grylos-aggouridakis

Ιωάννης Μακρυγιάννης: Με το σπαθί και την γραφίδα

Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης  ήταν Έλληνας οπλαρχηγός του 1821, πολιτικός, και συγγραφέας, αν και αγράμματος. Πολλά μπορεί να γράψει κανείς γι’ αυτήν την μεγάλη και πολύπλευρη προσωπικότητα. Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης, ωστόσο, έχει καταφέρει να συνοψίσει , μέσα σε λίγες λέξεις, την ζωή και το ποιόν του μεγάλου στρατηγού:  «Πολέμησε, αγωνίστηκε, πίστεψε, σακατεύτηκε, αηδίασε, θύμωσε. Αλλά έμεινε – όπως βγαίνει από το γράψιμό του το απελέκητο – πάντα ορθός ως το τέλος: άνθρωπος στο ύψος του ανθρώπου».


Η καταγωγή και η οικογένεια του Ιωάννη Μακρυγιάννη

Γεννήθηκε τον Γενάρη του 1797 σε ένα μικρό χωριό, τον Αβορίτη, του Κροκυλείου Φωκίδας. Ένα χωριουδάκι όλο κι όλο «πέντε καλύβια» όπως γράφει ο ίδιος στα απομνημονεύματά του.

Γονείς του ήταν ο Μήτρος (Δημήτριος) Τριαντάφυλλος, το οποίο είναι και το πραγματικό επώνυμο του στρατηγού, και η Βασιλική. Στην περιοχή η οικογένεια ήταν γνωστή ως «Τριανταφυλλοδημητραίοι», κατά την συνήθεια των χωριών της Ρούμελης  να ονομάζονται με σύνθετα ονόματα.

Η οικογένεια ήταν φτωχή, γεωργοί και βοσκοί κυρίως, κι έτσι ο Μακρυγιάννης γεννήθηκε σ’ ένα χωράφι.  Γράφει ο ίδιος στα απομνημονεύματα: « Πολυφαμελίτες οι γοναίγοι μου και φτωχοί και όταν ήμουνε ακόμα εις την κοιλιά της μητρός μου, μίαν ημέρα πήγε δια ξύλα εις τον λόγκον. Φορτώνοντας τα ξύλα στο νώμο της, φορτωμένη εις τον δρόμον, εις την ερημιά, την έπιασαν οι πόνοι και γέννησε εμένα, μόνη της η καημένη και αποσταμένη εκιντύνεψε και αυτήνη τότε και εγώ. Ξελεχώνεψε μόνη της και συγυρίστη, φορτώθη ολίγα ξύλα και έβαλε και χόρτα απάνου εις τα ξύλα και από πάνου εμένα και πήγε εις το χωριόν».

Ο Ιωάννης είχε δύο αδερφούς, τον Ευστάθιο και τον Γεώργιο, καθώς και αδερφές, για τις οποίες δεν υπάρχουν πληροφορίες.

Σε ηλικία ενός έτους, ο Μακρυγιάννης, ορφάνεψε από πατέρα, καθώς δολοφονήθηκε κατά την διάρκεια συμπλοκής με τους Τούρκους, για άγνωστη αιτία.

Σε ηλικία τεσσάρων ετών, σύσσωμη η οικογένεια, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το χωριό της, εξαιτίας μιας τρομερής επιδρομής των Τούρκων κατά την οποία ο Αβορίτης ρημάχτηκε και άδειασε. Έφυγαν τότε κυνηγημένοι, οι άνθρωποι, άρον – άρον, και τρύπωσαν στα δάση σαν τα θηρία. Ο μικρός Ιωάννης δυσκόλευε την μετακίνηση και οι συγγενείς σκέφτηκαν να τον αφήσουν, προκειμένου να μην τους προλάβουν οι Τούρκοι και χαθούν όλοι. Το κλάμα του παιδιού όμως, στην μοναδική και σύντομη, ευτυχώς, απόπειρα εγκατάλειψής του, έκανε τα πράγματα δυσκολότερα, αφού έδινε το στίγμα του και το κυριότερο έσχιζε την καρδιά της μάνας που μετάνιωσε αυτοστιγμεί. Μάνα και παιδί έμειναν δεκαεφτά ολόκληρες μέρες στο δάσος, ενώ οι άλλοι προχώρησαν για την Λειβαδιά. Τρώγοντας βελανίδια επιβίωσαν, οι δυο τους, και τελικά κατάφεραν να ενωθούν ξανά με την οικογένεια τους.

