι των Κρητών αγωνιστών, κατά τους εορτασμούς της Εκατονταετηρίδας. 

Σύμφωνα με μαρτυρίες, στους τοίχους του Ηρώου ήταν αναρτημένοι πίνακες με πορτραίτα αγωνιστών και διάφορες σημαίες και λάβαρα. Βέβαιη είναι και η ύπαρξη άλλων ενθυμημάτων, όπως η τιμητική πλάκα του Ιω. Δαμβέργη που προαναφέρθηκε, ή ένας αναμνηστικός πίνακας με τα ιστορικά γεγονότα και τις βιογραφίες των παλαιμάχων αγωνιστών του Κρουσώνα που, όπως αναφέρει ο τύπος των ημερών των εορτασμών, κατατέθηκε από τον «Σύλλογο Εφέδρων Κρουσανιωτών», αντί στεφάνου, στο Ηρώο. 

Από αναδημοσίευση φύλλου της εφημερίδος “Ιδη” του 1937 με αφορμή ιστορικό σημείωμα για τον Οπλαρχηγό Τσαγκαραντώνη (Αντ. Ξενάκη) δίνεται η πληροφορία ότι “η σημαία του Καπετάν Τσαγκαραντώνη «βρίσκεται κατατεθειμένη στο Ηρώο Ηρακλείου». 

Επικαλούμαι και μια δημοσιευμένη μαρτυρία ενός παλαιού Ηρακλειώτη του Μαν. Δεδελετάκη, ο οποίος θυμάται εκπαιδευτική εκδρομή του σχολείου του, το 1938,  στο Ηρώο, όπου μετέβαιναν για βιωματική διδασκαλία της τοπικής ιστορίας. Θυμάται μια μεγάλη βιτρίνα, στρωμένη με βελούδο, που περιείχε ένα μαυρισμένο κρανίο,- του Κόρακα, τους έλεγε η δασκάλα-, ένα δάφνινο στεφάνι, κρητικά μαχαίρια, πιστόλια, κι ένα τουφέκι, μαζί με ένα κόκκινο σκούφο και μια κρητική φορεσιά. Γύρω από τη μεγάλη βιτρίνα, θυμάται πολλές ακόμα μικρότερες, που φιλοξενούσαν κρανία και όπλα άλλων αγωνιστών. Στους τοίχους της αίθουσας, θυμάται πορτραίτα αγωνιστών, μαζί με πολεμικά λάβαρα και σημαίες, μαυρισμένες από το χρόνο και διάτρητες από τις σφαίρες των μαχών, μαζί με δάφνινα στεφάνια, και πολλά όπλα και γιαταγάνια με ασημένια σκαλίσματα στις λαβές. 

Εκτός όμως από τη συλλογική μνήμη της πόλης, υπάρχουν και επίσημα έγγραφα που επιβεβαιώνουν τη λειτουργία του Ηρώου ως Ιστορικού – Εθνολογικού Μουσείου Κρήτης· όπως λόγου χάρη το πρόσφατο εύρημα μας αναφοράς του 1937 από τον επιμελητή του Μουσείου Ηρακλείου, Χρήστο Πέτρου, προς το Υπουργείο Παιδείας, στην οποία -με την ιδιότητα του αναπληρωτή του Εφόρου Αρχαιοτήτων Σπ. Μαρινάτου-  συμπεριλαμβάνει το Ηρώο μεταξύ των Μουσείων των διοικητικών ορίων της υπηρεσίας του (Εικόνα 10)

Είναι βέβαιο ότι το Ηρώο λεηλατήθηκε κατά τις πρώτες ημέρες της Κατοχής το Μάιο του 1941. Κανένας, εξάλλου, δε θυμάται το Ηρώο να λειτουργήσει έκτοτε. Ακόμα και ο πενιχρός εορτασμός της πόλης του Ηρακλείου στην επέτειο της 25ης Μαρτίου του 1942, που ήταν ο πρώτος εορτασμός  της επετείου μετά την εισβολή των Ναζί, δεν περιλάμβανε κατάθεση στεφάνων στο Ηρώο, παρά μονάχα στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη.  

Μεγάλος αριθμός των κειμηλίων του Ηρώου δε θα γλίτωσε την καταστροφή. Κάποια ίσως έφτασαν στους απογόνους των αγωνιστών, ενώ πολλά πουλήθηκαν σε σχετικές συλλογές. 

