Η διάσκεψη της Τεχεράνης ήταν διάσκεψη κορυφής μεταξύ των ηγετών των Συμμάχων υπό το κωδικό όνομα EUREKA (= Εύρηκα). Διεξήχθη στην Τεχεράνη του Ιράν από τις 28 Νοεμβρίου έως την 1η Δεκεμβρίου 1943. Ουσιαστική, στη συνάντηση αυτή, μοιράστηκαν οι σφαίρες επιρροής σε όλο τον κόσμο!
Σε επίπεδο ηγετών συμμετείχαν ο Αμερικανός Πρόεδρος Φράνκλιν Ρούζβελτ, ο Βρετανός Πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ και ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Ιωσήφ Στάλιν. Ακολούθησε χρονικά τη διάσκεψη του Καΐρου, η οποία έληξε στις 27 Νοεμβρίου 1943 χωρίς την παρουσία του Στάλιν αλλά με παρουσία του Τσανγκ Κάι Σεκ. Ουσιαστικά ήταν η πρώτη διάσκεψη στην οποία συμμετείχαν και οι τρεις ηγέτες. Οι αποφάσεις που λήφθηκαν στη διάσκεψη της Τεχεράνης ήταν προοίμιο των αποφάσεων που απλά επικυρώθηκαν στη Διάσκεψη της Γιάλτας το 1945 και υπό αυτή την άποψη θεωρείται μια από τις πιο σημαντικές διασκέψεις του Πολέμου.
Ύστερα από την κατάσταση που έχει ήδη διαμορφωθεί στα διάφορα πολεμικά μέτωπα, κρίθηκε απαραίτητη μια συνάντηση των “τριών μεγάλων” (the Big Three, όπως αποκαλούνται οι σύμμαχοι ηγέτες) για τη διαμόρφωση της περαιτέρω στάσης και πολιτικής που έπρεπε να ακολουθήσουν.
Ο Αμερικανός Πρόεδρος επιθυμούσε ήδη από την εποχή της επίθεσης στο Περλ Χάρμπορ μια συνάντηση με τους άλλους δύο ηγέτες, ώστε να συντονίσουν καλύτερα τις πολεμικές τους ενέργειες. Χρειάστηκε να περιμένει δύο χρόνια για να εκπληρωθεί αυτή του η επιθυμία. Όταν όμως ήρθε η στιγμή της συνάντησης, τα ενδιαφέροντα είχαν μεταβληθεί: Η επέκταση των δυνάμεων του Άξονα είχε μπει κάτω από έλεγχο ενώ ήδη διαφαινόταν η νίκη των Συμμάχων σε στρατιωτικό επίπεδο. Τον Ρούζβελτ πλέον τον απασχολούσαν τα πολιτικά προβλήματα που θα προέκυπταν μετά το τέλος του Πολέμου. Επιπλέον, η Συμμαχία είχε αρχίσει να παρουσιάζει ρωγμές καθώς ανέκυπταν όλο και περισσότερες διαφωνίες που απαιτούσαν την άμεση προσοχή των ηγετών, ενώ ο Ρούζβελτ πίστευε ότι θα μπορούσε να συνεννοηθεί καλύτερα με τον Στάλιν σε σχέση με τον Τσώρτσιλ.
Ήδη από το Μάιο του 1942 ο Ρούζβελτ είχε προτείνει στον Στάλιν, μέσω του Χάριμαν, μια μεταξύ τους συνάντηση κάπου στο Βερίγγειο πορθμό ή στην Ισλανδία. Ο Στάλιν έχασε την ευκαιρία, αν και επιθυμούσε μια συνάντηση, γιατί φοβόταν τα αεροπορικά ταξίδια. Τον Ιούλιο ο Στάλιν έγραψε προς τον Ρούζβελτ ότι “τα μεγάλα στρατηγικά ζητήματα δεν είναι δυνατό να επιλυθούν μόνον από τους στρατιωτικούς”. Ακολούθησε βροχή ανταλλαγής μηνυμάτων και προτάσεων, κυρίως μεταξύ Ρούζβελτ και Τσώρτσιλ πριν τελικά καταστεί δυνατή η συνάντηση στην Τεχεράνη.
