«Της ανθρωπιάς δασκάλα»
Του Σταύρου Φωτάκη
Γεννήθηκε στον Άγιο Ιωάννη Αμαρίου το έτος 1907 και απεβίωσε στις 19 Ιουνίου του έτους 1999 σε ηλικία 92 ετών , .
Πατέρας της ήτανε ο Στέφανος Παραδεισανός και μητέρα της η Καλλιόπη Παραδεισανού το γένος Παπαδογιάννη, δισέγγονη από μητέρα του εκ των Τεσσάρων Νεομαρτύρων εκ Μελάμπων Ρεθύμνης ΑΓΓΕΛΗ, σύμφωνα με το Βιογραφικό Σημείωμα του αδελφού της τέως Υπουργού Εμμανουήλ Παπαδογιάννη. Παντρεύτηκε τον Εμμανουήλ Μιχ. Φωτάκη (Χαρκιά) από το χωριό Αποδούλου Αμαρίου. Και οι δυο γονείς της, Στέφανος και Καλλιόπη (παππούς-γιαγιά) καθώς και η Ευαγγελία Δανδουλάκη το γένος Παπαδογιάννη (θεία), συλληφθήκανε από τους Γερμανούς, ύστερα από υπόδειξη Γερμανόφιλου προδότη (Κυπαρίσης), στις 14 Ιουλίου του έτους 1943, προκειμένου να αποκαλύψουνε τον κρυψώνα αντιστασιακών και ιδιαίτερα του αδερφού τους, «παππού της αντίστασης» Μανώλη Παπαδογιάννη. Δεν αποκαλύψανε, φυλακιστήκανε, βασανιστήκανε και καταδικαστήκανε δυο φορές σε θάνατο. Αργότερα, μεταφερόμενοι για τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως στη Γερμανία, πνιγήκανε έξω από το λιμάνι της Σούδας, κατά τον τορπιλισμό και βύθιση του πλοίου που τους μετέφερε, τις πρωϊνές ώρες στις 20 Οκτωβρίου του έτους 1943.
Ο σύζυγος της Καλλιόπης, Στέφανος Παραδεισανός, είχε την ευκαιρία να αποφύγει τη σύλληψη, αφού οι Γερμανοί του είπανε πως δεν τον χρειάζονται. Εκείνος όμως αρνήθηκε κι απάντησε : «έκεια που θα πάει η γυναίκα μου θα πάω κι εγώ». Σε επίσκεψη της μητέρας μου στις φυλακές Αγυάς Χανίων, για να προσφέρει στους γονείς της λίγο φαγητό και γάλα, ο δεσμοφύλακας Γερμανός δεν το επέτρεψε και μάλιστα την χτύπησε στο χέρι, με αποτέλεσμα να πέσει κάτω το ποτήρι και να χυθεί το γάλα.
Από αγγλική πηγή προκύπτει ότι, το επιταγμένο Sinfra απέπλευσε από τη Σούδα στις 19 Οκτωβρίου 1943. Σε αυτό είχανε επιβιβαστεί αιχμάλωτοι Ιταλοί (2.843 ή 2389) από τη μεραρχία Σιένα και 204 Γερμανοί στρατιώτες. Συνοδευότανε από δύο πλοία. Το Sinfra παρόλο που έφερε σήμανση ότι μεταφέρει αιχμαλώτους δέχτηκε επίθεση από δέκα αεροσκάφη των συμμάχων 19 μίλια (35 χλμ) από τον κόλπο της Σούδας. Στις 22.05 χτυπήθηκε από τορπίλη, και στις 23. 00 βόμβα που διέρρηξε το μηχανοστάσιο. Αποτέλεσμα ήτανε η αδυναμία πλοήγησης και η έκρηξη πυρκαγιάς στο πλοίο. Στις 2:31 (εννοείται της 20ης Οκτωβρίου του 1943) το πλοίο εξερράγη και άρχισε να βυθίζεται. Ο αριθμός των νεκρών Ιταλών αιχμαλώτων είναι αμφισβητούμενος (πχ. 2098), λέγεται ότι σωθήκανε 500 που επιστρέψανε στα Χανιά και οι μισοί εκτελεστήκανε για απειθαρχία και το φόνο Γερμανών φρουρών. Σωθήκανε επίσης 197 Γερμανοί και 13 Έλληνες. Στo πλοίo Sinfra εκτός από τους Ιταλούς αιχμαλώτους επιβαίνανε πολλοί Κρήτες αιχμάλωτοι αντιστασιακοί