Αντίστροφα μετρά ο χρόνος μέχρι τη διεξαγωγή των 60ων εκλογών στις ΗΠΑ, στις 5 Νοεμβρίου, που θα κρίνουν τον πρόεδρο της Αμερικής για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, από τις 20 Ιανουαρίου 2024 (ημέρα ανάληψης καθηκόντων) έως τις 20 Ιανουαρίου του 2028. Οι δύο μονομάχοι, η Κάμαλα Χάρις με το στρατόπεδο των Δημοκρατικών και ο Ντόναλντ Τραμπ με των Ρεπουμπλικανών, έχουν μπει στην τελική ευθεία, με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις να προδίδουν εικόνα θρίλερ καθώς η διαφορά ανάμεσα στους δύο κυμαίνεται γύρω στη μονάδα ενώ δύσκολη θα είναι η μάχη και στις πολιτείες-κλειδιά.
Όσον αφορά στο αμερικανικό εκλογικό σύστημα, σημειώνεται ότι κάθε δύο χρόνια γίνονται εκλογές για τους 435 βουλευτές της Βουλής των Αντιπροσώπων (το ένα νομοθετικό σώμα των ΗΠΑ με 2ετή θητεία) και για το 1/3 των συνολικά 100 Γερουσιαστών της Γερουσίας (το δεύτερο νομοθετικό σώμα – 50 πολιτείες από 2 Γερουσιαστές η κάθε μία) οι οποίοι έχουν 6ετή θητεία αλλά κάθε 2 χρόνια γίνονται εκλογές για το ένα τρίτο του συνόλου τους.
Έτσι την ίδια ημέρα 5 Νοεμβρίου οι Αμερικανοί εκτός από πρόεδρο θα ψηφίσουν και για τους 435 βουλευτές της Βουλής των Αντιπροσώπων και για το 1/3 των 100 Γερουσιαστών, δηλαδή για 34.
Η διάσπαση της εξουσίας σε πολλά σώματα αποτρέπει τον κίνδυνο κάποιος πολιτικός ή κάποιο κόμμα να αποκτήσει τόση δύναμη ώστε να επιβληθεί δικτατορικά στους πολίτες.
Έτσι το Σύνταγμα προβλέπει ότι οι υποψήφιοι των κομμάτων που θα συναγωνιστούν για την προεδρία θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να έχουν την συνεχή στήριξη των οπαδών του κόμματός τους.
Η διαδικασία για την απόκτηση του χρίσματος και η μακρά προεκλογική περίοδος
Κάθε φορά που θα συμμετέχουν σε προεδρικές εκλογές θα πρέπει πρώτα μέσα από υποχρεωτικές εθνικές εκλογές να έχουν κερδίσει το χρίσμα του κόμματός τους, νικώντας τους εσωκομματικούς αντιπάλους τους. Αντίθετα δηλαδή με την Ευρώπη όπου ένας αρχηγός κόμματος μπορεί να συμμετέχει σε πρωθυπουργικές ή προεδρικές εκλογές επί πολλές φορές χωρίς να υποβάλλεται κάθε φορά σε υποχρεωτικές εσωκομματικές εκλογές.
Για αυτό τον λόγο και στις ΗΠΑ η διάρκεια των εσωκομματικών εκλογών και στις 50 Πολιτείες, φτάνει τους 6 μήνες. Εάν μάλιστα υπολογιστεί ότι οι υποψήφιοι για το προεδρικό χρίσμα των κομμάτων ανακοινώνουν την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν στις εσωκομματικές εκλογές από την άνοιξη του προηγούμενου χρόνου των προεδρικών εκλογών, τότε η όλη προεκλογική περίοδος μπορεί να διαρκέσει και δύο χρόνια.
Όσον αφορά τον πρόεδρο, το αμερικανικό Σύνταγμα ορίζει ότι αυτός πρέπει να είναι τουλάχιστον 35 ετών, πολίτης των ΗΠΑ και γεννημένος εκεί (εξ ου και οι κατηγορίες κατά Ομπάμα ότι δεν γεννήθηκε σε Αμερικανικό έδαφος) ενώ πρέπει και να διαμένει στις ΗΠΑ τα τελευταία 15 χρόνια πριν την εκλογή του. Η θητεία του Προέδρου είναι τετραετής, και έχει δικαίωμα επανεκλογής μόνο μία φορά, δηλαδή μέγιστη θητεία 8 χρόνια.