Ο Ρούζβελτ επιθυμούσε, επίσης, να μην υπάρχουν εκπρόσωποι του τύπου στη διάσκεψη. Φυσικά, επρόκειτο να συζητηθούν θέματα μεγάλης σπουδαιότητας και μυστικότητας και ο Ρούζβελτ ήταν βέβαιος ότι ο Στάλιν δε θα μιλούσε ανοικτά και καθαρά αν ήσαν και δημοσιογράφοι παρόντες. Παράλληλα, δεν ήθελε να δώσει λαβές σε όσους επέκριναν την πολιτική του στα ζητήματα του Πολέμου.
Η διάσκεψη αρχίζει την Κυριακή 28 Νοεμβρίου. Ο Τσώρτσιλ αντιμετωπίζει την ενωμένη εχθρότητα Στάλιν και Ρούζβελτ. Η συμπεριφορά των δύο ηγετών προς το Βρετανό είναι περισσότερο απαξιωτική παρά ισότιμη. Όπως είναι φυσικό, ο Ρούζβελτ αρνείται να παράσχει κάθε βοήθεια στο Μεσογειακό θέατρο του πολέμου, με αποτέλεσμα η Βρετανία να αποπειραθεί μόνη της την κατάληψη των νησιών του Αιγαίου. Η απόπειρα αποτυγχάνει παταγωδώς, μια βρετανική ταξιαρχία αιχμαλωτίζεται στη Λέρο και βυθίζονται έξι βρετανικά αντιτορπιλικά.
Στο δείπνο της 29ης Νοεμβρίου λαμβάνει χώρα ένα σοβαρό επεισόδιο: Ο Στάλιν, στην πορεία της συζήτησης, εκφράζει την άποψη ότι οι 50.000 – και ίσως 100.000 – ηγετικές φυσιογνωμίες της Γερμανίας στους τομείς των ενόπλων δυνάμεων, της επιστήμης, της τεχνολογίας και της οικονομίας θα πρέπει να εκτελεστούν με συνοπτικές διαδικασίες. Ο Τσώρτσιλ απαντά, με οξύτατο τόνο, ότι εκφράζει την απόλυτη άρνησή του πάνω σε τέτοιες πρακτικές. Ναι, ασφαλώς οι εγκληματίες πολέμου πρέπει να δικαστούν και να υποστούν τις συνέπειες των πράξεών τους, το έχει πει και γράψει και ο ίδιος, αλλά η Βρετανία αρνείται να “βάλει στο ίδιο τσουβάλι” με τους εγκληματίες τους στρατιώτες που πολέμησαν για την πατρίδα τους. Αρνείται να συμμετάσχει σε εκτελέσεις που γίνονται για πολιτικούς λόγους. Ο Στάλιν υποστηρίζεται από ένα νεαρό Αντισυνταγματάρχη, που καταχράται την ιδιότητά του: Το γιο του Προέδρου Ρούζβελτ. Ο Βρετανός θυμώνει σε τέτοιο βαθμό που δηλώνει ότι προτιμά να εκτελεστεί ο ίδιος τώρα στην αυλή της Σοβιετικής Πρεσβείας παρά να συναινέσει σε τέτοια ενέργεια.Αφήνει την πετσέτα και το πιρούνι του και σηκώνεται από το τραπέζι βγαίνοντας έξω. Ο Στάλιν σηκώνεται με τη σειρά του και επαναφέρει το Βρετανό στο τραπέζι και τη συζήτηση, βεβαιώνοντάς τον ότι απλά αστειευόταν.
Η διάσκεψη επιβεβαιώνει αυτό που επισημάνθηκε από τους ιστορικούς των συμμαχικών διασκέψεων: Η πρωτοκαθεδρία δεν ανήκει πλέον στο Βρετανό Πρωθυπουργό. Χωρίς να παραγκωνίζεται, δεν είναι αυτός που θέτει τους όρους και πείθει τους υπόλοιπους να τους ακολουθήσουν (όπως έγινε στην Καζαμπλάνκα). Επιπλέον, ο Στάλιν θέλει επειγόντως ένα δεύτερο μέτωπο στην Ευρώπη – αυτό της Ιταλίας δεν τον καλύπτει. Βρίσκει την ευκαιρία να το εκμαιεύσει από τους συμμάχους του. Επιπλέον, σε αντάλλαγμα για την αμέριστη υποστήριξη της ΕΣΣΔ στους Αμερικανούς και Βρετανούς στον πόλεμο κατά του Χίτλερ, ζητά – και λαμβάνει τη διαβεβαίωση – ότι οι αντάρτες της Γιουγκοσλαβίας θα λάβουν υποστήριξη και ότι η ΕΣΣΔ θα έχει εκεί την πρωτοκαθεδρία.