Ιωάννης Μακρυγιάννης
Πηγή εικόνας: www.sansimera.gr.

Το όνομα «Μακρυγιάννης» και η νέα οικογένεια

Σε ηλικία επτά ετών, ο Ιωάννης Μακρυγιάννης, άρχισε κιόλας να εργάζεται. Η χήρα μητέρα του, όσο εργατική κι αν ήταν, ήταν αδύνατον να τους θρέψει όλους. Έφυγε λοιπόν, μικρό παιδί, από την Λειβαδιά για την Άρτα, όπου θα συναντούσε τον Αθανάσιο Λιδωρίκη, συγχωριάνο του που έστεκε πολύ καλά οικονομικά, και θα γινόταν παραγιός του. Με τον Αθανάσιο Λιδωρίκη δούλεψε αρκετά χρόνια. Αργότερα θέλησε να κάνει δική του δουλειά και έγινε αγωγιάτης και ύστερα μικρέμπορος πραγματευτής, καταφέρνοντας τελικά να κερδίζει ένα πολύ αξιοπρεπές μεροκάματο.

Με το πέρασμα των χρόνων, και μεγαλώνοντας, αποξενώθηκε από την πατρίδα του και την οικογένειά του. Όταν ρωτούσαν το όνομά του απαντούσε «Γιάννης του Λιδωρίκη» και πολλοί τον αποκαλούσαν «Γιάννη Λιδωρικιώτη» κι αργότερα «Μακρυγιάννη Λιδωρικιώτη». Το επώνυμο «Μακρυγιάννης» επικράτησε, τελικά, εξαιτίας της ψηλής του κορμοστασιάς, αν και άγνωστο το πώς και το πότε.

Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης που από την γέννα του στέναζε κάτω από τον ζυγό τον Τούρκων είχε όνειρο να αποκτήσει τα δικά του όπλα και να πολεμήσει. Μόλις «πιάστηκε» κάπως  οικονομικά αγόρασε τα καλύτερα όπλα που μπόρεσε να βρει και ρίχτηκε στον αγώνα.

Ιωάννης Μακρυγιάννης
Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org | Όπλο του Ιωάννη Μακρυγιάννη – Εθνικό Ιστορικό Μουσείο – Αθήνα.

Μέσα στις δύσκολες και επικίνδυνες συνθήκες του αγώνα και της επανάστασης δημιούργησε και την δική του οικογένεια. Στις 21 Δεκεμβρίου του 1825, σε ηλικία είκοσι οχτώ ετών, νυμφεύτηκε την Κατίγκω (Αικατερίνη) Σκουζέ, η οποία τότε ήταν μόλις δεκαέξι χρόνων. Απέκτησαν δέκα αγόρια και δυο κορίτσια.  Τέσσερα από τα αγόρια πέθαναν όσο ο Μακρυγιάννης ήταν στη ζωή.


Ο όρκος στην Φιλική Εταιρεία

Το 1820, ο εικοσιτριάχρονος Ιωάννης Μακρυγιάννης μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία. Δεν είναι γνωστό ποιος τον προέτρεψε σε αυτήν την κίνηση. Όταν βρέθηκε μπροστά στο  Ιερέα που θα του έκανε την μύηση και άκουσε από το στόμα του τους σκοπούς της μυστικής εταιρείας και τις υποχρεώσεις που θα ορκιζόταν να αναλάβει, δίστασε και ζήτησε προθεσμία οχτώ ημερών για να απαντήσει. Έχοντας βαθιά συναίσθηση της ευθύνης και λόγω του νεαρού της ηλικίας του, μετά από πολύ δισταγμό και σκέψη αποφάσισε τελικά να γίνει μέλος. Γράφει ο ίδιος σχετικά: «Φοβήθηκα μην και δεν αντέσω, και λυπηθώ τη ζωή μου και προδώσω το μυστικό».

