Σε ισόβια χωρίς ελαφρυντικά καταδικάστηκε από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καλαμάτας ο 46χρονος που τον Νοέμβριο του 2020 πυροβόλησε στο κεφάλι και σκότωσε την 44χρονη σύζυγό του, μέσα στο σπίτι τους στον Πύργο Δυρού της Ανατολικής Μάνης. Το έγκλημα μάλιστα έγινε μπροστά στα μάτια της τότε 15χρονης κόρης τους.
Η δίκη ξεκίνησε στις 8 Απριλίου και ολοκληρώθηκε την Παρασκευή. Κατά τη διάρκεια της δίκης υπήρξε έντονη οργή από τους συγγενείς της άτυχης γυναίκας, που απευθύνονταν στον κατηγορούμενο με ύβρεις και κατάρες. Στη δίκη υπήρχαν δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, ενώ ο κατηγορούμενος φορούσε συνεχώς αλεξίσφαιρο.
Σύμφωνα με το tharrosnews.gr, ο συζυγοκτόνος στην απολογία του ισχυρίστηκε ότι υπεραγαπά τη γυναίκα του. Για την ημέρα της δολοφονίας υποστήριξε ότι δεν θυμάται τίποτα και ότι δεν μπορεί να πιστέψει ότι έκανε τέτοιο πράγμα.
Η ετυμηγορία του δικαστηρίου
Ο συζυγοκτόνος κρίθηκε ομόφωνα ένοχος για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία. Παράλληλα, δικαστές και ένορκοι απέρριψαν ομόφωνα τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης για μειωμένο καταλογισμό, αλλά και για αναγνώριση του ελαφρυντικού του σύννομου βίου.
Αναλυτικά, για την ανθρωποκτονία του επιβλήθηκε ισόβια κάθειρξη, ενώ για την οπλοφορία και την οπλοχρησία του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 18 μηνών και χρηματικό πρόστιμο 1.000 ευρώ.
Η εισαγγελέας, προτείνοντας την ποινή της ισόβιας κάθειρξης, αναφέρθηκε στον τρόπο που έγινε η δολοφονία αλλά και το γεγονός ότι τελέστηκε μπροστά στα μάτια της ανήλικης κόρης της. Όπως είπε, τα στοιχεία αυτά δεν αφήνουν περιθώριο για άλλη ποινή.
«Δεν θυμάμαι τίποτα»
Απολογούμενος, ο 46χρονος υποστήριξε ότι δεν θυμάται τίποτα από την επίμαχη μέρα. Υποστήριξε μάλιστα ότι αγαπάει τη γυναίκα του, ότι τρελαίνεται στην ιδέα ότι μπορεί να της έχει κάνει κακό και πως είναι σίγουρος ότι όταν γυρίσει στον Πύργο Δυρού, θα τη βρει να τον περιμένει στην πόρτα του μαγαζιού.
«Αν το έχω κάνει, ζήτω συγγνώμη από το Θεό, τα παιδιά μου και απ’ όλο τον κόσμο», είπε στη συνέχεια ο κατηγορούμενος, ενώ πολλές φορές και απαντώντας στις επίμονες ερωτήσεις του δικαστηρίου, ανέφερε ότι δε θυμάται τίποτα από εκείνη την ημέρα.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε σε ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετώπισε απ’ όταν πήγε στο στρατό, λέγοντας ότι ξεκίνησε αγωγή, την οποία όμως μετά μείωσε, διότι, όπως ισχυρίσθηκε, νόμιζε ότι ήταν καλά.
Ξεσπώντας σε λυγμούς είπε για άλλη μια φορά ότι υπεραγαπούσε τη γυναίκα του και πως δεν πιστεύει ότι έχει κάνει κάτι τέτοιο. Επίσης, σημείωσε ότι υπεραγαπά τα παιδιά του, αλλά η κόρη τού είπε ψέματα ότι έβριζε τη μάνα της γιατί έτσι της είπαν οι δικηγόροι και ότι ο γιος του τον θέλει στη φυλακή, γιατί υπεραγαπά τη μητέρα του. Κλείνοντας τη σύντομη απολογία του ζήτησε την επιείκεια του δικαστηρίου.
Εισαγγελέας
Η εισαγγελέας της Έδρας ανέλυσε εκτενώς τη νομική πλευρά των κατηγοριών, αλλά και του αυτοτελούς ισχυρισμού της υπεράσπισης ότι ο κατηγορούμενος έχει μειωμένο καταλογισμό.
Περιέγραψε την τραγική ημέρα της δολοφονίας της άτυχης γυναίκας, βασιζόμενη κυρίως στη μαρτυρία της κόρης του θύματος, που ήταν παρούσα στη δολοφονία. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο ότι η γυναίκα πυροβολήθηκε στο πίσω αριστερό μέρος του κεφαλιού και ήταν στραμμένη προς την έξοδο του σπιτιού, προσπαθώντας να βγει και να σωθεί, καταρρίπτοντας τους ισχυρισμούς του κατηγορούμενου ότι υπήρχε συμπλοκή μεταξύ τους και εκπυρσοκρότησε το όπλο ή ότι η γυναίκα τον απείλησε με μαχαίρι.
Υπογράμμισε, επίσης, ότι πυροβόλησε δύο φορές, με την πρώτη να αστοχεί επειδή η κόρη του τού χτύπησε το όπλο, ενώ μέσα στο όπλο είχε και τρίτο φυσίγγιο. Αυτά, όπως είπε, αποδεικνύουν την επίμονη και συνεχή επιδίωξη του δράστη να εξοντώσει το θύμα του, ενώ του απέδωσε άμεσο δόλο που δεν κάμφθηκε ούτε από την παρουσία της κόρης τους στο σπίτι, ούτε από την προσπάθεια αυτής να τον αποτρέψει από την πράξη του. Μάλιστα, πρόσθεσε ότι ο δράστης τέλεσε την πράξη του σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στο χαρακτήρα του, λέγοντας ότι ήταν βίαιος και αυτό έχει αποδειχθεί και από παλαιότερα περιστατικά που περιέγραψαν οι μάρτυρες. Επίσης, ήθελε να έχει απόλυτο έλεγχο πάνω στη γυναίκα του και αυτή να είναι πειθήνια. «Θεωρούσε το θύμα κτήμα του, ιδιοκτησία του. Η βίαιη συμπεριφορά του κατηγορουμένου δεν είναι εξαίρεση, αλλά ο κανόνας όταν δεν περνάει το δικό του».