Είναι 18 Απριλίου 1824. Μία ημέρα πριν από το θάνατό του, ο Λόρδος Βύρων ψήνεται στον πυρετό, παραδίδεται στο παραλήρημά του. Αλλά δεν ξεχνά το πάθος του για την απελευθέρωση της Ελλάδας.
«Της έδωσα το χρόνο μου, τους πόρους μου, την υγεία μου. Και τώρα της δίνω τη ζωή μου. Τι περισσότερο θα μπορούσα να κάνω;», θα πει σε μία στιγμή διαύγειας. Ο θάνατός του, στο Μεσολόγγι, προκάλεσε σοκ στον αγγλόφωνο κόσμο.
Καθώς η Ελλάδα γιορτάζει τα 200 χρόνια της ανεξαρτησίας της, ο βρετανικός Observer βγάζει στο φως μία απόδειξη της γενναιοδωρίας και της αφοσίωσής του στον ελληνικό σκοπό. Η επιταγή των 4.000 λιρών -θα αντιστοιχούσαν σε 332.000 λίρες σήμερα- ανακαλύφθηκε στα αρχεία του κράτους. Την έγραψε ο Λόρδος Βύρων προς τον Τζιοβάνι Ορλάντο, εκπρόσωπο της προσωρινής κυβέρνησης, που τον προσέγγισε για χρήματα, θορυβημένος από την πορεία του πολέμου.
Όπως γράφει ο Observer, τα χρήματα προορίζονταν για έκτακτες ανάγκες – κυρίως τη χρηματοδότηση της μίσθωσης του στόλου για την υπεράσπιση του Μεσολογγίου. Οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι θα αποπληρώνονταν με ένα πολύ μεγαλύτερο δάνειο από το Λονδίνο, όπου και θα πήγαινε ο Ορλάντο.
Ο Βύρων συμφώνησε στο δάνειο στην Κεφαλονιά. Η επιταγή που φέρει την υπογραφή του, στη συνέχεια εξαργυρώθηκε στη Μάλτα, με τη μορφή ασημένιων ισπανικών δολαρίων, τα οποία μεταφέρθηκαν σε μπαούλα στο Μεσολόγγι από τον ποιητή.
Η προθυμία του να αποχωριστεί ένα τόσο μεγάλο μέρος της προσωπικής του περιουσίας εκτιμάται ότι ήταν κρίσιμη για την πορεία του πολέμου. «Κανένας ιστορικός του πολέμου δεν έδωσε πραγματική σημασία στο γεγονός αυτό, αλλά οι δυνάμεις των Αλβανών που πολιορκούσαν το Μεσολόγγι ξαφνικά εξαφανίστηκαν, μόλις μαθεύτηκε ότι ο Βύρων είχε δανείσει αυτά τα χρήματα και ο στόλος έπλεε από την Ύδρα και τις Σπέτσες», λέει ο Ρόντερικ Μπίτον, καθηγητής μοντέρνων ελληνικών σπουδών στο King’s College London.
moneyreview.gr