Τα επιδόματα της απάτης

Της Ελένης Μανιωράκη – Ζωϊδάκη

Μέχρι σήμερα «το κύριε ελέησον» το απευθύναμε μόνο στον θεό, σε όλους τους τόνους, με όλες τις αποχρώσεις πόνου και αγωνίας. Δεν νομίζω ότι  μάς ελέησε ποτέ η Χάρη του, αλλά εμείς το τροπάρι δεν το κόψαμε.  Τώρα όπως φαίνεται  τα σκήπτρα της ελεημοσύνης τα ανέλαβαν άλλοι   δημιουργώντας με τέχνη  μια λίστα προσδοκιών . Μικρές προσδοκίες ευοδώθηκαν   εις βάρος άλλων που έμειναν στ’αζήτητα αφήνοντας πικρία και άχτι. Ναι λαέ μου ευκολόπιστε και παραπλανημένε, εκεί σε κατάντησαν να σου δίνουν ελεημοσύνη κι εσύ να απλώνεις το χέρι ανερυθρίαστα και να το παίρνεις. Να το παίρνεις και να χαίρεσαι για την γενναιοδωρία τους,   χωρίς να υποπτεύεσαι το παιχνίδι που παίζεται μπροστά στα μάτια σου και  που αλλοίμονο συμμετέχεις κι εσύ εν αγνοία σου.  Αφού σου έκλεψαν την αξιοπρέπεια και την υπερηφάνεια, τώρα συμπονετικά σου δίνουν λίγα ψίχουλα από τα πολλά που σου έκλεψαν κι εσύ απλώνεις το χέρι και τα δέχεσαι με μειωμένη την αυτοεκτίμηση σου. Κι όμως  υπήρχε μια φορά κι έναν καιρό, μια εποχή που τα χωριά έσφυζαν από ζωή, Που οι άνθρωποι λάτρευαν την μάνα γη κι αυτή τους χάριζε απλόχερα τα αγαθά της. Ήταν μια μαγική εποχή που ο άνθρωπος αυτάρκης, ζούσε μια ζωή σκληρή, αλλά όμορφη και φυσιολογική. Μεγάλωνε μέσα στην φύση, ερωτευόταν, γεννούσε παιδιά, πολλά παιδιά που ήταν πλούτος δικός του και της πατρίδος του. Μα γλυκόλαλες σειρήνες οι επιδοτήσεις τους πλάνεψαν.
 « Πάρε βοσκέ, πάρε ψαρά  κι εσύ αγρότη πάρε». Χρήμα ζεστό ,  χωρίς δουλειά, χωρίς παραγωγή, χωρίς κούραση. Ο πατροπαράδοτος τρόπος ζωής πήρε ν’ αλλάζει.  Ερήμωσε η ύπαιθρος, χάρισαν  την μεγάλη Μητέρα στ’ αγριόχορτα   και άραξαν στον καναπέ ή τράβηξαν κατά την πόλη να βρουν την ντόλτσε βίτα. Όλοι πρωτευουσιάνοι πια. Τα  επιδόματα του καναπέ αρκούσαν. Καλοπροαίρετα δεν υποπτεύεσαι ότι υπονομεύεται το μέλλον της πατρίδος σου, το  μέλλον των παιδιών σου. Κι όλα αυτά έφεραν μια άλλη εποχή που πτωχευμένος πια δεν είχες άλλη λύση από την ελεημοσύνη του κράτους. Ναι Έλληνα περήφανε  σε πτώχευσαν σε έκαναν να σκύψεις το κεφάλι ακόμη και σε θέματα Εθνικά. «Α! σταμάτα κακό παιδί να μιλάς για οράματα  και μέλλον, σταμάτα να μιλάς για Ελλάδα και να αγαπάς τις πατρίδες των  άλλων» κι έτσι φτωχός και λεηλατημένος έσκυψες το κεφάλι, εσύ που διδάχτηκες  από πρόγονες μνήμες να κοιτά πάντα ψηλά και δεν γονάτισες ποτέ ούτε στους θεούς, τους δικούς σου θεούς. Πόσο κατρακύλισμα και το άντεξες, γιατί έχεις στο αίμα σου  το σπέρμα της αισιοδοξίας. «Εμείς  περάσαμε τόσους πολέμους ,εδώ θα κωλώσουμε»; η δικαιολογία.  Μα τότε οι εχθρός είχε πρόσωπο.   Με τόσες μεταμφιέσεις τώρα πώς να τον αναγνωρίσουμε;  Κι τώρα  σκυφτός   απλώνεις  το χέρι   να δεχτείς το φιλοδώρημα οίκτου, που καινούριος «δούρειος ίππος» ζητά να σε κατακτήσει αμαχητί . Το  χέρι αυτό το πρόγονο, που  με θεϊκή προτροπή χάραξε στην πέτρα  την λέξη Δημοκρατία,  κι ελευθερία. Το  χέρι αυτό που  κράτησε το όπλο  κι έγραψε  σελίδες δόξας στο παγκόσμιο ιστορικό γίγνεσθαι.
