Ένας σοφός είπε: «το χιούμορ είναι μια πολύ σπουδαία υπόθεση, για να την παίρνουμε στ’ αστεία»! Όσο … αστεία κι αν ηχεί αυτή η τοποθέτηση, δεν φαίνεται να βρίσκεται μακριά από την αλήθεια. Φυσικά, το χιούμορ μπορεί να διαφέρει από λαό σε λαό. Το ίδιο και ο τρόπος που κάνει τους συμμετέχοντες να εκδηλώνουν την εκτίμησή τους στα λεγόμενα. Για παράδειγμα, στη χώρα μας, ίσως και σε άλλες χώρες της νότιας Ευρώπης, υπάρχει η αίσθηση, ότι το χιούμορ πρέπει να συνοδεύεται ή -κυρίως- να τελειώνει με τρανταχτά γέλια· διαφορετικά η διήγηση είναι μια σκέτη αποτυχία. Αυτό, όμως, δεν ισχύει –απαραίτητα- π.χ. στην Αγγλία ή σε άλλες χώρες… Σχετικό είναι το ανέκδοτο με τη Λέσχη των Φίλων του Ανεκδότου… Στη συγκέντρωση της Λέσχης, κάθε μέλος με τη σειρά του, έπρεπε να πάρει το λόγο και να πει ένα ανέκδοτο. Εννοείται, ότι σαν ειδικοί και γνώστες πάνω στα ανέκδοτα, μετά τη λήξη της διήγησης, όλοι ξεκαρδίζονταν στα γέλια… Κάποτε, κάποιος πρότεινε στο συμβούλιο της Λέσχης, μια και όλοι ήταν σχετικοί, να τα αριθμήσουν. Έτσι, αντί να «σπαταλιέται» πολύτιμος χρόνος, το κάθε μέλος θα ανέφερε τον αριθμό του ανεκδότου και οι άλλοι ξέροντάς το, θα έβαζαν το γέλια –πράγμα που ήταν και το ζητούμενο στη συγκέντρωση αυτή. Πράγματι, έτσι κι έγινε. Γύρω – γύρω καθισμένα τα μέλη, ο καθένας με τη σειρά του ανέφερε ένα νούμερο, που αντιστοιχούσε σε κάποιο ανέκδοτο και σχεδόν αυτόματα, όλοι έβαζαν τα γέλια, αφού με την ανεκδοτολογική τους εμπειρία, γνώριζαν σε ποιο ανέκδοτο αντιστοιχεί ο κάθε αριθμός. Κάποτε, ήρθε στη Λέσχη και ένα νέο μέλος. Αφού ενημερώθηκε για τον τρόπο που διεξάγονται οι συγκεντρώσεις τους, ο «νέος» έπεσε με τα μούτρα στο διάβασμα και αποστήθισε όλα τα ανέκδοτα, που βρίσκονταν στον Οδηγό της Λέσχης, καθώς και το νούμερο που αντιστοιχούσε στο καθένα. Έτσι, στην επόμενη συγκέντρωση της ομάδας, το κάθε μέλος, με τη σειρά του ανέφερε τον αριθμό του ανεκδότου και όλοι μαζί έβαζαν τα γέλια. –Το «επτά», είπε ένα μέλος και αμέσως, όλοι… χα, χα, χα! Ο επόμενος, λέει: Το «σαράντα ένα»! Και πάλι όλα τα μέλη ξέσπασαν σε τρελά γέλια, καθώς θυμήθηκαν το αντίστοιχο ανέκδοτο… Ήρθε κάποτε και η σειρά του νέου μέλους και λέει: Το «εικοσιέξι»… Κι όμως, κανένας δεν γέλασε. Τότε ο πρόεδρος πήρε το λόγο και του είπε: «Κάθισε κάτω, νέε μου. Ακόμα δεν έχεις μάθει, να λες ανέκδοτα»!!!
