Ο κ. Δημητρακόπουλος σημείωσε πως η «σφοδρότητα της καύσης» καθιστά πάρα πολύ δύσκολο να ελεγχθούν τέτοιες φωτιές. «Έχουν τεράστια θερμική ένταση. Η θερμότητα την οποία παράγουν, η ενέργεια την οποία παράγουν, είναι εξαιρετικά μεγάλη για να ελεγχθεί είτε με επίγειες δυνάμεις είτε με εναέρια μέσα», εξήγησε.
Ο καθηγητής δήλωσε στον ΣΚΑΪ πως ο αριθμός των πυρκαγιών είναι απόρροια του παρατεταμένου καύσωνα και των συνθηκών που προκαλεί στην καύσιμη ύλη, προσθέτοντας ότι πρόκειται για ένα «ακραίο» και «σπάνιο» φαινόμενο που πλήττει ολόκληρη τη γειτονιά μας.
«Είναι ένα φαινόμενο το οποίο είναι ακραίο, είναι σπάνιο, τελευταία φορά που είχαμε τέτοιο μέγεθος καύσωνα στην Ελλάδα ήταν το 1987, και πλήττει βέβαια όλη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Βλέπετε ότι αντίστοιχα προβλήματα έχουν οι Τούρκοι, έχουν οι Αλβανοί, έχουν στη Βόρεια Μακεδονία παντού», ανέφερε.
Ο κ. Δημητρακόπουλος τόνισε ότι οι αποφάσεις για εκκενώσεις οικισμών που κινδυνεύουν από τις φλόγες είναι «απολύτως» ορθές, τονίζοντας ότι μολονότι καταλαβαίνει τη βούληση κατοίκων να προστατεύσουν τις περιουσίες τους, το έργο της πυρόσβεσης πρέπει να επαφίεται σε «επαγγελματίες, σε αυτούς που γνωρίζουν, σε αυτούς που ξέρουν πώς θα κινηθούν, σε αυτούς που ξέρουν να θέτουν προτεραιότητες».
«Ύψιστη αξία είναι η ανθρώπινη ζωή, η ανθρώπινη ζωή είναι αναντικατάστατη», υπογράμμισε.
Ο κ. Δημητρακόπουλος επισήμανε, επίσης, ότι είναι σημαντικό να γίνουν άμεσα αντιπλημμυρικά έργα στις καμένες περιοχές, ειδικά όπου υπάρχουν μεγάλες κλίσεις εδάφους, ώστε να προληφθεί ο κίνδυνος πλημμυρών στη συνέχεια.