αντάρτες, οι οποίοι είχανε την ίδια μοίρα και καταλήξανε στον υγρό τάφο του κόλπου της Σούδας ή λίγο έξω από αυτόν. Μεταξύ των πνιγέντων Κρητών αντιστασιακών συμπεριλαμβάνονται και οι τρεις συλληφθέντες στις 14 Ιουλίου του έτους 1943 στον Άγιο Ιωάννη Αμαρίου. Από τότε η μητέρα μου Μαρία Φωτάκη, δεν ξανάφαγε ψάρια γιατί, όπως έλεγε, τα ψάρια φάγανε τους γονείς της και θεωρούσε ότι τρώγοντας ψάρια έτρωγε τις σάρκες των γονέων της.
Το ίδιο έγινε και τον Φεβρουάριο του έτους 1944 όπου βυθίστηκε και το Α/Π «Petrella», στο οποίο εκτός από βόμβες επιβαίνανε Ιταλοί στρατιώτες αιχμάλωτοι και αρκετοί Κρητικοί αντάρτες. Από τη βύθιση των δύο πλοίων η Βόρεια παραλία από Χανιά μέχρι Ρέθυμνο γέμισε πτώματα. Πριν λίγα χρόνια, στον Εθνικό δρόμο στο ύψος της Γεωργιούπολης τοποθετήθηκε μια Ελληνο-ιταλική επιγραφή που γράφει: «Στη μνήμη των πεσόντων Ιταλών και Ελλήνων που ενωμένοι από τη θλιβερή μοίρα χάθηκαν κατά την βύθιση των Α/Π «Sinfra» και «Petrella» το 1943».
Η μητέρα μου Μαρία Φωτάκη υπήρξε υπόδειγμα μάνας, συζύγου και νοικοκεράς, που αγωνίστηκε να αναθρέψει τέσσερα παιδιά και συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση, για ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία. Για την ενεργό συμμετοχή και προσφορά της στην Εθνική Αντίσταση και στον απελευθερωτικό αγώνα του Ελληνικού λαού εναντίον των στρατευμάτων κατοχής, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, ως ελάχιστη ένδειξη ηθικής αναγνώρισης, της απένειμε Αναμνηστικό Μετάλλιο και Δίπλωμα Εθνικής Αντίστασης.
Ο αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης από τις Μέλαμπες Βαρδής Τσιράκης όταν πληροφορήθηκε τον θάνατό της έγραψε: «Πικράθηκα όταν διάβασα στην εφημερίδα μας, το μισεμό για την άλλη ζωή της αείμνηστης Μαρίας Φωτάκη ή Χαρκιαδίνας. Η αξέχαστη Χαρκιαδίνα, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής φιλοξένησε πολλούς εθνικούς αγωνιστές, μεταξύ δε αυτών και Μελαμπιανούς. Δίκαια οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης αποκαλούσαν το χωριό της Ελεύθερη Ελλάδα. Η συμμετοχή δε του γενναίου και αείμνηστου Αϊγιαννιώτη στην απαγωγή του Γερμανού Στρατηγού Κράϊπε, στις 30-4-1944 απεδείχθη ουσιαστική, κατά την τελευταία στιγμή. Το βράδυ δε της 3-5-1944 ημέρα Τετάρτη, που έφτασαν οι απαγωγείς του Κράϊπε με τον Κράϊπε στην περιοχή του Άϊ Γιάννη, η αείμνηστη Μαρία Φωτάκη, ανέλαβε την τροφοδοσία ορισμένων από αυτούς, που συμμετείχαν στην απαγωγή, αλλά και των Μελαμπιανών που συνόδευαν τον αείμνηστο Παπαδογιάννη. Οι επιζώντες εθνικοί αγωνιστές δεν την ξέχασαν ούτε και θα την ξεχάσουν». Έγραψε επίσης στη μνήμη της και τους παρακάτω στίχους :
Σε νίκησεν’ ο χάροντας, ως διάβασα Mαρία,
της Eθνικής Aντίστασης, δραστήρια κυρία.