Το Εγγλέζικο χιούμορ είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Δεν έχει σκοπό να προκαλέσει γέλια και κακαρίσματα, όπως συμβαίνει σε άλλους λαούς. Ένα χαμόγελο ή κάποια κίνηση της κεφαλής είναι αρκετά για να επιβεβαιώσει ο ακροατής την εκτίμησή του. Είναι κάτι πολύ πιο λεπτό και κυκλοφορεί μέσα στο αίμα των Άγγλων. Συνήθως, το αγγλικό χιούμορ δεν είναι καν μια αυτοτελής ιστορία, αλλά μια απλή παρατήρηση, μια διαπίστωση… Με την έναρξη του Β! Παγκοσμίου Πολέμου, η Μεγάλη Βρετανία, έμεινε μόνη, να πολεμήσει χωρίς συμμάχους. Πιο αντιπροσωπευτικό του αγγλικού χιούμορ, είναι η φράση του Ουίνστον Τσώρτσιλ, που μέσα σε μια τραγική στιγμή, βρήκε το κουράγιο να δηλώσει: «Επιτέλους … μόνοι»!
Ο Άγγλος ποιητής Όσκαρ Γουάιλντ, δεν έκρυβε την προτίμησή του στο ανδρικό φύλο. Είχε πει: «Μου αρέσουν οι γυναίκες με παρελθόν και … οι άνδρες με μέλλον!». Κάποτε, με τη λήξη της πρεμιέρας ενός θεατρικού του έργου, ο πατέρας ενός ωραίου νέου, που εφέρετο ότι είχε σχέσεις με τον συγγραφέα, περίμενε, έξω από το θέατρο με μιαν «ανθοδέσμη», η οποία αντί για λουλούδια αποτελείτο από λάχανα, καρότα, σκόρδα, κρεμμύδια κ.ά. Μόλις ο Όσκαρ Γουάιλντ εμφανίστηκε στην κυρία είσοδο, ο οργισμένος πατέρας, του πρόσφερε την ανθοδέσμη, ελπίζοντας στον αυτονόητο συμβολισμό· και ο ποιητής την παρέλαβε και με το γνωστό αγγλικό φλέγμα, του είπε: «Σας ευχαριστώ πολύ. Κάθε φορά που θα τη μυρίζω, θα θυμάμαι εσάς»…
Στη Νέα Υόρκη, σε ένα διαγωνισμό για το ποιος θα πει το μεγαλύτερο ψέμα, έφτασαν στον τελικό ένας Άγγλος και ένας Αμερικανός. Ο Άγγλος, ως «φύσει» ευγενής, πρότεινε στον Αμερικανό να ξεκινήσει πρώτος και ο Αμερικανός, άρχισε: -«Once upon a time, in New York, there was a GENTLEMAN, who…». – «OK, you win…», τον διέκοψε ο Άγγλος!
Η απαγωγή του Γερμανού στρατηγού Χάινριχ Κράιπε, διοικητή των στρατευμάτων κατοχής Κρήτης, στις 26/041944, έγινε από τους Βρετανούς αξιωματικούς Πάτρικ Λη Φέρμορ και Γουίλιαμ Στάνλεϋ Μος, με τη βοήθεια της τοπικής Κρητικής Αντίστασης. Οι καταδρομείς, ντυμένοι με γερμανικές στολές, ακινητοποίησαν το -υπερσύγχρονο για την εποχή του- αυτοκίνητο του Κράιπε, κάθισαν μπροστά οι δύο Βρετανοί και στο πίσω κάθισμα τρεις Κρητικοί της Αντίστασης, πάνω στον αιχμάλωτο στρατηγό… Από την περιοχή της Κνωσού, όπου και η κατοικία του στρατηγού, πέρασαν –βολίδα- από 22 σημεία ελέγχου και διασχίζοντας την πόλη του Ηρακλείου, κατευθύνθηκαν –δυτικά- προς τα Ανώγεια, για να κατηφορίσουν από την οροσειρά του Ψηλορείτη στα νότια παράλια, όπου ήταν το ραντεβού με ταχύπλοο σκάφος και προορισμό την Αίγυπτο. Κάπου έπρεπε να εγκαταλείψουν το πολυτελές αυτοκίνητο, για να συνεχίσουν «πεζή»… Για να αποφευχθούν τα αντίποινα, οι Βρετανοί άφησαν στο αυτοκίνητο εγγλέζικα αποτσίγαρα, ένα βιβλίο της Αγκάθα Κρίστι, ένα μπερέ και ένα σημείωμα, που έλεγε ότι η επιχείρηση εκτελέστηκε από ειδικές Βρετανικές δυνάμεις, χωρίς τη συνδρομή από τους ντόπιους. Και στο υστερόγραφο, το απαραίτητο –έστω και κάτω απ’ αυτές τις πιεστικές συνθήκες: Υ.Γ. Λυπούμαστε, που πρέπει να εγκαταλείψουμε αυτό το υπέροχο αυτοκίνητο !