Ο ρόλος των εκλεκτόρων
Οι προεδρικές εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες διεξάγονται με έμμεση καθολική ψηφοφορία. Έμμεση γιατί οι Αμερικανοί πολίτες δεν ψηφίζουν απευθείας τον πρόεδρο αλλά τους εκλέκτορες που αυτοί τελικά θα ψηφίσουν τον πρόεδρο. Έτσι οι Αμερικανοί πολίτες θα εκλέξουν το Νοέμβριο μια ομάδα μεγάλων εκλεκτόρων, οι οποίοι αποτελούν το Κολέγιο των Εκλεκτόρων και οι οποίοι εκλέκτορες θα εκλέξουν με τη σειρά τους τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ.
Για να εκλεγεί ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος θα πρέπει συνεπώς οι εκλέκτορες που ψηφίστηκαν από τον κόσμο να ψηφίσουν αυτόν που πιστεύουν ότι είναι ο καταλληλότερος για τη χώρα. Γι’ αυτό και το Σύνταγμα αφήνει εντελώς ελεύθερους τους εκλέκτορες να ψηφίσουν όποιον υποψήφιο θέλουν, ακόμα και αυτόν του αντίθετου κόμματος.
Οι προεδρικές εκλογές είναι μια έμμεση διαδικασία κατά την οποία οι πολίτες εκλέγουν τα μέλη του Κολεγίου των Εκλεκτόρων σε κάθε μία από τις 50 πολιτείες συν την περιοχή της Κολούμπια (την πρωτεύουσα Ουάσιγκτον) που διαθέτει τρεις εκλέκτορες για της προεδρικές εκλογές.
Κάθε πολιτεία ανάλογα με τον πληθυσμό της διαθέτει έναν αριθμό εκλεκτόρων. Ο αριθμός αυτός είναι ίσος με τον αριθμό των Γερουσιαστών και των Βουλευτών της πολιτείας. Η πιο πολυπληθής πολιτεία, η Καλιφόρνια, διαθέτει 55 Εκλέκτορες. Ακολουθούν το Τέξας με 38 και η Φλόριντα με 29. Οι πιο αραιοκατοικημένες πολιτείες έχουν τουλάχιστον τρεις μεγάλους εκλέκτορες όπως οι πιο μικρές πολιτείες Αλάσκα και Ντέλαγουερ.
Επίσης οι πολίτες σε περιοχές των ΗΠΑ, όπως το Πουέρτο Ρίκο, το Γκουάμ, οι Αμερικανικές Παρθένοι Νήσοι, οι Νήσοι Βόρειες Μαριάνες, Αμερικανική Σαμόα, και οι Αμερικανικές Μικρές Απομονωμένες Νήσοι μπορούν να ψηφίσουν στις προκριματικές εκλογές, αλλά όχι στις προεδρικές εκλογές. Στις προεδρικές εκλογές ψηφίζουν μόνο οι πολιτείες.
Συνολικά υπάρχουν 538 εκλέκτορες που αντιστοιχούν αριθμητικά στα 435 μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων, 100 μέλη της Γερουσίας και τρεις εκλέκτορες από την περιοχή της Κολούμπια.
Ο υποψήφιος πρόεδρος των ΗΠΑ πρέπει να εξασφαλίσει τη στήριξη 270 εκλεκτόρων για να αναδειχθεί στο ανώτατο αξίωμα της χώρας, δηλαδή να εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία στους 538 εκλέκτορες.
Στις περισσότερες πολιτείες ισχύει το πλειοψηφικό σύστημα «ο νικητής τα παίρνει όλα». Ο υποψήφιος με τις περισσότερες ψήφους την ημέρα των εκλογών κερδίζει όλες τις ψήφους των εκλεκτόρων στην πολιτεία.
Ο υποψήφιος με την πλειοψηφία των εκλεκτόρων από όλες τις πολιτείες εκλέγεται πρόεδρος. Έτσι, έχει συμβεί αρκετές φορές στην αμερικανική ιστορία, πρόεδρος να έχει εκλεγεί κάποιος που ήλθε δεύτερος σε ψήφους αλλά κατέκτησε την πλειοψηφία των εκλεκτόρων. Αυτό συνέβη το 2000, με την εκλογή-«θρίλερ» του Τζορτζ Μπους (υιού) αλλά και σε άλλες τρεις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις το 1824,1876 και το 1888.