Γράφω με πόνο σήμερα, η Kρήτη να το μάθει,
πως κι άλλη κόρη ξακουστή, τση Λευτεριάς εχάθει.
Έφυγε κι η Φωτάκενα, πριν μήνες για τον Άδη,
άφησε τ’ ουρανού το φως και πήγε στο σκοτάδι.
Eμίσεψες Aρχόντισσα «της Aθρωπιάς Δασκάλα»,
δίχως ψεγάδι διάβηκες του χάροντα τη σκάλα.
Πάλεψες για τη Λευτεριά, με πάθος κι αγωνία,
υπήρξες και επίλεκτο, μέλος στη κοινωνία.
Tο ήθος κι η ευγένεια κι η αμεροληψία
κι η ψυχική σου δύναμη, σού ’δωσαν την αξία.
Aυτά σε καταξίωσαν, απόγονη γενναίων
Aγωνιστών τση Λευτεριάς, μα και Kαπεταναίων.
Δε σε ξεχνούμε και γι αυτό, αθάνατη θα γίνεις,
για τσ’ αρετές και χάρες σου, στη μνήμη μας θα μείνεις.
Tο χώμα νά ’ναι αλαφρό, που σ’ έχουνε σκεπάσει
και στο Nησί να μη βρεθεί, κανείς να σε ξεχάσει.
Kυριακή, 12 Σεπτεμβρίου 1999 Tσιροβαρδής
Αφιέρωμα στη Μάνα μου
Μάνα, ’π’ όντε με γέννησες κι είδα το φως του κόσμου,
με πίκρες εξεκίνησε ο δρόμος ο δικός μου.
Τα μάθια μόλις άνοιξα θωρώ τον Ψηλορείτη,
κι αντάρτες ν’ αγωνίζουνται για την πατέρμη Κρήτη.
Ανάθεμά σε κατοχή, σκύλοι Γερμαναράδες,
γιατί μαυροφορέσετε πολλών παιδιών μανάδες.
Μάνα μου, τσι γονέου σου αυτοί τσι βασανίσαν’
και τσι θαλασσοπνίξανε για δεν εμαρτυρήσαν’.
Και πρίχου να σαραντιστώ κόντεψε ν’ αποθάνω,
μα ’σώθηκα κι απόμεινα στον ψεύτη κόσμο απάνω.
Κι εθώρουνε τα βάσανα που ’σερνεν’ το κορμί σου,
φαρμάκια, πίκρες μπόλικες είχενε η ζωή σου.
Είντα να πρωτοθυμηθώ και από πού ν’ αρχίξω,
ήθελα νά ’ζες, μάνα μου, τη χέρα να σου σφίξω.
Να σε φιλήσω, να μου πεις, παιδί μου ευκησμένο,
να σε θωρώ, να με θωρείς κι εγώ να μη χορταίνω.
Ήθελα μάνα να μου πεις πολλά να μάθω ακόμη,
την εμιλιά σου να γροικώ και τη σοφή σου γνώμη.
Μα σου μιλώ και δε γροικώ μουδέ την αναπνιά σου,
άραγε ’κειά που βρίχνεσαι δε θα πονεί η καρδιά σου ;
Όντε πεινάς κι όντε διψάς, ποιός σε περιποιάται,
ποιός σε σκεπάζει καθ’ αργά και ποιός σε συλλογάται ;
Γράμματα δεν εκάτεχες και μ’ έπεψες να μάθω,
δεν ήθελες ό,τί ’παθες, ίδια κι εγώ να πάθω.