Σύμφωνα με το περιοδικό “Time” ο Στάλιν, κάνοντας μια επίσημη πρόποση σε κάποιο από τα δείπνα της διάσκεψης είπε: “Τα Ενωμένα Έθνη δεν θα είχε γίνει ποτέ δυνατό να κερδίσουν αυτό τον Πόλεμο χωρίς την πολεμική παραγωγή των ΗΠΑ”.
Τα αποτελέσματα της Διάσκεψης
Το κείμενο των γενικών θέσεων στο οποίο κατέληξε η διάσκεψη ήταν το εξής:
Εμείς, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας και ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης συναντηθήκαμε τις τέσσερις τελευταίες ημέρες στην πρωτεύουσα του συμμάχου μας Ιράν, Τεχεράνη, και διαμορφώσαμε και επιβεβαιώσαμε την κοινή μας πολιτική.
Εκφράζουμε την αποφασιστικότητά μας ότι τα έθνη μας πρέπει να συνεργαστούν τόσο στον Πόλεμο όσο και στην ειρήνη που θα ακολουθήσει.
Τα επιτελεία μας παρέστησαν στις συναντήσεις στρογγυλής τραπέζης και καταστρώσαμε τα σχέδια για την καταστροφή των γερμανικών δυνάμεων. Καταλήξαμε σε πλήρη συμφωνία τόσο ως προς τους σκοπούς όσο και ως προς το συγχρονισμό των επιχειρήσεων που θα αναληφθούν από την ανατολή, τη δύση και το νότο.
Η αλληλοκατανόηση την οποία επιτύχαμε εγγυάται ότι η νίκη θα είναι δική μας.
Ως προς τη μεταπολεμική ειρήνη είμαστε βέβαιοι ότι η ομόνοιά μας θα εξασφαλίσει μια ειρήνη με διάρκεια. Αναγνωρίζουμε πλήρως την υπέρτατη ευθύνη που επωμιζόμαστε εμείς και τα Ηνωμένα Έθνη για την εγκαθίδρυση μιας ειρήνης που θα δεσπόζει της καλής θέλησης των λαϊκών μαζών του κόσμου και θα εξοβελίσει την οδύνη και τον τρόμο του πολέμου για πολλές γενεές.
Μέσω των Διπλωματικών μας συμβούλων ερευνήσαμε τα προβλήματα του μέλλοντος. Θα αναζητήσουμε τη συνεργασία και την ενεργή συμμετοχή όλων των εθνών, μικρών ή μεγάλων, των οποίων οι λαοί, όπως οι δικοί μας, έχουν ψυχή τε και σώματι αφιερωθεί στην εξάλειψη της σκλαβιάς και της τυρρανίας, της καταπίεσης και της καταδυνάστευσης. Θα τους καλωσορίσουμε, όποτε αποφασίσουν να συμμετάσχουν, σε μια παγκόσμια οικογένεια δημοκρατικών εθνών.
Καμία δύναμη στον κόσμο δε μπορεί να μας εμποδίσει να καταστρέψουμε τις γερμανικές στρατιές από ξηράς, τα U-boote από θαλάσσης και τα πολεμικά εργοστάσια από αέρος. Η επίθεσή μας θα είναι αμείλικτη και επαυξανόμενη.
Από αυτές τις από καρδιάς διασκέψεις προσβλέπουμε με εμπιστοσύνη την ημέρα κατά την οποία όλοι οι λαοί του κόσμου θα μπορούν να ζουν ελεύθερα, ανέγγιχτοι από την τυραννία και σύμφωνα με τις ποικίλες επιθυμίες και τη δική τους συνείδηση.
Ήλθαμε εδώ με ελπίδα και αποφασιστικότητα. Αναχωρούμε από εδώ ως φίλοι στην πράξη, στο πνεύμα και στο σκοπό.
Φ. Ντ. Ρούζβελτ, Ουίνστον Τσώρτσιλ, Ιωσήφ Στάλιν