Το ημερολόγιο έγραφε 5 Μαΐου 2010, όταν κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων κατά του μνημονίου, ξέσπασε φωτιά στο κτίριο της Marfin στην οδό Σταδίου από μολότοφ που πέταξαν άγνωστοι. Από την πυρκαγιά έχασαν τη ζωή τους τρεις άνθρωποι, ανάμεσά τους μία έγκυος, και τραυματίστηκαν 21 άτομα, ενώ μέχρι σήμερα το έγκλημα παραμένει ατιμώρητο.
Οι φυσικοί αυτουργοί, δεν εντοπίστηκαν, οι δύο που αρχικά κατηγορήθηκαν ουσιαστικά αθωώθηκαν, ενώ το μόνο που άλλαξε δραματικά ήταν οι ζωές των υπαλλήλων του φλεγόμενου κτιρίου της οδού Σταδίου.
Ακόμη και το πολύκροτο θέμα των αποζημιώσεων που κλήθηκε – καθώς καταδικάστηκε – να καταβάλλει η τράπεζα στα θύματα, δεν έχει ξεκαθαρίσει στο Εφετείο, αφού η αρχική απόφαση να δοθούν αποζημιώσεις από 25.000 – 350.000 ευρώ κρίθηκε από τον Άρειο Πάγο υπερβολική.
Όσον αφορά στη δικαστική διαμάχη και την έρευνα της Αστυνομίας, οι φωτογραφίες, τα βίντεο, οι μαρτυρίες είχαν ως αποτέλεσμα να σχηματισθεί μια ογκώδης μεν δικογραφία και να καθίσουν στο εδώλιο με βαρύτατες κατηγορίες δύο άτομα, αλλά δεν υπήρξαν καταδίκες. Το Μικτό ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας τους έκρινε ομόφωνα αθώους. Το έγκλημα που στοιχειώνει τη μνημονιακή Ελλάδα παραμένει χωρίς τιμωρία.
Το χρονικό της τραγωδίας
Ήταν μεσημέρι της 5ης Μαϊου του 2010. Η Αθήνα είχε κατακλυστεί από χιλιάδες διαδηλωτές, κατά του μνημονίου και η χώρα είχε παραλύσει από τη γενική απεργία.
Οι πρώτες πληροφορίες για την αδιανόητη τραγωδία που είχε συμβεί στο υποκατάστημα της τράπεζας Marfin στην οδό Σταδίου ήρθαν από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, αφού τα ελληνικά μετείχαν στην απεργία.
Τρεις άνθρωποι, υπάλληλοι της τράπεζας κάηκαν ζωντανοί όταν ομάδα 23 κουκουλοφόρων (σύμφωνα με το βούλευμα με το οποίο παραπέμφθηκαν σε δίκη οι δύο βασικοί κατηγορούμενοι) έβαλαν φωτιά με μολότοφ: Ήταν η Παρασκευή Ζούλια 35 ετών, η Αγγελική Παπαθανασοπούλου 32 ετών, έγκυος στο πρώτο της παιδί και ο Επαμεινώνδας Τσακάλης 36 ετών.
Οι επιθέσεις με τις μολότοφ εκδηλώθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα στο βιβλιοπωλείο Ιανός και την τράπεζα. Οι οκτώ υπάλληλοι που είχαν παγιδευτεί στη Marfin προσπαθούσαν όπως όπως να σωθούν- από μπαλκόνια, από την τράπεζα που είχε τυλιχθεί στις φλόγες.
Από τις μετέπειτα αφηγήσεις και μαρτυρίες κατά τη διεξαγωγή της δίκης, ήρθαν στο φως τραγικές και συγκλονιστικές πτυχές από το δράμα των ανθρώπων που εγκλωβίστηκαν στην τράπεζα.
Σε τηλεφωνικές επικοινωνίες με οικείους τους, ανέφεραν ότι πνίγονται από τον καπνό, ενώ η μοναδική έξοδος ήταν κλειστή. Υπάλληλοι, που διεσώθησαν αφηγήθηκαν τις στιγμές πανικού και ως μοναδική οδό διαφυγής να πηδήξουν από το μπαλκόνι. Οι κουκουλοφόροι απ’ έξω ούρλιαζαν «να καείτε».