Μετά τον όρκο, και ξεκινώντας στην Φιλική Εταιρεία με την ιδιότητα του κληρικού- οικονόμου, ο Μακρυγιάννης άρχισε αμέσως τις αποστολές του στο Μεσολόγγι και στην Πάτρα, όπου θα συγκέντρωνε πληροφορίες για τα τεκταινόμενα για λογαριασμό της Φιλικής Εταιρείας. Σύμφωνα με τον ιστορικό συγγραφέα Απόστολο Βακαλόπουλο, ο Μακρυγιάννης λειτούργησε τότε ως «ο πρώτος επίσημος Έλληνας κατάσκοπος της Επαναστάσεως».

Κατά την διάρκεια της πρώτης εκείνης αποστολής στην Πάτρα, μάλιστα, κυνηγήθηκε από τους Τούρκους, αφού αντιλήφθηκαν ότι κινείται εις βάρος τους. Κατάφερε να διαφύγει με φελούκα στην Άρτα, όπου όμως τελικά συνελήφθη και φυλακίστηκε εξαιτίας των ύποπτων επαφών του, αλλά τελικώς απελευθερώθηκε, χάρη στην παρέμβαση του Ισμαήλ Μπέη από την Κόνιτσα, ο οποίος ήταν Αλβανός αξιωματούχος και συγγενής του Αλή Πασά. Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης έμεινε πιστός στον όρκο του στην Φιλική Εταιρεία ως το τέλος της ζωής του.

Ιωάννης Μακρυγιάννης
Πηγή εικόνας: www.kaliterilamia.gr | Ιωάννης Μακρυγιάννης – Πολεμικό Μουσείο.

Η δράση του στρατηγού Μακρυγιάννη στην Επανάσταση

Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης ξεκίνησε την επαναστατική του δράση ταυτόχρονα με την έναρξη της Επανάστασης που άρχισε από την Πάτρα το 1821.

Στα Τζουμέρκα, συνεργαζόμενος με το ένοπλο σώμα του Γώγου Μπακόλα, έλαβε μέρος στην Μάχη του Σταυρού και κατόπιν στην μάχη του Πέτα, που έληξε νικητήρια και κατά την οποία υπέστη και τον πρώτο του τραυματισμό στο πόδι ( 11 Σεπτεμβρίου 1821). Συνέχισε στο Νιοχώρι, στην προσπάθεια κατάληψής του, η οποία δεν κατέστη δυνατή, και μετά ήρθε η νίκη στα Τρία – Πέντε Πηγάδια. Αμέσως μετά από αυτό το γεγονός, η φήμη του μεγάλωνε και εξαπλωνόταν. Όλοι μιλούσαν για τον στρατηγό Μακρυγιάννη με το εύστροφο μυαλό και την απαράμιλλη  γενναιότητα και θεωρούνταν ο προστάτης των άοπλων χωρικών αλλά και των συμπολεμιστών του. Με τους άντρες του ήταν ιδιαίτερα αυστηρός, καθώς δεν ήταν λίγες οι φορές που, εκμεταλλευόμενοι τον οπλισμό τους, επιδίδονταν σε πλιάτσικο στα χωριά και άρπαζαν ό,τι έβρισκαν από τους αγρότες. Αυτή η κατάσταση πίκραινε πολύ τον στρατηγό, ο οποίος αργότερα θα έγραφε: «Σιχάθηκα το ρομέϊκο. Είμαστε ανθρωποφάγοι». Κατόρθωσε όμως με αυστηρά μέτρα προς τους άντρες του να τελειώσει αυτό το κακό.