Αναστορούμαι τσι στιγμές μικιό κοπελιδάκι,
που πήγαινα εις το Σκολειό μ’ ένα τετραδιάκι.
Μ’ έπεψες στο Γυμνάσιο με χίλιες δυό στερήσεις
και μου ’λεγες τα γράμματα ποτέ σου μην αφήσεις.
Το ντενεκάκι έπεμπες γεμάτο με το λάδι
και το βουργίδι είχενε ελιές και παξιμάδι.
Άχι, πως το περίμενα στη Χώρα το βουργιάλι,
γεμάτο μιζηθρόπιτες κι αυγά να φάνε κι άλλοι.
Τ’ αμάξι δεν προλάβαινες και ράιζε η ψυχή σου
κι ολόγρο αντιγιάερνες το έρμο το κορμί σου.
Αστραποβρόντια με βροχές φουρτούνες και βοριάδες,
ποτέ σου δε λογάριασες καθημερνές, σκολάδες.
Μάνα μου, δεν ενιώσαμε ποτέ μας στερημένοι,
μόνο που σε θωρούσαμε, είμαστε χορτασμένοι.
Έκαμες ό,τι μπόρεσες για να μας αναθρέψεις,
ευκές πολλές μας έδιδες, ίσαμε να τελέψεις.
Σ’ ούλα τα ’γκόνια και παιδιά έδιδες την ευκή σου,
σάμε που μπόριε κι έβγαινε ανάσ’ απ’ το κορμί σου.
Όσες ευκές μας έδωκες σε ούλη τη ζωή σου,
τόσες ευκές σου δίδομε για την ανάπαψή σου.
Οι κόποι μάνα πού ’καμες δεν πήγανε χαμένοι,
γιαυτό πάντα σου την ψυχή νά ’χεις αναπαημένη.
Ανέ γροικούνε οι νεκροί κι εσύ ν’ ακούσεις πρέπει,
Μάνα μου, τσ’ αναστεναγμούς που βγαίνουν απ’ το μπέτη.
Χαιρέτα μ’ ούλους τσ’ εδικούς απού ’ναι με τα σένα,
μικιούς, μεγάλους, μπόλικους έχεις ετά στα ξένα.
Χαιρέτα τον πατέρα μου, μα και την αδερφή μου,
κι ας μην τη γνώρισα ποτέ είναι μέσ’ την ψυχή μου.
Εμίσεψες κι εσώπασε ο κράχτης του σπιθιού μας,
που μασε καλωσόριζε, δεν το χωρεί ο νου μας.
Σε στράτα δίχως γιαερμό, δίχως μιλιά κι αράδα,
που δε μπορεί ποτές να μπει του ήλιου φωτεράδα.
Το χώμα να ’ναι ελαφρύ εκειά ’που σε σκεπάζει,
να μην πλακώνει την ψυχή και βαριαναστενάζει.
Μοναδική, αζωντανή, θωρώ σε κάθε βράδι,
στον ύπνο μου συχνόρχεσαι, μα φεύγεις στο σκοτάδι.
Ανεπανάληπτη μορφή στη σκέψη μου ’χεις μείνει,
όσο κι ’α θέλω να σε δω η πλάκα δε μ’ αφήνει.
Νοσταλγική στην ξενιθιά, όπου κι ’ανέ γυρνούσα,
δίπλα σου να βρισκόμουνα, πάντα παρακαλούσα.
Αρχόντισσα τση Αμπαδιάς, του όμορφου Ρεθέμνους,
είχες μεγάλη την καρδιά σ’ ούλους, δικούς και ξένους.
