Θα μπορούσε εμπρηστής του πολυκαταστήματος Μινιόν πριν από 41 χρόνια να ήταν ένας έλληνας αστυνομικός που υπηρετούσε τότε στην Ιντερπόλ; Μπορεί η καταστροφική επίθεση που έχει μείνει μέχρι σήμερα ανεξιχνίαστη να έγινε χωρίς αιτία, λόγω μερικών ψυχολογικών μεταπτώσεων του «ένστολου δράστη» και όχι λόγω της προσπάθειας μίμησης από έλληνες «αντάρτες πόλης» παρόμοιων εμπρηστικών επιθέσεων σε Παρίσι και Φρανκφούρτη, όπως πίστευαν μέχρι τώρα οι διωκτικές αρχές; Και είναι δυνατόν άλλος να είναι ο δράστης της καταστροφής του Μινιόν κι άλλοι αυτοί που έκαψαν το ίδιο βράδυ αλλά και τους επόμενους μήνες άλλα πολυκαταστήματα στην Αθήνα και τον Πειραιά;
Μυθοπλασία και πραγματικότητα
Τα σημαντικά αυτά ερωτήματα ζητούν απάντηση μετά την έκδοση του νέου βιβλίου του Μίμη Ανδρουλάκη «Μαύρο φως» που ασχολείται με τη συγκεκριμένη εμπρηστική επίθεση. Ο κ. Ανδρουλάκης αναφέρει ότι ένας γνωστός του που τον ονομάζει Αλεξ Μποτίν (ή Αλέξανδρο Μποτίνο) συνάντησε τον «σύμβουλο τέχνης» Τόνυ Μάρτιν (ή Αντώνης Μαρτίνος) στο Αμβούργο, στη διάρκεια μιας δίκης με πολιτικό ενδιαφέρον. Κι εκεί ο «Τόνι Μάρτιν» που εμφανίζεται να κατάγεται από την Αμφισσα, να έχει επαφές με περιφερειακές αντιστασιακές ομάδες στη διάρκεια της δικτατορίας και υπηρέτησε στην Αστυνομία, του ομολόγησε ότι αυτός ήταν ο εμπρηστής του Μινιόν τον Δεκέμβριο του 1980. Χωρίς να εξηγεί με σαφήνεια τον λόγο. Με τον Μίμη Ανδρουλάκη να τον χαρακτηρίζει στο βιβλίο του «Εκδικητής, τόσο παράλογος, τόσο αληθινός». Ο εμπρηστής του Μινιόν εμφανίζεται στο μυθιστόρημα να έχει υπηρετήσει στο αστυνομικό τμήμα Ομονοίας και ακολούθως να μεταβαίνει στα γραφεία της Ιντερπόλ στη Γαλλία, απ’ όπου φαίνεται να έφυγε πρόωρα στις αρχές της δεκαετίας του ’80 αποχωρώντας από την Αστυνομία και ασχολούμενος, όπως μνημονεύεται, μέχρι σήμερα με τη διακίνηση και την εκτίμηση της γνησιότητας έργων τέχνης. Με τον κ. Ανδρουλάκη να αναφέρει ότι πέρα από τη μυθοπλασία, οι πρωταγωνιστές και οι ισχυρισμοί τους είναι υπαρκτοί. Δημιουργώντας πιθανόν νέα δεδομένα σε αυτή τη δραματική υπόθεση…
Ομως τι έχει συμβεί με τους εν λόγω εμπρησμούς και υπάρχει περίπτωση να ευσταθούν όσα υποστηρίζει ο ήρωας του βιβλίου του κ. Ανδρουλάκη; Με τους ερευνητές της υπόθεσης και γνώστες των δεδομένων στις αρχές ασφαλείας εκείνης της περιόδου στους οποίους απευθύνθηκε «Το Βήμα της Κυριακής» να έχουν σχετικές απαντήσεις.
Η οργάνωση «Οκτώβρης ’80»
Τα ξημερώματα της 19ης Δεκεμβρίου 1980, λοιπόν, εκδηλώθηκε η πυρκαγιά στο Μινιόν στην οδό Πατησίων, το οποίο στην εποχή της ακμής του απασχολούσε 1.000 υπαλλήλους και διέθετε πάνω από 120.000 διαφορετικούς κωδικούς προϊόντων. Στον έκτο όροφο του κτιρίου, που άνοιγε μόνο για την περίοδο των γιορτών, υπήρχε ιδιαίτερος στολισμός. Το πρώτο πλήγμα στην εκδοχή δράσης του τότε αστυνομικού «Τόνι Μάρτιν» είναι ότι την ίδια ώρα εκδηλώθηκε εμπρηστική επίθεση και στο πολυκατάστημα του Κατράντζου, λίγες εκατοντάδες μέτρα απόστασης, προφανώς από την ίδια ομάδα δραστών. Για την οποία πυρκαγιά δεν ανέλαβε την «ευθύνη» ο πρώην αστυνομικός. Οταν σημειώθηκε η καταστροφική επίθεση, δεν υπήρξε τότε ανάληψη της ευθύνης, είχαν διατυπωθεί από πολιτικούς σενάρια για εμπλοκή ακροδεξιών στην εμπρηστική επίθεση και άλλες εκδοχές. Στις 22 Δεκεμβρίου εκείνης της χρονιάς στάλθηκε σε εφημερίδες προκήρυξη της νεοεμφανιζόμενης οργάνωσης «Οκτώβρης ’80» που αναλάμβανε την ευθύνη και για τους δύο εμπρησμούς. Σε αυτό το κείμενο η οργάνωση ανέφερε ότι «πρέπει να απαλλοτριώνουμε ό,τι χρειαζόμαστε για τις ανάγκες μας, από τα αφεντικά. Να αρνηθούμε έμπρακτα τη νομιμότητα και τις αξίες της κοινωνίας των αφεντικών».