Το 1822, βρέθηκε οπλαρχηγός στα Σάλωνα, και κατόπιν στο Νευροκόπι Λαμίας για να εμποδίσει τον εφοδιασμό των Τούρκων. Έπειτα συμμετείχε στην επιχείρηση της Υπάτης, κατά την οποία κινδύνεψε να σκοτωθεί.

Ταυτόχρονα ανέλαβε την ευθύνη για τον εφοδιασμό, με πολεμικό υλικό και τρόφιμα, του φρουρίου της Ακρόπολης που, εξαιτίας της έχθρας των καπεταναίων Οδυσσέα Ανδρούτσου και Γκούρα, ρήμαζε και φρόντισε να συμβιβάσει τα πράγματα και τελικώς να τους συμφιλιώσει.

Αναλαμβάνοντας και φέροντας εις πέρας παρόμοιες, δύσκολες καταστάσεις, κέρδισε την εκτίμηση της κυβέρνησης και διορίστηκε Πολιτάρχης Αθηνών, ισοδύναμη θέση με αυτή του αστυνομικού διευθυντή.

Ιωάννης Μακρυγιάννης

Το 1823, και κατόπιν έντονων διενέξεων με τον Γκούρα – αφού ο Ανδρούτσος είχε πλέον διοριστεί στην Στερεά Ελλάδα – μετέφερε τους άντρες του στη Σαλαμίνα και άρχισε συνεννοήσεις με τον Νικητάρα για νέες δράσεις από εκείνη την τοποθεσία.

Το 1823, που χαρακτηρίστηκε ιστορικά έτος διχόνοιας και εμφυλίου, μεταξύ των καπεταναίων, ο Μακρυγιάννης από την Ρούμελη, όπου είχε μεταβεί εν τω μεταξύ, έσπευσε προς τα νησιά, όπου είχε μεταφερθεί ο κίνδυνος, με την Ύδρα και της Σπέτσες να απειλούνται.

Το 1825, υπό την απειλή των Δράμαλη και Ιμπραήμ επέστρεψε και έδωσε σκληρές  μάχες στον Μοριά. Σε αυτή την δύσκολη ιστορική συγκυρία συμμετείχε συνεχώς σε συναντήσεις με αγωνιστές και κυβερνητικούς εκπροσώπους, με τον Ανδρέα Μεταξά, τον Παπαφλέσσα, τον Γιάννη Μαυρομιχάλη. Οι μάχες διαδέχονταν η μία την άλλη σφοδρές, μα ο Μακρυγιάννης κατάφερε να κερδίσει την θέση «Αφεντικοί Μύλοι», στο Ναύπλιο. Μαζί του αγωνιζόταν ο Χατζημηχάλης Νταλιάνης, ο Δημήτριος Υψηλάντης και άλλοι. Στη μάχη στους Μύλους τραυματίστηκε σοβαρά στο χέρι.

Το Καλοκαίρι του 1826 η Αθήνα κυριεύθηκε από τον Κιουταχή και ο Ιωάννης Μακρυγιάννης έλαβε αμέσως μέρος στις επιχειρήσεις της Ακρόπολης κατά τις οποίες τραυματίστηκε πολύ σοβαρά, άλλες τρεις φορές. Πλέον οι πόνοι θα ήταν αβάσταχτοί, ως το τέλος της ζωής του.

Αν και τραυματισμένος και με τους άντρες του να βρίσκονται σε δεινή θέση και χωρίς εφόδια, κατόρθωσε να ξεφύγει από τον κλοιό τον Τούρκων και να ζητήσει βοήθεια από τον Ζαΐμη και τον Γάλλο φιλέλληνα Φαβιέρο, ο οποίος υποστήριξε τον αγώνα με τις δυνάμεις του.