Το χέρι αυτό που χάιδεψε της Μάνας   Γης την πλάτη κι εκείνη τον αντάμειψε προσφέροντας του  όλα τα αγαθά της,   αυτό το χέρι     απλώνεται σήμερα για να εισπράξει το ασήμαντο αυτό  βοήθημα φτώχειας, το επίδομα που ανθέλληνες πολιτικές προωθούν προσδοκώντας την αλλοίωση του ξεχωριστού αυτού γένους ανθρώπων  που λέγονται ΈΛΛΗΝΕΣ. Τους Έλληνες, που ανθέλληνες δυνάμεις στοχεύουν να  εξευτελίσουν, να ρεζιλέψουν, να  υποβαθμίσουν. Και δεν είναι καινούριο  κρατάει αιώνες τώρα αυτή η πολιτική που έκανε πρώτα τον Έλληνα δούλο του θεού και τώρα δούλο της Παγκοσμιοποίησης.   Ώσπου έφθασε σαν Αρμαγεδδών ο κορωνοϊός. Η ελευθερίες υπό κατάρρευση.  Χαμός στις  αγορές. Τα επανειλημμένα lockdown,  έφεραν την μεγαλύτερη κρίση των τελευταίων χρόνων.  Τόση ήταν η ανάγκη προς επιβίωση που ελαχιστοποίησε τον φόβο του ιού.     Ευτυχώς οι μισοί Έλληνες  τρέφουν τους άλλους μισούς και το κράτος να δρέπει τις δάφνες του εθελοντισμού.   Εκεί καταντήσαμε  να ζητιανεύουμε δημοσίως ένα πιάτο φαγητό. Να διαφημίζουμε την φτώχεια μας.  Ευτυχώς όμως το μακρύ  χέρι του φιλεύσπλαχνου κράτους μοιράζει   επιδόματα. Η Νέα Τάξη έτσι διατάζει. Με ύφος χιλίων  Καρδιναλίων ο Πρωθυπουργός προαγγέλλει επιδόματα. « Πάρε κι εσύ επαγγελματία, κι εσύ υπάλληλε κι εσύ άνεργε κι εσύ κι εσύ. Αριθμοί απρόσωποι που αριθμοί παραμένουν.   Ζητιάνος ο άλλοτε κραταιός κι ο   λαθρομετανάστης να απολαμβάνει όλων των προνομίων.  Οι απορίες πολλές.   Γιατί όλοι οι μικροεπιχειρηματίες σε αφανισμό; Γιατί να ευνοούνται  οι πολυεθνικές επιχειρήσεις κηδεύοντας την ύπαρξη των μικρομάγαζων;  Γιατί η μεσαία Τάξη υπό διωγμόν; Γιατί η ελληνική παιδεία, η παράδοση ,η οικογένεια  και προπαντός η ατομική ελευθερία να βάλλονται; Κι όταν θυμούμενος παλιά μεγαλεία ξεσπάθωνες, νάσου η απάντηση  «Πάρε το επίδομα και σκάσε, εγώ παλεύω για το καλό σου κι εσύ αχάριστε μού θες κι αγώνες». Πρόστιμα και φυλάκιση στους διαφωνούντες,( ψεκασμένους τους αποκαλεί ακόμη κι ο πρωθυπουργός). «Πάρε το επίδομα και μούγκα.  Όλα τούτα που σου παρέχω, είναι καταγεγραμμένα στο βραχιολάκι που θα σου φορέσω αργότερα.    