Για να αντιληφθούμε κάπως, πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα θα αναφερθώ σε ένα παράδειγμα. Πρόκειται για τα κειμήλια του Στυλιανού Πρατσινάκη ή Καπετάν Ντάλια: Στον τύπο της εποχής των εορτασμών τα κειμήλια αυτά αναφέρονται ως δωρεά απογόνου του Ήρωα προς το Αρχαιολογικό Μουσείο, για να εκτεθούν στην ειδική αίθουσα της Εκατονταετηρίδας. Σήμερα όμως βρίσκονται στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης ως αγορασθέντα από ιδιώτες,  και μάλιστα από ιδιώτες που θέλησαν να κρατήσουν την ανωνυμία τους.

Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι τα αντικείμενα αυτά παραχωρήθηκαν δύο φορές στην ιστορία τους, σε δύο διαφορετικά Μουσεία της Κρήτης, το 1930 στο Αρχαιολογικό Μουσείο και το 1957 στο Ιστορικό. Την πρώτη φορά όμως δωρήθηκαν από τις οικογένειες των αγωνιστών, ενώ τη δεύτερη φορά πουλήθηκαν από αγνώστους ιδιώτες, που μόνο η παράνομη κατοχή των αντικειμένων αυτών ερμηνεύει την τήρηση της ανωνυμία τους στους καταλόγους του Ιστορικού Μουσείου.

Είμαι βέβαιος ότι το παράδειγμα των κειμηλίων Πρατσινάκη φωτίζει την πορεία κάποιων αντικειμένων που αρχικά συγκεντρώθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο για τον εορτασμό της Εκατονταετηρίδας και αργότερα εκτέθηκαν στο Ηρώο, απ’ όπου αποσπάσθηκαν βίαια, όταν αυτό λεηλατήθηκε τις πρώτες ημέρες τις Γερμανικής εισβολής. Φαίνεται πως όσα εκθέματα δεν καταστράφηκαν τότε, ακολούθησαν το δρόμο της παράνομης κατοχής και της πώλησης, όπως τα κειμήλια Πρατσινάκη, που, ευτυχώς, σώζονται μετά την εξαγορά τους από την Ε.Κ.Ι.Μ. Αντίστοιχη πορεία φαίνεται πως ακολούθησαν και άλλα κειμήλια όπως μια «Σημαία του Κόρακα» και μια «Σημαία των Νιώτη και Σπιθούρη», τα οποία αναφέρονται στα εκθέματα του Αρχαιολογικού Μουσείου το 1930 και σήμερα εκτίθενται στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης ως αγορές από αγνώστους.

Η ΕΚΚΕΝΩΣΗ (;) ΤΟΥ ΗΡΩΟΥ 

Κάποια κειμήλια πάντως φαίνεται πως παρέμειναν για μεγάλο ακόμη διάστημα στο καταργημένο Ηρώο της πόλης. Η τελευταία επίσημη αναφορά σε αυτά είναι τον Φεβρουάριο του 1951, δέκα χρόνια μετά την καταστροφή του Ηρώου, όταν το Δημοτικό Συμβούλιο Ηρακλείου εξετάζει  αίτημα του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Νεοσυλλέκτων Ηρακλείου, να αναλάβει την έκθεσή, στο νεοϊδρυθέν Μουσείο του, “των εικόνων και των λοιπών ιστορικών κειμηλείων άτινα υπάρχουν εις το Ηρώον του παρά την Πλατείαν Ελευθερίας Κήπου“. 

Αντιγράφω και πάλι από τα πρακτικά: 

Το Δημοτικόν Συμβούλιον αποβλέπον εις την καλυτέραν διασφάλισιν των εικόνων αίτινες εφυλάσσοντο εις το ως άνω Ηρώον, όπερ ανηγέρθη κατά τον εορτασμόν της πρώτης Εκατονταετηρίδος της Εθνικής παλιγγενεσίας εν έτει 1930, επί οικοπέδου ούτινος εκ των υστέρων δια δικαστικής αποφάσεως ο Δήμος εστερήθη της κυριότητος και απεβλήθη εξ αυτού παρά των αναγνωρισθέντων ως κυρίων, 

αποφασίζει, 

όπως αι εντός του ως άνω Ηρώου φυλασσόμεναι Εικόνες και άλλα κειμήλια των αγωνιστών των κρητικών απελευθερωτικών επαναστάσεων δοθώσιν επί δανεισμώ- και προς φύλαξιν εις το Μουσείον του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Νεοσυλλέκτων Ηρακλείου. Η παράδοσις των ανωτέρω και η επιλογή αυτών θα γίνει υπό Επιτροπής εκ του Αρχιμηχανικού του Δήμου και του Διαχειριστού Υλικού συντασσομένου σχετικού πρωτοκόλλου. 