Ιωάννης Μακρυγιάννης

Αργότερα, την ίδια χρονιά, ακολούθησε η μάχη, που ξεκίνησε για αντιπερισπασμό, στην περιοχή του Φαλήρου, εξαιτίας της οποίας ο Κιουταχής αποδυνάμωσε την Ακρόπολη  από τους άντρες του.  Στην μάχη αυτή ο Μακρυγιάννης συνεργάστηκε με τον Γεώργιο Καραϊσκάκη ο οποίος κατέφθασε από την Ρούμελη. Η ομοψυχία και η συνεννόηση τους ήταν θαυμαστή. Η μάχη δεν ξεκίνησε με επιτυχία αλλά τον Ιανουάριο του 1827 οι επιτυχίες ήταν πολλές και σημαντικές. Σε μάχες που ακολούθησαν, ο Καραϊσκάκης θαύμασε τόσο πολύ τον ηρωισμό του Μακρυγιάννη που του χάρισε από ευγνωμοσύνη το περίφημό άλογό του.

Ιωάννης Μακρυγιάννης
Πηγή εικόνας: eranistis.net | Ο Καραϊσκάκης και ο Μακρυγιάννης στην Ακρόπολη των Αθηνών σε ελαιογραφία του Θεόδωρου Βρυζάκη – Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου.

Μια μέρα πριν την προαποφασισμένη μεγάλη επίθεση εναντίον του Κιουταχή, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης σκοτώθηκε. Ήταν 22 Απριλίου 1927. Το γεγονός αυτό ήταν τραγικά καθοριστικό. Όλοι οι αγωνιστές γνώριζαν τη δύναμη που είχε το δίδυμο Μακρυγιάννης – Καραϊσκάκης, γι’ αυτό και λέγεται πως στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του δεύτερου, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κάθισε κάτω, σταυροπόδι και μοιρολογούσε σπαρακτικά, για ώρα.

Μετά από αυτά τα γεγονότα, και αφού μόλις είχε προηγηθεί και η πτώση του φρουρίου της Ακροπόλεως, ήρθε η συνθηκολόγηση στις 24 Μαΐου 1827 και η λήξη της Επανάστασης.

Ιωάννης Μακρυγιάννης
Πηγή εικόνας: www.lifo.gr | Το σπαθί του Ιωάννη Μακρυγιάννη – Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Τα χρόνια μετά την Επανάσταση

Κατά την περίοδο που έληξαν οι εχθροπραξίες η ελληνική κυβέρνηση είχε την έδρα της στο Ναύπλιο. Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης πήγε στο Ναύπλιο και συζήτησε με τους κυβερνήτες την τότε δεδομένη κατάσταση στην χώρα. Κατόπιν βρέθηκε στην Τήνο, όπου ζούσε η οικογένειά του. Οι μήνες που ακολούθησαν στο νησί πρέπει να ήταν οι ομορφότεροι και πιο ήρεμοι όλης του της ζωής.

Από τις αρχές του 1828 και ως τον Μάιο του 1830, και ύστερα από την άφιξη του Καποδίστρια, ο Μακρυγιάννης κατείχε την θέση του αρχιστράτηγου της εκτελεστικής δύναμης Πελοποννήσου. Έχασε όμως αυτόν τον βαθμό λόγω διαφωνιών που είχε με τον κυβερνήτη πάνω στο θέμα της εκπροσώπησης των στρατιωτικών στην Εθνική Συνέλευση του Άργους το 1829. Εκείνο τον καιρό, περίπου, ξεκινά να γράφει και τα απομνημονεύματά του.

Τον Αύγουστο του 1834, προσκλήθηκε από τον Όθωνα να τον συνοδεύσει στο πρώτο του ταξίδι που θα έκανε στην Στερεά Ελλάδα, δίνοντάς του κατόπιν, τον βαθμό του συνταγματάρχη και διορίζοντάς τον διοικητή στην 8ης τετραρχίας και μέλος στην επιτροπής για την κατάταξη και βαθμολογία των αγωνιστών.

Παρά την ευνοϊκή μεταχείριση, από τον Όθωνα, το κύριο μέλημα του Μακρυγιάννη ήταν η θέσπιση συντάγματος. Πίστευε ότι μόνο μέσω του Συντάγματος θα ελευθερωνόταν πραγματικά οι Έλληνες.

