Στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου, στο Marrickville του Σύδνεϋ, ιερούργησε ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος το πρωί της Κυριακής, 1 Νοεμβρίου, επί τη εορτή των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού, με αφορμή το παρεκκλήσιο των Αγίων Αναργύρων που έχει η ενορία και πανηγυρίζει.
Στο κήρυγμά του ο Σεβασμιώτατος, λαμβάνοντας αφορμή από την ευαγγελική περικοπή της ημέρας, μίλησε στο εκκλησίασμα για ένα θεολογικό ζήτημα, για το οποίο διέκρινε, ότι υπάρχει σύγχυση στους κόλπους των πιστών, ενίοτε και στων κληρικών. Ο λόγος, για το τι είναι η κόλαση και τι ο παράδεισος. “Οι πιο απλοί άνθρωποι, οι παραδοσιακοί, θα μας πουν ότι η κόλαση είναι καζάνια με πίσσα, με φωτιά, που εκεί βράζουν οι ψυχές των ανθρώπων και βασανίζονται”, παρατήρησε, “ενώ για τον παράδεισο θα μας πουν ότι πρόκειται για μία πεδιάδα, για μία άνεση, για μία ομορφιά, για μία ευωδία, για έναν τόπο στον οποίο χαίρονται και ευφραίνονται οι ψυχές των ανθρώπων”. “Όμως στις περισσότερες ερμηνείες που δίδουμε για το τι είναι κόλαση και για το τι είναι παράδεισος”, επισήμανε, “βγάζουμε τον Χριστό από την οποιαδήποτε προσέγγιση και αυτό πραγματικά μάς αποπροσανατολίζει”.
Όπως εξήγησε στη συνέχεια, με απλό και κατανοητό λόγο, το πρώτο βήμα για να κατανοήσουμε τι είναι κόλαση και τι είναι παράδεισος, είναι να λάβουμε υπόψιν τη διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας μας, που ορίζουν τον άνθρωπο ως ένα δημιούργημα δισύνθετο, δηλαδή αποτελούμενο από σώμα και ψυχή. “Αυτά τα δύο στοιχεία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους”, τόνισε και για να καταστήσει σαφές το πώς λειτουργεί αυτό το σύστημα ενότητας στην ανθρώπινη υπόσταση, μοιράστηκε με τους πιστούς δύο παραδείγματα από τη διδασκαλία του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού: Όταν ο άνθρωπος έχει φόβο, που είναι μία λειτουργία της ψυχής, τότε αρχίζει να ιδρώνει, παρότι ο ιδρώτας είναι μία αντίδραση του σώματος. Όταν, πάλι, κάποιος κοπεί στο χέρι του και αρχίζει να τρέχει αίμα, τότε φοβάται. Η αιμορραγία είναι μια σωματική λειτουργία, αλλά ο φόβος και ο εσωτερικός πανικός είναι αντίδραση της ψυχής.
Τα παραπάνω αποδεικνύουν σαφώς την ενότητα που υπάρχει μεταξύ του σώματος και της ψυχής κατά την παρούσα ζωή, μία ενότητα όμως, που όπως επισήμανε ο Αρχιεπίσκοπος, διασπάται με τον θάνατο. “Γι’ αυτό δε μας είναι ευχάριστος ο θάνατος”, προσέθεσε.
Παράλληλα, ο Σεβασμιώτατος εξήγησε πως “όταν ο άνθρωπος ζει σε ετούτον τον κόσμο, αποκτά πάθη, αδυναμίες, αμαρτίες, που δεν είναι ούτε μόνο σωματικές, ούτε μόνο ψυχικές, αλλά είναι ψυχοσωματικές”. Όταν, λοιπόν, ο άνθρωπος φύγει από την παρούσα ζωή, εφόσον έχει εθιστεί σε πάθη και αμαρτίες, η ψυχή του δε θα μπορεί να ακούσει το κάλεσμα του Θεού, αλλά θα αναζητεί διαρκώς το σώμα, για να επαναλάβει τις συγκεκριμένες αμαρτίες. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που παρέθεσε ο Αρχιεπίσκοπος, είναι το εξής: “Αν ένας άνθρωπος είχε εθιστεί στο πάθος της πορνείας και πεθαίνει, το σώμα μένει εδώ, η ψυχή μεταφέρεται σε μια άλλη κατάσταση και αυτό το οποίο κάνει η ψυχή δεν είναι τίποτα άλλο από το να ψάχνει το σώμα, για να θεραπεύσει το πάθος της πορνείας, στο οποίο είχε εθιστεί όταν ζούσε σε αυτή τη ζωή. Κι ενώ ο Θεός φωνάζει και λέγει “Είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου, έλα κοντά μου, σε αγαπώ, σου χαρίζω τη Βασιλεία μου”, η ψυχή δεν ακούει, γιατί ψάχνει το σώμα. Γιατί αυτό που της λείπει, δεν είναι ο Χριστός, τον οποίο ποτέ δεν αγάπησε και ποτέ δεν υπηρέτησε. Αλλά της λείπει το σώμα, για να διαπράξει τη συγκεκριμένη αμαρτία”.
Συμπληρωματικά, ο Σεβασμιώτατος παρέθεσε τον ορισμό της κολάσεως, τονίζοντας ότι κόλαση είναι “η του ποθουμένου στέρησις”. “Κόλαση είναι αυτό το οποίο σου λείπει στην άλλη ζωή”, συμπλήρωσε, “διότι αυτό έμαθες σε ετούτη τη ζωή, σε αυτό έδωσες τη δύναμή σου, σε αυτό έδωσες την καρδιά σου, σε αυτό έδωσες τον εαυτό σου”. Στον αντίποδα, όπως επισήμανε, “εάν σε αυτήν τη ζωή η καρδιά μας στραφεί προς τον Χριστό, εάν σε αυτή τη ζωή η προτεραιότητα και η πρώτη μας μέριμνα είναι η αγάπη προς τον Χριστό, τότε στην άλλη ζωή αυτό το οποίο αγαπήσαμε εδώ, αυτό το οποίο δουλέψαμε και υπηρετήσαμε εδώ, θα είναι αυτό που θα συναντήσουμε”.