Αυτή η απόφαση, που δε γνωρίζουμε καν αν υλοποιήθηκε ποτέ, είναι και η τελευταία γνωστή σε εμένα αναφορά για τα κειμήλια του Ηρώου, για την τύχη των οποίων θα ήταν χρήσιμο να αναληφθεί κάποτε μια ειδική έρευνα. Έκτοτε, πάντως το Ηρώο περιήλθε στα χέρια των ιδιωτών κι έπειτα από διάφορες, άσχετες με την ίδρυσή του χρήσεις, και ταπεινωτικές, εγκαταλείφθηκε και απαξιώθηκε περεταίρω.

Η ΘΛΙΒΕΡΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΙΚΟΝΑ

Σήμερα, η εικόνα του Ηρώου των Κρητών Αγωνιστών δεν τιμά την πόλη του Ηρακλείου και τους ανθρώπους της. (Εικόνα 11-12-13) Εγκατάλειψη και βεβήλωση είναι οι λέξεις που μπορούν να περιγράψουν τη σημερινή κατάσταση του μνημείου, το οποίο εγκλωβίζεται ανάμεσα σε μεταγενέστερα προσκτίσματα, όπως οι τουαλέτες (!) και τα πρόχειρα υπόστεγα. Τα ιερά κέρατα που επέστεφαν το θριγκό του μνημείου έχουν εξαφανιστεί, ενώ οι γυάλινοι φεγγίτες έχουν αντικατασταθεί με σιδερένια πλέγματα και λαμαρίνες. Οι σοβάδες αποκολλούνται και η τοιχοποιία ρηγματώνεται με γοργούς ρυθμούς από την οργιώδη βλάστηση που αναπτύσσεται πάνω στα αρχιτεκτονικά μέρη του Ηρώου. Άγνωστα χέρια έχουν επιχρωματίσει τους ερυθρούς κίονες και την ζωηρή μετώπη του θριγκού, αντικαθιστώντας τη μινωική πολυχρωμία με την ψυχρή λευκότητα του ασβέστη. Πανύψηλα, πυκνά δέντρα έχουν αφεθεί, λες επίτηδες, απεριποίητα, για να κρύψουν την πρόσοψη του Ηρώου, δημιουργώντας ένα μνημείο-φάντασμα, άγνωστο, δυστυχώς, στους περισσότερους κάτοικους της πόλης. Και η σημαντική ιστορία του Ηρώου, που ταυτίζεται, αναπόφευκτα, με τη σύγχρονη ιστορία της πόλης, άγνωστη στους περισσότερους, λησμονείται, καθώς “μισεύουν” ένας-ένας οι άνθρωποι εκείνοι που έζησαν τη δόξα του και είναι σε θέση να μας διδάξουν τη σημασία του.  

ΤΑ ΠΕΠΡΑΓΜΕΝΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΑΚΤΕΑ 

Μετά την αποκαρδιωτική για όλους μας αποτυχία του Συλλόγου Εκτάκτων Αρχαιολόγων να επιβάλει την επαναξιολόγηση του Ηρώου ως Μνημείου, το 2010, έμεινε ως πολύτιμο κέρδος η αφύπνιση της τοπικής κοινωνίας για την ιστορία του Ηρώου και για τον αγώνα σωτηρίας του. (Εικόνα 14)  Με τη μεσολάβηση του Μηχανικού Χάρη Μαμουλάκη,  επί προεδρίας στο ΤΕΕ/ΤΑΚ του Πέτρου Ινιωτάκη, αμφότερων αντιδημάρχων σήμερα της πόλης συμπράξαμε με τον αγαπητό έκτοτε φίλο αρχιτέκτονα Οδυσσέα Σγουρό, και ξεκίνησε ο αγώνας για τη σωτηρία του Ηρώου. Ακολούθησαν 26 φορείς της πόλης μας και εξέχουσες ανεξάρτητες προσωπικότητες, που συνυπογράφαμε κοινό ψήφισμα υπέρ της προστασίας του Ηρώου. (Εικόνα 15-16)

Προκλήθηκαν σημαντικές τότε εκδηλώσεις και γενικότερη αναστάτωση επί του θέματος. Ακόμα και η εφημερίδα Καθημερινή συνέβαλε με άρθρο της σε αυτήν την  προσπάθεια. (Εικόνα 17) Προκαλέσαμε ακόμη και την παρέμβαση της Γενικής Γραμματέως Πολιτισμού Λίνας Μανδώνη που επισκέφθηκε το μνημείο και αμέσως ζήτησε την αναπομπή του ζητήματος στο Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων. (Εικόνα 18) Και αυτή η αίτηση δεν προχώρησε όμως, καθώς την εμπόδισε ο ίδιος ο υπουργός Πολιτισμού Κ. Τζαβάρας, όπως μας αποκάλυψε αργότερα η Μενδώνη. Τον Τζαβάρα, εξάλλου, και την απροκάλυπτη μεροληψία του για το θέμα, ατυχήσαμε να γνωρίσουμε από κοντά με τη Λιάνα, τον Οδυσσεά,  το Νίκο Ματζαπετάκη, τον Κώστα Βαρβεράκη το Γιάννη Σκουλά, και λίγους άλλους, σε μια επι τούτου μετάβαση μας στην Αθήνα, από την οποία φύγαμε και πάλι με άδεια χέρια. 