Η πιο οριακή νίκη στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές από το 1876
Στις εκλογές του 2000 με αντιπάλους τον Τζορτζ Μπους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και τον Αλ Γκορ του Δημοκρατικού, το αρχικό τελικό αποτέλεσμα στην πολιτεία της Φλόριντα ήταν υπέρ του Γκορ αλλά λίγο αργότερα έγινε υπέρ του Μπους. Ζητήθηκε επανακαταμέτρηση όπου το Ανώτατο Δικαστήριο της Φλόριντα συναίνεσε και ενώ η ανακαταμέτρηση συνεχίζονταν, το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο την απαγόρευσε δίνοντας ουσιαστικά την νίκη στον Μπους. Σε όλη την χώρα ο Τζορτζ Μπους πήρε λιγότερες ψήφους πολιτών (50,456,002 – 47,9%) και ο Αλ Γκορ περισσότερες (50,999,897 – 48,4%). Όμως λόγω του πλειοψηφικού εκλεκτορικού συστήματος (βοηθούσης και της Φλόριντα) ο Μπους κέρδισε την προεδρία με 271 εκλέκτορες έναντι 266 του Γκορ. Ήταν η πιο οριακή νίκη στις αμερικανικές Προεδρικές εκλογές από το 1876.
Αυτό συμβαίνει γιατί στις περισσότερες πολιτείες (με εξαίρεση όσες εφαρμόζουν αναλογική σύστημα), ο υποψήφιος που θα καταφέρει να κερδίσει ακόμα και με μια ψήφο διαφορά κερδίζει όλους τους εκλέκτορες λόγω του έντονα πλειοψηφικού συστήματος.
Όταν κανένας υποψήφιος στις εκλογές δεν συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία του εκλεκτορικού σώματος, ο πρόεδρος επιλέγεται τελικά από την Βουλή των Αντιπροσώπων μεταξύ των τριών υποψηφίων που προηγούνται σε αριθμό εκλεκτόρων.
Σε περίπτωση ισοψηφίας, η νέα Βουλή των Αντιπροσώπων που θα εκλεγεί την ίδια ημέρα με τις προεδρικές, θα επιλέξει τον μελλοντικό πρόεδρο – κάτι που συνέβη το 1800 και το 1824. Η Γερουσία σε αυτήν την περίπτωση εκλέγει τον Αντιπρόεδρο.
Η Δωδέκατη Τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος ορίζει ότι κάθε εκλέκτορας έχει μία ψήφο για πρόεδρο και μία για αντιπρόεδρο. Επίσης καθορίζει τον τρόπο που εκλέγονται ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος.
Γιατί οι εκλογές γίνονται πάντα Τρίτη;
Είναι μια παράδοση από το 1845. Οι προεδρικές εκλογές γίνονται πάντα «την Τρίτη μετά την πρώτη Δευτέρα του Νοεμβρίου». Ο λόγος είναι η δυσκολία που υπήρχε παλαιά στις μετακινήσεις. Στα μέσα του 19ου αιώνα, οι ΗΠΑ ήταν κυρίως έθνος αγροτών. Το Σάββατο ήταν εργάσιμη ημέρα στο αγρόκτημα, την Κυριακή ο κόσμος πήγαινε στην εκκλησία οπότε ούτε λόγος για μετακίνηση και η Τετάρτη ήταν ημέρα της εμποροπανήγυρης. Διάλεξαν λοιπόν την Τρίτη, ώστε να υπάρχει χρόνος (από τη Δευτέρα) για να ταξιδέψουν οι ψηφοφόροι μέχρι τα απομακρυσμένα εκλογικά τμήματα.
Σημαντικό κομμάτι της προεκλογικής εκστρατείας είναι οι τηλεοπτικές μονομαχίες των υποψηφίων, τα λεγόμενα ντιμπέιτ. Το 1984 ο πρόεδρος Ρίγκαν δεν έφερε καθόλου καλά αποτελέσματα στο ντιμπέιτ και παρ’ όλα αυτά κέρδισε τις εκλογές με σχεδόν 60%. Αντίθετα το 1988 ο Ελληνοαμερικανός Μάικ Δουκάκης θεωρείται πως αυτοκτόνησε πολιτικά όταν σε ερώτηση για το πώς θα αντιδρούσε αν βίαζαν τη γυναίκα του απάντησε μάλλον ψυχρά, χωρίς συναίσθημα, χάνοντας έτσι πολλούς ψηφοφόρους.
Πρώτο Θέμα