Πέθανε ο γλύπτης Takis, μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας εικαστικής σκηνής. Πρωτοπόρος της κινητικής τέχνης, καθήλωσε με τους μαγνήτες το παγκόσμιο κοινό και έβαλε τον ηλεκτρομαγνητισμό στις αίθουσες τέχνης.
Tην είδηση του θανάτου του ανακοίνωσε το Ίδρυμα Τάκις, το οποίο αναφέρει:
«Με βαθιά θλίψη το Ίδρυμα Τάκις ανακοινώνει την απώλεια του διεθνούς γλύπτη Παναγιώτη Βασιλάκη, γνωστό ως Takis. Ενας αληθινός πρωτοπόρος, επαναστάτης και θρύλος. Θα μείνει για πάντα αλησμόνητος. Ενα παραγωγικό και δημιουργικό μυαλό, του οποίου η εφευρετικότητα, το πάθος και η φαντασία ήταν αστείρευτα, ο Τάκις διερεύνησε πολλούς καλλιτεχνικούς και επιστημονικούς ορίζοντες, όπως μεταξύ άλλων τη μουσική και το θέατρο, και επαναπροσδιόρισε τα όρια στην σύγχρονη τέχνη. Χάρη στην πολυδιάστατη δημιουργική ιδιοφυΐα του, τη γενναιοδωρία του και την εξαιρετική του διαίσθηση, ο Τάκις ήταν μπροστά από την εποχή του, γεγονός που συνέβαλε στη διεθνή του επιτυχία. Σήμερα, χάσαμε όλοι ένα εξαιρετικό πνεύμα. Το Ίδρυμα Τάκις εκφράζει στα μέλη της οικογένειά του, στους συγγενείς και τους φίλους του τα βαθύτατα συλλυπητήριά του. Ο μεγαλύτερος φόρος τιμής που μπορούμε να αποτίσουμε σήμερα είναι να συνεχίσουμε να ακολουθούμε το οραματιστικό του μονοπάτι, όπου -παραθέτοντας τα λόγια του Τάκι- «όλα είναι μυαλό και κίνηση», έτσι ώστε να διαιωνιστεί η μοναδική του κληρονομιά. Σας ευχαριστούμε που σέβεστε την ιδιωτικότητα που απαιτείται σε μια τέτοια στιγμή».
Γεννήθηκε στις 25 Οκτωβρίου του 1925 στην Αθήνα. Ήταν το έκτο παιδί μίας οικογένειας με εφτά παιδιά. Αν και οι γονείς του υπήρξαν ευκατάστατοι με την καταστροφή της Σμύρνης, ο πατέρας του, ο οποίος ήταν κτηματίας, έπεσε έξω με αποτέλεσμα η οικογένεια να δοκιμαστεί σκληρά από τη φτώχεια. Τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια συμπίπτουν με τη δικτατορία του Μεταξά και τη Γερμανική κατοχή, κατά τη διάρκεια της οποίας υπήρξε ηγετικό στέλεχος της ΕΠΟΝ, γεγονός που είχε ως συνέπεια την καταδίκη του σε εξάμηνη φυλάκιση.
Αυτοδίδακτος καλλιτέχνης ο Τakis
Υπήρξε αυτοδίδακτος εκ πεποιθήσεως, και με έρευνα, μελέτη και πειραματισμούς κατάφερε να αποτελέσει έναν από τους ανανεωτές της γλυπτικής, βασίζοντας την καλλιτεχνική του έκφραση και δημιουργικότητα στη λειτουργική χρήση των φυσικών νόμων. Το φως, αλλά και η κίνηση σε κάθε της μορφή -μηχανική, ηλεκτρομηχανική, θερμική, μαγνητική, υδροδυναμική – είναι στοιχεία που αποτελούν βασικούς πυρήνες του έργου του.
Γύψος, σίδερο και Πικάσο
Ξεκινά την καλλιτεχνική του πορεία σε ηλικία περίπου 20 ετών, παρά το γεγονός ότι η οικογένειά του δεν αποδεχόταν την κλίση του προς τις καλές τέχνες, σε ένα υπόγειο εργαστήρι, όταν έρχεται σε επαφή με τα έργα του Picasso και του Giacometti. Το 1952 δημιουργεί το πρώτο του ατελιέ με τους παιδικούς του φίλους και καλλιτέχνες Μίνω Αργυράκη και Ραϋμόνδο στην περιοχή της Ανάκασας. Τα πρώτα έργα του Τάκι είναι προτομές από γύψο και γλυπτά από σφυρήλατο σίδηρο εμπνευσμένα και από τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό αλλά και από καλλιτέχνες όπως ο Picasso και ο Giacometti.
Ο καλλιτέχνης που έστησε ραντάρ και κεραίες στο κέντρο του Παρισιού
Στα τέλη του 1953 αναχωρεί για το Παρίσι. Το 1954, φτάνοντας στο Παρίσι εντάσσεται για λίγους μήνες στο ατελιέ του Brancusi. Τα τρία περίπου επόμενα χρόνια ταξιδεύει και ζει ανάμεσα στο Παρίσι και στο Λονδίνο, όπου εμπνέεται και δημιουργεί τα πρώτα του κινητικά έργα. Eντυπωσιασμένος από τα ραντάρ, τις κεραίες και τα τεχνολογικά κατασκευάσματα που κοσμούν τον σιδηροδρομικό σταθμό στο Calais της Γαλλίας, εμπνέεται και δημιουργεί τα πρώτα του Σινιάλα, τα οποία ενώ στην αρχή είναι άκαμπτα και έχουν φωτεινά σήματα στην κορυφή τους, σταδιακά αλλάζουν μορφή. Στην κορυφή τους τοποθετούνται πυροτεχνήματα μέσω των οποίων πραγματοποιεί διάφορα street art happenings στις πλατείες του Παρισιού, αποκτούν ευελιξία, κοσμούνται με τα λεγόμενα «objets trouvés», λικνίζονται χάρη στην πνοή του ανέμου ενώ όταν κρούουν μεταξύ τους παράγουν μοναδικούς ήχους δίνοντας την αίσθηση της δόνησης των χορδών και της μελωδίας της άρπας.
Πηγή: iefimerida.gr