Στην κλασική ασπρόμαυρη ταινία «Λατέρνα, Φτώχεια και Φιλότιμο» (1955), ο Μίμης Φωτόπουλος και ο Βασίλης Αυλωνίτης είναι δυο φιλαράκια, μπατίρηδες, που πάνε με τα πόδια, μεταφέροντας τη λατέρνα και το ντέφι τους, για να βγάλουν μεροκάματο, στο πανηγύρι ενός χωριού. Στο δρόμο συναντούν μια κοπέλα (Τζένη Καρέζη) και δέχονται να την πάρουν μαζί τους, για να μην είναι μόνη. Διανυκτερεύοντας σε ένα εγκαταλελειμμένο εξοχικό, πριν σκεπαστούν με μιαν εφημερίδα, βλέπουν στην πρώτη σελίδα τη φωτογραφία της κοπέλας, της Καίτης, και διαβάζουν ότι το έχει σκάσει απ’ το σπίτι της και ότι ο εργοστασιάρχης πατέρας της, δίνει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό σ’ όποιον του δώσει στοιχεία για τον εντοπισμό της. Την άλλη μέρα, ενώ ετοιμάζονταν να συνεχίσουν την πορεία τους, ο Αυλωνίτης, εκ παραδρομής, λέει: -«Δεσποινίς ΚΑΙΤΗ, …». Αμέσως, η κοπέλα, σαν να τινάχτηκε από ηλεκτρικό ρεύμα, ρωτάει: -«Και πού ξέρετε, εσείς, το όνομά μου;»… οπότε παρεμβάλλεται ο Φωτόπουλος και –σαν σε Δελφικό χρησμό- λέει: -«Κοπέλα μου… ο μαέστρος ήθελε να πει: Δεσποινίς, ΚΑΙΤΟΙ εμείς είμαστε φτωχοί, θα σας βοηθήσουμε!»… Κάπως έτσι, ο Αλέκος Σακελλάριος, πριν 67, τόσα χρόνια, έκανε χιούμορ, παίζοντας με το ομόηχο του ονόματος «Καίτη» και του αντιθετικού συνδέσμου «καίτοι»! Σήμερα, ποιος να γελάσει, αφού ο σύνδεσμος έχει χαθεί από το λεξιλόγιό μας … αλλά και από τα βιβλία;
Σε άλλη ασπρόμαυρη ελληνική ταινία, ο Βασίλης Αυλωνίτης, δάσκαλος οδήγησης, εξηγεί στην καλλίγραμμη νέα μαθήτρια, πώς είναι η χρήση του μοχλού ταχυτήτων, με απώτερο σκοπό να τη φλερτάρει και να τη σαγηνεύσει… Ήταν η εποχή, όπου τα γαλλικά δεν είχαν φύγει απ’ τη μόδα. Της έδειχνε: «Μπροστά η 1η ταχύτητα, κάτω η 2η, δεξιά και μπρος η 3η, κάτω η 4η και στη μέση το «πουά – μορ» (γαλλικά-νεκρό σημείο)», και επαναλάμβανε, μεταφέροντας τον τόνο και τη θέση του άλφα… «Πουά – Μορ … Που – Αμόρ, που -ΑΜΟΡ, ΑΜΟΡ, ΑΜΟΡ !!!». Σήμερα, μ’ αυτά, γελάνε μόνο οι … γαλλομαθείς !