Όταν το 1835, μετοίκησε στην Αθήνα και εκλέχτηκε δημοτικός σύμβουλος Αθηναίων, κατάφερε να πείσει το δημοτικό συμβούλιο και να εκδώσει ψήφισμα υπέρ του Συντάγματος, στις 5 Ιανουαρίου 1837. Παράλληλα συνεχίζει να γράφει με περισσότερη άνεση τα Απομνημονεύματά του, των οποίων την συγγραφή είχε ήδη ξεκινήσει από το 1829.

Υπέρ της θέσπισης του Συντάγματος τάχθηκαν πολλοί ομοϊδεάτες πολιτικοί και στήριξε ιδιαίτερα την προσπάθειά του ο Καλλέργης. Σύντομα η επιθυμία τους αυτή έγινε η επιθυμία ολόκληρου του λαού. Εκδηλώθηκε επαναστατικό κίνημα και όλη η Ελλάδα το επιδοκίμαζε. Ο Όθωνας, αν και αμφιταλαντευόμενος, δεν είχε πλέον άλλη επιλογή από ένα σημείο και μετά, παρά μόνο να δεχθεί την θέσπιση Συντάγματος, καθώς ο λαός είχε εξεγερθεί.

Ιωάννης Μακρυγιάννης
Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org | Ιωάννης Μακρυγιάννης – Ελαιογραφία του Αιμιλίου Προσαλέντη – Κέρκυρα 1859 – Αθήνα 1926.

Μετά την απόφαση του Όθωνα, πλέον η κυβέρνηση θα λειτουργούσε συνταγματικά και για όλα θα αποφάσιζε η Εθνοσυνέλευση, με νόμους που θα ψήφιζε στο κοινοβούλιο.

Το γεγονός ότι ο Όθωνας αναγκάστηκε να δεχθεί την θέσπιση Συντάγματος, δεν ικανοποιούσε ασφαλώς το παλάτι και ο Μακρυγιάννης που είχε κινήσει το όλο θέμα και αντιστεκόταν συνεχώς στις προτάσεις του Όθωνα για τροποποιήσεις στο Σύνταγμα, ήδη θεωρούνταν εχθρός.

Ιωάννης Μακρυγιάννης
Οι φυλακές Μεντρεσέ στην Πλάκα.

 

Έτσι, τον κατηγόρησαν για συνομωσία κατά του βασιλέως και εσχάτη προδοσία και στις  15 Αυγούστου 1852 τον προφυλάκισαν στις φυλακές Μενδρεσέ, στην Πλάκα. Ακολούθησε στρατοδικείο στις  16 Μαρτίου 1853, και παρά την τρομερά κλονισμένη υγεία του, ο Μακρυγιάννης καταδικάστηκε σε θάνατο. Αργότερα η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια, ύστερα μειώθηκε σε 20 χρόνια, και τέλος, στις 2 Σεπτεμβρίου 1854, μετά από μεσολάβηση του υπουργού Στρατιωτικών Δ. Καλλέργη, έγινε δεκτή η απαλλαγή του από το υπόλοιπο της ποινής. Μετά απ’ αυτά η υγεία του κλονίστηκε ακόμη περισσότερο.

Πέθανε τον Απρίλιο του 1864, εξαντλημένος ψυχικά και σωματικά. Ο τάφος του βρίσκεται στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.

Ιωάννης Μακρυγιάννης
Πηγή εικόνας: www.mixanitouxronou.gr | Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης επί της νεκρικής κλίνης.

«Αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε- τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν- κι όταν κάνουν αυτήνη την απόφασην, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδίζουν. Η θέση οπού είμαστε σήμερα εδώ είναι τοιούτη και θα ιδούμεν την τύχη μας οι αδύνατοι με τους δυνατούς.»