Μόνη παρήγορη εξέλιξη αποτέλεσε η ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Ηρακλείου τον Απρίλη του 2012, επί Δημαρχίας Κουράκη,  με το αίτημα της κήρυξης του Ηρώου ως διατηρητέου, μια απόφαση που ακολούθησε την εισήγηση του τότε αντιδημάρχου Πολεοδομίας κ. Μανόλη Βασιλάκη, και η οποία, αν και χωρίς ουσιαστική συνέχεια, διασώζει έως σήμερα το κύρος του Δήμου Ηρακλείου για το θέμα. Μια δεύτερη απόφαση, για την επέκταση των χώρων πρασίνου της πόλης στην περιοχή του Ηρώου, και συνακόλουθη εξαγορά του χώρου από το Δήμο,  ελήφθη στην εκπνοή της θητείας της ίδια δημοτικής αρχής, και δεν είχε και πάλι, δυστυχώς, ουσιαστικό περιεχόμενο.

Σήμερα, μετά από 5 χρόνια προσωπικής εμπλοκής στον πολυάνθρωπο και πολυμέτωπο αγώνα που ξεκίνησε το 2009 για τη διάσωση του Ηρώου, θα μπορούσα να πω πολλά για τη δομή και λειτουργία του ελληνικού δημοσίου, τα στελέχη του, τους βουλευτές που μας εκπροσωπούν. Ακόμα και για το Δήμο Ηρακλείου και την Δημοτική αρχή -προηγούμενη και τωρινή- που με απευθείας εξαγορά ή ανταλλαγή ακινήτου μπορούσε πολύ απλά να σώσει το Ηρώο. Θα μπορούσα να μιλήσω και για τις πολιτικές του κατ’ ευφημισμόν υπουργείου Πολιτισμού,  τις παθογένειες, τις αγκυλώσεις,  τις εξαρτήσεις του, την προκλητική ευθυνοφοβία μερίδας των αρμόδιων τοπικών υπηρεσιών, που όφειλαν να σηκώσουν το βάρος και να συγκρουστούν με το κεντρικό κράτος για την παράλογη καταδίκη ενός τέτοιου μνημείου. Δε θα το κάνω. 

θα αρκεστώ να δηλώσω μόνο αυτό για το οποίο είμαι πλέον απολύτως βέβαιος: Το υπουργείο Πολιτισμού δεν πρόκειται ποτέ να κηρύξει το Ηρώο ως διατηρητέο μνημείο. Ποτέ! Έχει αποδείξει τις διαθέσεις του από το 2006 έως σήμερα. Πάντα ένα αόρατο χέρι εμπόδιζε την τελευταία στιγμή την ουσιαστική επαναξιολόγηση του μνημείου, από ένα ανεπηρέαστο επιστημονικό όργανο.

Είναι όμως πια καιρός να δούμε τι μπορεί να γίνει σε τοπικό επίπεδο. Αποτελεί παρήγορο γεγονός ότι η Δημοτική παράταξη “Ηράκλεια Πρωτοβουλία” ανακινεί το θέμα του Ηρώου, υπενθυμίζοντάς την τεράστια αυτή εκκρεμότητα της πόλης.  Η παρούσα δημοτική αρχή και ο Δήμαρχος κ. Λαμπρινός προσωπικά γνωρίζει πολύ καλά το θέμα. Είναι προς τιμήν του που ενδιαφέρθηκε από την πρώτη στιγμή κι ενημερώθηκε από μας σχετικά. Δεν υπάρχει όμως καμιά απόφαση από τότε κι έχουν περάσει 3 χρόνια.  Κι όμως ο Δήμος Ηρακλείου -εν όψει μάλιστα και των συζητήσεων για το Πάρκο Γεωργιάδη-, είναι ο μόνος που μπορεί να δώσει τέλος στην τραγική εικόνα του πρώτου Ηρώου του Ηρακλείου. Μια εικόνα απαράδεκτη που ντροπιάζει σήμερα την πόλη και τους κατοίκους της.  

(*) Ο Γιώργος Τζωράκης είναι Αρχαιολόγος

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ
Click to Hide Advanced Floating Content