Ποσοστό 60% των ζωικών ειδών έχει εξαφανισθεί από τον πλανήτη τα τελευταία 40 χρόνια, σύμφωνα με την περιβαλλοντική οργάνωση WWF, η οποία καλεί σε «παγκόσμια συμφωνία» με στόχο τη διάσωση της Γης.
Οι πληθυσμοί θηλαστικών, πτηνών, ερπετών, αμφιβίων και ψαριών έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα, με περισσότερα από 60% των ειδών να έχουν εξαφανισθεί τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες.
Στην τελευταία της έκθεση, που δημοσιεύει η εφημερίδα Independent, η WWF καλεί σε ριζική επανεξέταση των μεθόδων προστασίας του περιβάλλοντος, επισημαίνοντας ότι οι προστατευόμενοι δρυμοί και τα προγράμματα διάσωσης συγκεκριμένων ειδών δεν επαρκούν. Η έκθεση της οργάνωσης υπογραμμίζει ότι η υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων του πλανήτη και η βιομηχανική γεωργία και αλιεία πρέπει να αντιμετωπισθούν κατά προτεραιότητα.
«Η καταστροφή του περιβάλλοντος θεωρείται το τίμημα της ανάπτυξης. Δεν μπορούμε, όμως, να συνεχίσουμε έτσι», λέει ο εκτελεστικός διευθυντής της WWF, Τόνι Τζούνιπερ.
Γνώριμα στους Ευρωπαίους ζωικά είδη, όπως ο ακανθόχοιρος και τα αγριοκάτσικα, έχουν μειωθεί δραματικά μεταξύ 1976 και 2014, φαινόμενο που καταγράφεται και σε πιο εξωτικά είδη, όπως ελέφαντες, ρινόκερους και πολικές αρκούδες. Τα στοιχεία αυτά βασίσθηκαν σε μελέτες 16.704 πληθυσμών 4.005 ζωικών ειδών, μέχρι το 2014.
Η τάση αυτή είναι ιδιαίτερα έντονη σε τροπικές περιοχές και παραποτάμιες ζώνες. Η απώλεια βιοτόπων εξαιτίας της εξάπλωσης της ανθρώπινης δραστηριότητας, σε συνδυασμό με τη λαθροθηρία, τη ρύπανση και την κλιματική αλλαγή, έχει οδηγήσει σε περιβαλλοντική κρίση, η οποία χρήζει ριζικών λύσεων.
«Είμαστε η πρώτη γενιά που συνειδητοποιεί ότι καταστρέφει το περιβάλλον και η τελευταία που μπορεί να κάνει κάτι για αυτό. Αντί, όμως, να υιοθετήσουμε τις λύσεις αυτές, επιλέγουμε ημίμετρα», λέει η Τάνια Στιλ, στέλεχος της WWF.
Αισιόδοξη νότα προσφέρει, όμως, ο καθηγητής Κεν Νόρις, επικεφαλής της Ζωολογικής Εταιρείας του Λονδίνου. «Δεν έχει χαθεί κάθε ελπίδα. Εχουμε μία τελευταία ευκαιρία να σχεδιάσουμε νέα πορεία, η οποία θα μας επιτρέψει να συνυπάρξουμε αρμονικά με τις μορφές άγριας ζωής, από τις οποίες άλλωστε εξαρτιόμαστε», λέει ο δρ Νόρις.
Η έκθεση της WWF επισημαίνει ότι οι πληθυσμοί λευκών και μαύρων ρινόκερων έχουν μειωθεί κατά 63% μεταξύ 1980 και 2006, εξαιτίας της ζήτησης για το κέρας τους, που χρησιμοποιείται κατά κόρον στην κινεζική παραδοσιακή ιατρική. Ο αριθμός των πολικών αρκούδων αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 30% μέχρι το 2050 εξαιτίας της τήξης των πάγων της Αρκτικής. Ο πληθυσμός καρχαριών- φαλαινών (το μεγαλύτερο θηλαστικό του πλανήτη) στον Ινδικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό εκτιμάται ότι μειώθηκε κατά 63% τα τελευταία 75 χρόνια.
Η προειδοποίηση της WWF ακολουθεί λίγο καιρό μετά την έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, η οποία κατέληξε στην ανάγκη λήψης έκτακτων μέτρων εντός των επόμενων 12 ετών, με στόχο την πρόληψη καταστροφικής ανόδου της θερμοκρασίας της Γης.
Η WWF έχει προτείνει το έτος 2020 ως «χρονιά ορόσημο» για τη σύναψη νέας δεσμευτικής συμφωνίας για την προστασία του περιβάλλοντος. Το 2020, ο ΟΗΕ αναμένεται να εξετάσει ενδελεχώς τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής, της προστασίας των ωκεανών, της βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης και της βιοποικιλότητας.