Αιωνία σου η μνήμη. Ιούνιος 1999
Και άλλα αφιερώματα στη μητέρα μου (αποσπάσματα) :
1.ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016 σελ 6
Μαρία Εμμ. Φωτάκη: «Η Δασκάλα της ανθρωπιάς και της προσφοράς»
11/03/2016 της Εύας Λαδιά
ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΗΡΩΙΔΕΣ ΤΟΥ ΑΜΑΡΙΟΥ
Οι γονείς της υπήρξαν θύματα της θηριωδίας των Ναζί
Η Μαρία Φωτάκη πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες στην αντίσταση. Αναλογιζόταν πολλές φορές καμαρώνοντας τα παιδιά της, πόσα βάσανα πέρασε χωρίς ποτέ να παραπονεθεί. Κι αυτά την αποζημίωσαν με την αγάπη τους. |
Είχα μεγάλη επιθυμία να γνωρίσω καλύτερα τη γυναίκα που ο λαϊκός βάρδος Βαρδής Τσιράκης ο περίφημος Τσιροβαρδής, την αποκαλεί σε μια ελεγεία του «της Εθνικής Αντίστασης δραστήρια Κυρία».
Η Μαρία Εμμ. Φωτάκη μπορεί να ήθελε να ζει στη σκιά, σεμνή και διακριτική πάντα, αλλά δεν παύει να αντιπροσωπεύει τη μάνα των πέτρινων χρόνων, που έζησε όλες τις θύελλες μιας εποχής πλημμυρισμένης στο μίσος, στο αίμα και στην ορφάνια.
Η ίδια πένθησε δικούς της ανθρώπους που θυσιάστηκαν για τα εθνικά ιδεώδη………………………………
Από οικογένεια με παραδόσεις
………………………………………………
Η κοπέλα έτυχε άριστης ανατροφής γιατί μεγάλωσε σε παραδοσιακή οικογένεια. Ήταν φυσικό επομένως να ενταχθεί στην Αντίσταση αδιαφορώντας για τις συνέπειες, βοηθώντας το θείο της Εμμ. Παπαδογιάννη, με τις δικές της δυνάμεις στον αγώνα του. Μια απέραντη πηγή καλοσύνης και προσφοράς ήταν η Μαρία που είχε προσφέρει στέγη και τροφή σε αναρίθμητους πατριώτες που κατέφευγαν στο σπίτι της.
Οι Γερμανοί γνωρίζοντας τη δράση του Εμμ. Παπαδογιάννη, του «παππού της Αντίστασης» είχαν επιδοθεί σε μια λυσσαλέα προσπάθεια να τον συλλάβουν.
Όταν κατάλαβαν ότι δεν είναι εύκολο σκέφτηκαν να τον εκβιάσουν ψυχολογικά, συλλαμβάνοντας δικά του πρόσωπα. Κι έβαλαν στόχο τις αδελφές του.
Ξημέρωνε 14 Ιουλίου του 1943, όταν νύχτα ακόμα οι Γερμανοί κύκλωσαν τον Άη Γιάννη. Οι κάτοικοι δεν ανησύχησαν ιδιαίτερα γιατί δεν ήταν η πρώτη φορά που γινόταν η κύκλωση αυτή. Μόλις την Πρωτοχρονιά, μερικούς μήνες πριν είχε γίνει το ίδιο, προκειμένου να μάθουν οι γερμανοί που κρύβονται οι Άγγλοι με τους ασυρμάτους.
Εκείνο το πρωί τους συνόδευε και ο προδότης που δεν άργησε να τους υποδείξει την Καλλιώ και τη Βαγγελιώ, τις αδελφές του Παπαδογιάννη. Η Μαρία βουβή από την οδύνη είδε να συλλαμβάνουν τη μητέρα της Καλλιόπη.
Ακλόνητη στο μετερίζι της
Η ατρόμητη Αμαριώτισσα ακόμα και μετά το τραγικό γεγονός δεν υπέκυψε, δεν σταμάτησε να προσφέρει τις υπηρεσίες της. Όπως γράφει και ο Βαρδής Τσιράκης στη νεκρολογία του «η Μαρία Φωτάκη ή Χαρκιαδίνα, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής φιλοξένησε πολλούς εθνικούς αγωνιστές, μεταξύ αυτών και Μελαμπιανούς. Δίκαια οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης αποκαλούσαν το χωριό της Ελεύθερη Ελλάδα». Όταν ο Κράιπε με τους απαγωγείς του πέρασαν από το χωριό του Άη Γιάννη, ημέρα Τετάρτη 3 Μαΐου του 1944, η Μαρία Φωτάκη ανέλαβε την τροφοδοσία ορισμένων από αυτών που συμμετείχαν στην απαγωγή αλλά και των Μελαμπιανών που συνόδευαν τον Παπαδογιάννη.