Κι η  παιδεία μπορεί να μην είναι ελληνική,   αλλά θα σου προσφέρεται δωρεάν και μάλιστα θα δίνεται με εμφυτεύματα στους εκλεκτούς  της.   Κι εδώ που τα λέμε τι να τα κάνεις  τα γράμματα!    Η τεχνική, υψηλότατη, νοημοσύνη ήδη έχει πάρει την θέση του ανθρώπου, στην νέα ψηφιακή εποχή.  Μην σκέφτεσαι θα σκέφτομαι εγώ για σένα.   Θα σου   πάρω και  το σπίτι και τα χωράφια κι όλα τα «έχει σου». Θα μένεις σε δομές ένα προβατοποιημένο ον με τους όμοιους σου, χωρίς σκοτούρες και έννοιες.  Να σε απαλλάξω κι από τον ΕΝΦΙΑ. . Παράδωσε  και τις πινακίδες του αυτοκινήτου . Είναι πολλή ακριβή η βενζίνη παιδί μου και πολύ επικίνδυνη η οδήγηση τώρα τελευταία. Ωραία! και για λεφτά μη σκας, φροντίζει η παγκόσμια κυβέρνηση  Δικτατορίας.».
Έτσι σου έστρωσαν χρόνια τώρα το δρόμο για το επίδομα κι όλα τα άλλα που τώρα ξεμασκαρώνονται, μα δυστυχώς  Έλληνα εθελοτυφλείς.    Κι όταν καταντήσεις πρόβατο μέσα στο απέραντο ποιμνιοστάσιο του πλανήτη, θα έχεις την ψευδαίσθηση ότι είσαι ευτυχισμένος. Το επίδομα και το βραχιολάκι  θα σε έχουν κερδίσει. Και δεν θα καταλαβαίνεις  ότι αγωνίζεσαι με έναν εχθρό διαφορετικό από εσένα και δεν μπορείς να φωνάξεις « ΔΕΝ ΤΟ ΘΕΛΩ ΤΟ ΕΠΙΔΟΜΑ ΚΥΡΙΕ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΕ» 
Αντιπαρατίθεσαι με έναν άνισο εχθρό. Δεν είναι ειλικρινής, αλλά ύπουλος.  Δεν είναι εθνικός, αλλά διεθνής, δεν πιστεύει στην εργασία, αλλά κερδοσκοπεί με το χρήμα, δεν έχει δική του πατρίδα, αλλά αισθάνεται ότι κατέχει ολόκληρο τον κόσμο» Όλα τα εκατομμύρια δικά του και  δικό σου το επίδομα. Σκυφτός και υποταγμένος θα ζεις στον ψεύτικο κόσμο που σου έκτισαν οι δήμιοι και θα έχεις την ψευδαίσθηση ότι αυτό το λένε ζωή.  Η μετάβαση σου στην εποχή του μετάνθρωπου, στην εποχή των μηχανών προετοιμάστηκε μαστορικά. Θα είσαι ο υπάνθρωπος, ο μαζάνθρωπος στο πλανητικό χωριό. Η λήθη κάθε ανθρώπινου θα σου δίνει την δυνατότητα να νιώθεις ευτυχισμένος, μέσα στην μετάλλαξή σου. Θα είσαι ένας εκπεσών άνθρωπος εσύ που ήσουνα ΘΕΟΣ. 

ΕΛΕΝΗ ΜΑΝΙΩΡΑΚΗ
(δασκάλα, λογοτέχνις)

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ
Click to Hide Advanced Floating Content