Το στομάχι γουργουρίζει. Με κλειστά μάτια η μικρή ονειρεύεται ένα ποτήρι φρέσκο κατσικίσιο γάλα με ένα παξιμάδι. Λάθος. Πάμε από την αρχή; Το Αννιώ δε θα πιει γάλα σήμερα. Είναι μεγάλη Δευτέρα.
Η γιαγιά από παλιά έλεγε στο Αννιώ πως η Μεγάλη Εβδομάδα είναι μεγάλη γιατί οι μέρες κρατούν πολύ. Με τα χρόνια καταλάβαινε πως ήταν Μεγάλη γιατί ήταν πολλά και μεγάλα αυτά που άνθρωποι έπρεπε να κάνουν. Μέσα τους και έξω τους.
Κι ο επιτάφιος; Μάζευε λουλούδια, κόβε λεμονανθούς, κάνε κολαίνες, στόλιζε επιταφίους. Μάθε τα εγκώμια,πες τα εγκώμια και μετά περιφορά σε όλο το χωριό ως το νεκροταφείο. Όλα πρέπει να τα κάνει το Αννιώ, κι ας είναι παιδί. Παντού να είναι και παντού να βοηθά και κυρίως υπό τις εντολές όλων. Επειδή είναι παιδί.
Όμως όλα τα παραπάνω μοιάζουν παιχνιδάκι μπροστά στα υπόλοιπα. Για να φτάσει ως το Πάσχα “εξαγνισμένη” η μικρή Αννιώ, θα πρέπει να αναλογιστεί και να μετανιώσει για τις φορές που δεν ήταν καλό παιδί. Και να ζητήσει συγνώμη από όλους: Γονείς, αδέρφια, παππούδες, γιαγιάδες, θείους, θείες, γείτονες, φίλους. Αμάν πια, πόσα λάθη έχει κάνει αυτό το Αννιώ.
Και το χειρότερο: Όλα πρέπει να τα κάνει σχεδόν … νηστική. Με καμιά ελιά, παξιμάδι, κιτρολέμονο χοχλιούς, πατάτα κι άμα ο μπακάλης “δεήσει” λίγο χαλβά ή ταραμά. Τα θαλασσινά, τα ρυζότα, τα χταπόδια και οι γαριδομακαρονάδες θα φτάσουν πολύ αργότερα στο χωριό. Και τα νηστίσιμα, όσα και να φας δε χορταίνουν.
Δεν ξέρει το Αννιώ τί είναι χειρότερο: Να είναι Μεγάλη Δευτέρα ή να πρέπει να κάνεις όσα σου λένε. Προς το παρόν διώχνει τη σκέψη και παίρνει τη φλυτζάνα με τη ματζουράνα και το παξιμάδι.
Άλλωστε οι φιλενάδες φωνάζουν από την αυλή!