Μαζικές μεταναστεύσεις για σωτηρία…
Πουλιά που μεταναστεύουν σε όλο και μεγαλύτερα υψόμετρα, μέχρι να φθάσουν στην κορυφή του βουνού και να εξαφανιστούν και ψάρια που αναζητούν απεγνωσμένα ψυχρότερα ύδατα για να αναπαραχθούν. Οι ενδείξεις ότι η κλιματική αλλαγή προξενεί σοβαρά προβλήματα στη βιοποικιλότητα πολλαπλασιάζονται, καθώς μια σπάνια λεπτομερής μελέτη από το Περού έρχεται να επιβεβαιώσει τη δραματική μείωση των πληθυσμών των πουλιών.
Το 1985, ο διευθυντής του ορνιθολογικού ινστιτούτου του πανεπιστημίου Κορνέλ, Τζον Φιτζπάτρικ, πέρασε αρκετές εβδομάδες στο Σέρο ντε Παντιακόλα, στο νότιο Περού, καταγράφοντας πάνω από 400 είδη τροπικών πουλιών. Πριν από δύο χρόνια μία άλλη ομάδα από το κέντρο μελέτης βιοποικιλότητας του πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας, υπό τον Μπέντζαμιν Φρίμαν, επανέλαβε την αποστολή του Φιτζπάτρικ, ακολουθώντας βήμα προς βήμα τις σημειώσεις του, κατασκηνώνοντας στο ίδιο σημείο και καταγράφοντας τα πουλιά με τις ίδιες μεθόδους. Το αποτέλεσμα της σύγκρισης: Οκτώ από τα είδη πουλιών είχαν εξαφανιστεί τελείως, ενώ οι πληθυσμοί των υπολοίπων είχαν μειωθεί.
Οι επιστήμονες έκαναν λόγο για «κυλιόμενη σκάλα που οδηγεί στην εξαφάνιση», καθώς τα πουλιά υποχρεώνονται να μετακινηθούν σε όλο και μεγαλύτερο υψόμετρο, για να ξαναβρούν την θερμοκρασία που ταιριάζει στις διατροφικές τους ανάγκες. Τα πουλιά που ζουν στις τροπικές περιοχές δεν προσαρμόζονται σε μεγάλες θερμοκρασιακές μεταβολές, καθώς αυτό δεν είναι απαραίτητο στις περιοχές αυτές. Ετσι, είναι πιο ευάλωτα στην κλιματική αλλαγή.
«Θεωρούμε ότι η θερμοκρασία είναι αυτό που εξηγεί για ποιο λόγο τα πουλιά ανεβαίνουν στις πλαγιές», είπε ο Φρίμαν. «Η τεράστια πλειοψηφία των ειδών στην έρευνά μας έκανε το ίδιο πράγμα». H έρευνα δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences.
Μεταναστεύσεις ειδών σε μεγαλύτερη κλίμακα παρατηρούνται στους ωκεανούς, οι οποίοι επίσης υπερθερμαίνονται και υφίστανται αλλαγές στη χημική σύσταση εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Μεγάλη έρευνα δεκάδων δημοσιογράφων του πρακτορείου reuters σε δεκάδες παράκτιες κοινότητες ανά τον πλανήτη κατέγραψε μαρτυρίες από Πορτογάλους ψαράδες που δεν βρίσκουν πια σαρδέλες τις παραμονές του πατροπαράδοτου φεστιβάλ της σαρδέλας, Ιάπωνες ψαράδες που έχουν δει την ψαριά τού δημοφιλέστερου είδους καλαμαριού να μειώνεται στο ένα τέταρτο και Αμερικανούς ψαράδες που κυνηγούν τους αστακούς όλο και βορειότερα.
Σύμφωνα με στοιχεία από τις αμερικανικές ακτές του Βορείου Ατλαντικού, τουλάχιστον το 85% από τα 70 είδη ψαριών και θαλασσινών που παρατηρούνται σε τακτική βάση από τις αμερικανικές αρχές έχουν μετακινηθεί είτε βορειότερα είτε βαθύτερα. Οι πλέον δραματικές αλλαγές έχουν συντελεστεί τα τελευταία 10 ώς 15 χρόνια. Ενώ οι συνάδελφοί τους σε νοτιότερες πολιτείες μένουν με άδεια χέρια, οι ψαράδες του Μέιν βλέπουν να φθάνουν στις ακτές της βόρειας αυτής πολιτείας τεράστιες ποσότητες αστακών. Ενώ τη δεκαετία του 1980 και του 1990 στην πολιτεία αλιευόταν το 50% των αστακών των ΗΠΑ, την τρέχουσα δεκαετία το ποσοστό αυτό έχει ανεβεί στο 85%.