Η οργάνωση του Χρήστου Τσουτσουβή
Οπως μνημονεύει υψηλόβαθμος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. «από τις συνολικές έρευνες για το εγχώριο αντάρτικο πόλης, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η οργάνωση «Οκτώβρης ’80» ήταν ένα από τα ένοπλα σχήματα που δημιουργήθηκαν μετά τη διάσπαση εκείνη την περίοδο της μητρικής οργάνωσης ΕΛΑ. Τότε φαίνεται μία ομάδα τουλάχιστον 40-50 ατόμων – πολλοί από τους οποίους δεν είναι γνωστοί ακόμη και σήμερα – με ηγέτη τον δραστήριο αντιεξουσιαστή Χρήστο Τσουτσουβή να διαφώνησαν με την ήπια τακτική του ΕΛΑ για αναίμακτες βομβιστικές επιθέσεις μικρομεσαίου βεληνεκούς και να κλιμάκωσαν τη δράση τους. Από αυτή τη διάσπαση προέκυψε πέρα από την «Οκτώβρη ’80» κι άλλες οργανώσεις, όπως η «Αντικρατική Πάλη» και η «Επαναστατική Αλληλεγγύη» κι άλλα ένοπλα σχήματα που συνέχισαν και μετά τον θάνατο του Τσουτσουβή το 1985 σε συμπλοκή με τρεις αστυνομικούς(σκοτώθηκαν κι αυτοί) στου Γκύζη.
Η επίθεση στα πολυκαταστήματα έγινε σε μίμηση παρόμοιων εμπρηστικών επιθέσεων τα Χριστούγεννα του 1978 και το 1979 σε πολυκαταστήματα στο Παρίσι, την ευθύνη της οποίας ανέλαβε η οργάνωση «Μαύρα Τριαντάφυλλα για την Μπουρζουαζία». Ακόμη οι δράστες πιθανόν αντέγραψαν και την εμπρηστική επίθεση, τον Απρίλιο του 1968, σε εμπορικά καταστήματα στη Φρανκφούρτη που ανέλαβε – ήταν η πρώτη της ενέργεια – η ένοπλη οργάνωση «Φράξια Κόκκινος Στρατός – RAF». Οι δράστες είχαν αφήσει κι εκεί πλαστικά μπουκάλια με βενζίνη και ωρολογιακό πυροδοτικό μηχανισμό».
Η «καταδίκη» από 17Ν και ΕΛΑ
Σημειώνεται ότι σε προκήρυξη της τότε η «17 Νοέμβρη» επέκρινε τον εμπρησμό των πολυκαταστημάτων αναφέροντας ότι ήταν «επιχειρησιακά ασυντόνιστες, όχι κατάλληλα προετοιμασμένες και πολιτικά επιβλαβείς». Τότε σε επικρίσεις είχε προχωρήσει και ο ΕΛΑ, που κατήγγειλε όσους είχαν αποχωρήσει από τις τάξεις του και αποκάλυψε στο περιοδικό «Αντιπληροφόρηση» ότι η εμπρηστική ουσία έχει εισαχθεί από την Ολλανδία και χρησιμοποιείτο για την επιτάχυνση της φωτιάς σε πετρελαιοπηγές!
Ομως στις 3 Ιουνίου 1981 οι μυστηριώδεις εμπρηστές επανήλθαν με την ταυτόχρονη πυρπόληση των πολυκαταστημάτων Κλαουδάτος και Ατενέ και σε μικρότερη έκταση στις 4 Ιουλίου στον Δραγώνα και τρεις μέρες αργότερα στο πολυκατάστημα Λαμπρόπουλος στον Πειραιά. Υστερα από εκείνες τις εμπρηστικές επιθέσεις, για τις οποίες δεν υπήρξε ανάληψη ευθύνης, συνελήφθησαν πέντε αντιεξουσιαστές ως ύποπτοι, ανάμεσα στους οποίους δύο αδελφές από την Κρήτη κι ένας δραστήριος αναρχικός που έθεσε τέλος στη ζωή του 13 χρόνια αργότερα στην Αίγινα. Ομως όλοι απηλλάγησαν στην πορεία της έρευνας, καθότι τα στοιχεία της αστυνομίας θεωρήθηκαν μηδαμινής αξίας.
Τα ερωτήματα παραμένουν
Σημειώνεται ότι «Το Βήμα» ήλθε τις τελευταίες ημέρες σε επαφή και με πρώην αστυνομικούς που υπηρετούσαν εκείνη την περίοδο στην Ιντερπόλ οι οποίοι ανέφεραν ότι «συνολικά παρών στη διεθνή αστυνομία έδιναν περίπου 20 ένστολοι από την ΕΛ.ΑΣ. Μόνο ένας εξ αυτών, από ό,τι θυμόμαστε, αποχώρησε εκείνη την περίοδο, ο οποίος όμως δεν πληροί τα κριτήρια του βιβλίου «Μαύρο Φως». Δεν είχε καμία σχέση με έρευνες για τα έργα τέχνης και η αποχώρησή του σχετίζεται με την επιθυμία του να ασχοληθεί με το εμπόριο ελαστικών». Ενας άλλος με καταγωγή πράγματι από την Αμφισσα παρέμεινε στην ΕΛ.ΑΣ. και συνταξιοδοτήθηκε μετά από πολλά χρόνια. Με τα ερωτήματα ωστόσο να παραμένουν…
in.gr