Συγκλονιστικές καταθέσεις
Συγκλονιστική ήταν η κατάθεση που έδωσε ο υπάλληλος της Marfin Δημήτρης Παπατζής. Ο μάρτυρας περιέγραψε στο δικαστήριο:
«Μας είχαν στο στόχαστρο, φωνάζανε… Είδα ότι έχει σπάσει το τζάμι του ισογείου και ότι κάποια άτομα έριχναν εύφλεκτο υλικό. Πήρα πυροσβεστήρα αλλά δεν τα κατάφερα. Έτσι ανεβήκαμε πάνω στον δεύτερο όροφο. Η φωτιά άρχισε σιγά σιγά να ανεβαίνει…. Ήμουν εγκλωβισμένος στο μπαλκόνι δεν ήξερα αν πρέπει να πηδήξω ή να καώ…. Πετούσαν πέτρες. Τα άτομα αυτά παρείσφρησαν στην πορεία… Τους βλέπαμε να σπάνε τον «Ιανό». Δεν ήταν οι διαδηλωτές που ήρθαν να διαδηλώσουν για το Μνημόνιο. Είχαν μπει μέσα στη πορεία. Είχαν καλύψει τα πρόσωπά τους. Γύρω στις 14:00 ακούσαμε το σπάσιμο της τζαμαρίας. Εν τέλει πήδηξα από το μπαλκονι….Όσο ήμουν στο μπαλκόνι δεν είδα κίνηση αλληλεγγύης προς εμάς… Υπήρχε μόνο ένας άνθρωπος που φώναζε: ” Μέσα καίγονται ρε παιδιά”»…
H Παναγιώτα Βασιλάκου, επίσης υπάλληλος της τράπεζας, κατέθεσε ότι είδε κάποιον που «φορούσε χακί και κρατούσε κάτι σαν μπουκάλα καταδύσεων που μπροστά είχε πράσινο λάστιχο ποτίσματος». Η υπάλληλος ανέφερε ότι είχε «την αίσθηση πως ο άνθρωπος αυτός “πετούσε κάτι στη φωτιά που φούντωνε….”».
Όπως είπε: «Ηταν γεροδεμένος με έντονη τριχοφυία στα χέρια» ενώ το «πλήθος ήταν άγριο, πετούσε πέτρες, παρ’ όλο που φωνάζαμε ότι καιγόμαστε». Σύμφωνα με τη μάρτυρα «η φωτιά πρέπει να μπήκε γύρω στις 13:55…».
Οι κατηγορούμενοι
Κατηγορούμενοι όλοι κι όλοι ήταν δύο άνθρωποι (ο ένας για τον εμπρησμό στο βιβλιοπωλείο Ιανός). Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, υπήρξε μία ομάδα περίπου 12 νεαρών ατόμων με ξύλα, ρόπαλα, βαριοπούλες και καλυμμένα τα πρόσωπά τους. Η ομάδα χωρίστηκε σε δύο υποομάδες. Μία κατευθύνθηκε προς το βιβλιοπωλείο «Ιανός» και η άλλη στο υποκατάστημα της Marfin.
Το κατηγορητήριο “αναγνώριζε” ως δύο υπευθύνους του εμπρησμού τον Θεόδωρος Σίψα και τον Παύλο Αντρέεβ, στους οποίους αποδίδονταν κατά περίσταση τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, της απόπειρας ανθρωποκτονίας, της έκρηξης, της κατασκευής και κατοχής εκρηκτικής βόμβας και της απρόκλητης φθοράς ξένης περιουσίας.
Από την πρώτη στιγμή αρνήθηκαν την εμπλοκή τους, αφέθηκαν ελεύθεροι, μετά την απολογία τους στον ανακριτή, με περιοριστικούς όρους. Με τον δικηγόρο υπεράσπισης το Σίψα να τονίζει πως η εμπλοκή του εντολέα του είναι αποτέλεσμα “ενός άθλιου επικοινωνιακού παιχνιδιού πάνω στους τάφους τριών νεκρών ανθρώπων”.
Μάλλον όχι άδικα, καθώς υπήρξαν κενά στο κατηγορητήριο, ενώ και οι μάρτυρες δεν μπόρεσαν να αναγνωρίσουν τους κατηγορούμενους.
Βούλευμα με «τρύπες»
Στο βούλευμα οι δικαστές αναφέρονται σε «εκπονηθέν σχέδιο» που είχε στόχο τη φθορά αλλά και το θάνατο, αφού οι αυτουργοί γνώριζαν την ύπαρξη ανθρώπων μέσα στην Τράπεζα και «θέλησαν ανενδοίαστα το θάνατό τους, έχοντες άμεσο και όχι ενδεχόμενο δόλο».
Επίσης, γίνόταν ταν αναφορά «στις προτροπές των υπαλλήλων της Τράπεζας οι οποίοι τους καλούσαν να μην προβούν στον εμπρησμό λόγω των υπαρχόντων ανθρώπων εντός αυτής εκείνοι ουδόλως υπαναχώρησαν αλλά αντιθέτως απευθυνόμενοι κυνικά στους υπαλλήλους με τις φράσεις ‘Να καείτε μ…να, να καείτε, σε τράπεζα δουλεύετε’ επέδραμαν στην ανωτέρω τράπεζα, ολοκληρώνοντας το ανθρωποκτόνο ως άνω αποτέλεσμά τους».
Για τους δικαστές τότε ο Θεόδωρος Σίψας ήταν ο ένας από τους δράστες και ειδικότερα εκείνος που πέταξε στην τράπεζα τη βόμβα μολότοφ. Όμως φωτογραφίες τον έδειχναν εκείνη την ώρα στην περιοχή της Ομόνοιας.