Μια υπέροχη μητέρα
Εκτός από ηρωίδα η περίφημη αυτή γυναίκα ήταν και μια υπέροχη μητέρα. ……………………… Τα μεταπολεμικά χρόνια κύλησαν μέσα σε δυστυχία. Αλλά στο σπίτι της η Μαρία φρόντιζε με τον άνδρα της να μην στερηθούν τα παιδιά τους το φαΐ και το ψωμί, το λάδι και τον καρπό και προπαντός την αγάπη και τη στοργή. …………………… Η Μαρία Φωτάκη αξιώθηκε να χαρεί την προκοπή των παιδιών της και πέθανε στα 92 χρόνια της τον Ιούνιο του 1999 με την ικανοποίηση ότι έκανε το καθήκον της σαν σύζυγος, σαν μάνα σαν πατριώτισσα.
2.ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ Σάββατο 13 Μαϊου 2017 Σελίδα 6
ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΓΙΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ
Αφιέρωμα στις μάνες του πόνου και της θυσίας
Ρεθεμνιώτισσες που έγραψαν τη δική τους ιστορία σε δέλτους τιμής
Μαρία Φωτάκη. Η δασκάλα της ανθρωπιάς
13/05/2017 της Εύας Λαδιά
Η Γιορτή της Μητέρας μπορεί να συνδυάζεται με λουλούδια και δώρα αλλά θα πρέπει να αφυπνίζει και την ιστορική μνήμη. Γιατί δεν ήταν λίγες και οι τραγικές μητέρες, όπως αναρίθμητες ήταν και οι ηρωίδες της ζωής και του αγώνα. Κάποιες όπως η Χαρίκλεια Δασκαλάκη ….. Μαρία Καντζοπούλα, …..Ευαγγελία Πολιουδάκη ….., Ευαγγελία Γρυντάκη ….., Αθηνά Μαρνιέρου ….., Χρυσή Αγγελιδάκη….., Λέλα Κούνουπα, …, Σοφία Πραματευτάκη ….., Αναστασία Κοκονά ….., Ελένη Μαθιουδάκη. …. ………………………………….
Για την ηρωική του μάνα Μαρία γράφει ο κ. Σταύρος Φωτάκης:
«Στο διάστημα της φοίτησης στο Γυμνάσιο κάποτε η μητέρα μου ήθελε να μας στείλει τρόφιμα στο Ρέθυμνο, αλλά το λεωφορείο έφτανε μέχρι το Βυζάρι. Ξεκίνησε λοιπόν μεσάνυκτα με το γαϊδουράκι να φτάσει μέχρι το Βυζάρι να μας στείλει το βουργιάλι, αλλά δυστυχώς μετά από δίωρη πεζοπορία μεσ’ τη νύχτα του χειμώνα για λίγα λεπτά δεν πρόλαβε το λεωφορείο και έτσι περίλυπη με δάκρυα να τρέχουν σαν ποτάμι, πήρε το δρόμο της επιστροφής, με βροχές και καταιγίδες».
Δεν ήταν δυνατόν να αναφέρουμε όλες τις περιπτώσεις μανάδων που τίμησαν στο έπακρο τον υψηλό τους προορισμό είτε βίωσαν το δικό τους Γολγοθά. Τιμή και δόξα σε όλες που μας άφησαν τη δική τους ιστορία, συναξάρι γραμμένο με δάκρυ, να συγκινεί τους αναγνώστες του στον αιώνα.
Τούτο το μικρό αφιέρωμα, θυμίαμα μνήμης και τιμής στη μάνα μου, που σαν σήμερα πριν 25 χρόνια έφυγε από τη ζωή.
Ιούνιος 19 του 2024
Σταύρος Φωτάκης