Ιωάννης Μακρυγιάννης

 

 

Ιωάννης Μακρυγιάννης
Πηγή εικόνας: www.mixanitouxronou.gr | Το νεκρικό προσωπείο του Μακρυγιάννη. Η Φωτογραφία είναι από το βιβλίο της Ευθυμίας Παπασπύρου «Ιστορικά Προσωπεία» Συλλογή του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου,2010.

 


Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης ως συγγραφέας

Ο Μακρυγιάννης εκτός από τους αγώνες του που συνέβαλλαν τα μέγιστα στην Ελευθερία – ο ίδιος γι’ αυτόν τον σκοπό αφιέρωσε όλη του τη ζωή άλλωστε- μας άφησε επιπροσθέτως δύο συγγραφικά έργα. Το πρώτο είναι το βιβλίο «Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη» και το δεύτερο έχει τον τίτλο «Οράματα και θάματα».

Η γλώσσα του Μακρυγιάννη είναι λιτή μα ιδιαίτερα γλαφυρή και αυθόρμητη, σαφής και ειλικρινής. Χρησιμοποιεί μια δική του γλώσσα, τα ρουμελιώτικα, και η γραφή του είναι σαν την ομιλία του. Γράφει με λάθη κάποιες φορές, καθώς δεν είχε την ευκαιρία να διδαχθεί ασφαλώς, μα διαβάζοντας τα κείμενά του τελικά όλα είναι σωστά.

Τα απομνημονεύματα είναι επιπλέον ένα εξαιρετικό υλικό για την μελέτη της ιστορίας εκείνων των χρόνων και μάλιστα ερχόμενο από την πηγή, από την καρδιά των γεγονότων.

Ιωάννης Μακρυγιάννης

Γράφει ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης σχετικά με τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη:«Το χειρόγραφο αυτό, τυπωμένο, πιάνει πάνω από 460 πυκνές σελίδες μεγάλου σχήματος. Ο Μακρυγιάννης το αρχίζει στις 26 Φεβρουαρίου 1829, τριάντα δύο περίπου χρονώ, στο Άργος, όπου τον βρίσκουμε “Αρχηγό της Εκτελεστικής δύναμης της Πελοπόννησος και Σπάρτης”, είτε καταγράφοντας παλαιότερα γεγονότα, είτε σημειώνοντας γεγονότα παρόντα σαν ένα ημερολόγιο. Περισσότερο από το μισό είναι γραμμένο, ως φαίνεται, στο Άργος, ως τα 1832. Το συνεχίζει στο Ναύπλιο και στην Αθήνα, ως τα 1840, οπότε και το κλείνει βιαστικά για να το κρύψει. Η εξουσία έχει υποψίες εναντίον του. “Είχαν μεγάλην υποψίαν από μένα” σημειώνει “και γύρευαν να μου ψάξουν το σπίτι μου να μου βρούνε γράμματα”. Το εμπιστεύεται λοιπόν σ’ ένα κουμπάρο, που το παίρνει στην Τήνο. Στα 1844, ύστερα δηλαδή από τη συνωμοσία για το Σύνταγμα, όπου παίζει μεγάλο ρόλο, και τα Σεπτεμβριανά, πηγαίνει και τα παίρνει· αντιγράφει τις σημειώσεις που κρατούσε στο αναμεταξύ με πολλές προφυλάξεις· “σημείωνα” μας λέει “και είχα έναν τενεκέ και τα ‘βανα μέσα και τα ‘χωνα” – γράφει ως τον Απρίλη του 1850, και μετά ένα χρόνο περίπου το συμπληρώνει μ’ έναν πρόλογο και μ’ έναν αρκετά μακρύ επίλογο. Η έξοχα μελετημένη έκδοση του Γιάννη Βλαχογιάννη, η μοναδική που έχουμε ως τα σήμερα, δημοσιεύτηκε στα 1907, αφού πέρασε δηλαδή μισός αιώνας που το πολύτιμο αυτό κείμενο έμεινε χαμένο μέσα στ’ απόλυτο σκοτάδι».

 

ΦΙΛΙΩ ΜΟΡΦΗ

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ
Click to Hide Advanced Floating Content