Πώς το εξήγησαν αυτό οι δικαστές που συνέταξαν το βούλευμα; Αναφέρεται, «ότι όπως ο ίδιος επικαλείται με φωτογραφίες που ενεχείρισε κατά την ανακριτική του απολογία, στις 5/5/2010 ευρίσκετο στην περιοχή της Ομονοίας». Σημειώνεται ότι στις φωτογραφίες ο φερόμενος ως δράστης φαίνεται να φορά διαφορετικά ρούχα, αλλά θεώρησαν ότι είναι το ίδιο πρόσωπο, «καθ’ όσον εκ των ενόρκων καταθέσεων αστυνομικών οργάνων αλλά και εκ της κοινής πείρας και λογικής, πρόσωπα που έχουν προαποφασίσει σε τέτοιου είδους συναθροίσεις να προβούν σε διακεκριμένες φθορές ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας με κίνδυνο προσώπων και πραγμάτων, λαμβάνουν μέτρα προφυλάξεως κατά της συλλήψεώς τους και της αναγνωρίσεώς τους, όπως η αλλαγή ενδυμάτων, η οποία πραγματοποιείται από ενδύματα που υπάρχουν εντός των σακιδίων που φέρουν επί της ωμοπλάτης τους ή τους προμηθεύουν συνεργοί τους, καθώς και η τοποθέτηση καλυμμάτων επί των μερών του προσώπου τους…». Ο ίδιος αρνούνταν πως ήταν αυτός στις φωτογραφίες.
«Τη φωτιά στην τράπεζα την έβαλαν δύο άτομα που φορούσαν κουκούλες», είχε υποστηρίξει αυτόπτης μάρτυρας στην εφημερίδα Τα Νέα και επεσήμανε πως η Πυροσβεστική που είχε ειδοποιηθεί, έφτασε στο σημείο μέσα σε πέντε λεπτά, αλλά εμποδίστηκε να επιχειρήσει από τα ίδια άτομα.
Τη συγκεκριμένη μαρτυρία επιβεβαιώνει και δεύτερος αυτόπτης:
«…όταν έφτασα μπροστά από την τράπεζα Marfin είδα μπροστά μου δύο άντρες, έναν ψηλό και άλλον έναν κοντό, να έχουν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους. Γυρνάω και λέω στον κοντό άντρα «μην κάνετε μ… γιατί σ’ εμάς κάνετε κακό». Και εκείνος γυρνάει και μου λέει: «Εμάς μας κλέβουν πρώτoυς». Τότε, έχοντας και οι δύο άντρες γυρισμένη την πλάτη, τους είδα να πετούν μέσα από την τρύπα ένα μεγάλο μπουκάλι του νερού χωρίς πώμα, το οποίο κατά τα τρία τέταρτα είναι γεμάτο με υγρό πορτοκαλί χρώματος και αμέσως να βάζουν φωτιά μάλλον σε στουπί και να το πετούν μέσα στην τράπεζα, όπου δευτερόλεπτα πριν είχαν ρίξει το μπουκάλι, και τότε είδα να δημιουργείται μία μικρή εστία φωτιάς».
Το 2016, στις 31 Οκτωβρίου βγήκε η απόφαση στη δίκη της Marfin. Mε ομόφωνη απόφαση του το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας αθώωσε τους Θεόδωρο Σίψα και Παύλο Αντρέεβ.
Η εισαγγελέας της έδρας τόνισε αυτό που είχε φανεί καθ’ όλη την ακροαματική διαδικασία. Παρότι ο Σίψας ήταν στην πορεία την επίμαχη ημέρα δεν υπάρχουν σοβαρές και ικανές ενδείξεις για να οδηγήσουν στην ενοχή. Την ίδια απαλλακτική πρόταση είχε και για τον κατηγορούμενο για τον εμπρησμό του βιβλιοπωλείου ΙΑΝΟΣ, Άντρεβ για τον οποίο επισημάνε ότι δεν βρισκόταν καν στην πορεία την επίμαχη ημέρα.
Ποιοι καταδικάστηκαν για την Marfin
Με την απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου της Αθήνας επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης σε τρεις υπευθύνους του υποκαταστήματος της τράπεζας Marfin. Τα κατηγορητήρια έκαναν λόγο για ελλείψεις στην πυρασφάλεια του κτιρίου με αποτέλεσμα τρεις υπάλληλοι να χάσουν τη ζωή τους και περισσότεροι από 20 να τραυματιστούν.
Ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας και ο υπεύθυνος πυρασφάλειας καταδικάστηκαν σε ποινή φυλάκισης 10 ετών με αναστολή, ενώ η διευθύντρια του υποκαταστήματος σε πέντε έτη φυλάκισης. Δεν αναγνωρίστηκε ελαφρυντικό αλλά οι ποινές τους είχαν ανασταλτικό χαρακτήρα.
newpost.gr