Μύδρους κατά του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών (ΣΕΗ) αλλά και κατά της συναδέλφου του και αντιδίκου του Ζέτας Δούκα την οποία κατηγορεί μάλιστα για καπηλεία του κινήματος #metoo και αριβισμό, εξαπολύει ο Γιώργος Κιμούλης σε πολυσέλιδη αγωγή που κατέθεσε στο Μονομελές Πρωτοδικείο της Αθήνας.
Με την αγωγή του, ο γνωστός ηθοποιός, σκηνοθέτης και μεταφραστής Γιώργος Κιμούλης στρέφεται κατά του ΣΕΗ και της απόφασής του να τον διαγράψει οριστικά και ζητεί να του επιδικασθεί αποζημίωση ύψους 200.000 ευρώ για την ηθική βλάβη που, όπως υποστηρίζει, υπέστη.
Στο κείμενο της αγωγής που κατέθεσε στο αστικό δικαστήριο, διά του δικηγόρου Βασίλειου Καπερνάρου, ο ηθοποιός χαρακτηρίζει την απόφαση του ΣΕΗ για διαγραφή του όνειδος στην ιστορία της σωματειακής του δράσης και επισημαίνει ότι αυτή «διέπεται από πλήρη μεροληψία, εκδικητικότητα και υποκειμενικότητα». Η νέα αγωγή του κ. Κιμούλη έρχεται να προστεθεί στις δύο άλλες που είχε καταθέσει ο ίδιος τον περασμένο Φεβρουάριο στο Πολυμελές Πρωτοδικείο της Αθήνας.
Με την πρώτη από αυτές τις αγωγές ο ηθοποιός ενάγει τη Ζέτα Δούκα, η οποία τον Ιανουάριο του 2021 τον είχε καταγγείλει κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής συνέντευξής της για άσκηση σωματικής, λεκτικής και ψυχολογικής βίας, καθώς και τους συναδέλφους τους Δώρα Χρυσικού και Νίκο Ψαρρά. Οι δύο τελευταίοι εμφανίστηκαν ως μάρτυρες της Ζ. Δούκα, αναφέροντας ότι είναι σε θέση να επιβεβαιώσουν την καταγγελία της για σωματική και λεκτική κακοποίησή της από τον Γ. Κιμούλη κατά τη διάρκεια της συνεργασίας τους στην παράστασης «Πιο κοντά». Η δεύτερη αγωγή που είχε καταθέσει τότε ο Γ. Κιμούλης είναι και πάλι κατά του ΣΕΗ, του προέδρου του Πειθαρχικού Συμβουλίου Πασχάλη Τσαρούχα και ακόμη κατά δύο μελών του.
«Με κρέμασαν στα μανταλάκια»
Τώρα ο ηθοποιός στρέφεται και πάλι κατά του, πρώην πλέον για τον ίδιο, ΣΕΗ, υποστηρίζοντας ότι τον «κρέμασε στα μανταλάκια» και ότι έσπευσε να τον διαγράψει οριστικά από μέλος του χωρίς καν να ακούσει τα δικά του επιχειρήματα έναντι των καταγγελιών που είχε υποβάλει δημοσίως εις βάρος του η Ζέτα Δούκα, καθώς και οι προαναφερόμενοι δύο ηθοποιοί, όπως επίσης και οι Κατερίνα Γερονικολού, Ευδοκία Ρουμελιώτη, Αλεξάνδρα Ταβουλάρη, Φαίη Ξυλά, Μπέττυ Νικολέση, Κατερίνα Παπουτσάκη, Αιμιλία Υψηλάντη, Κώστας Αρζόγλου, Τζένη Ιωακειμίδου, Φαίη Κοκκινοπούλου. Επιπρόσθετα, με τη νέα αγωγή του, την τρίτη κατά σειρά, εγκαλεί το ΣΕΗ διότι, όπως αναφέρει, τον έβαλε στην ίδια μοίρα με άλλους δύο συναδέλφους τους που ελέγχονται για ειδεχθή εγκλήματα.
Πρόκειται για τους Πέτρο Φιλιππίδη και Παύλο Χαϊκάλη, τους οποίους μπορεί να μην κατονομάζει στην αγωγή του, αλλά ξεκάθαρα τους «φωτογραφίζει». Συγκεκριμένα, αναφέρει: «Ο φάκελος της υπόθεσής μου αφορά ψευδείς ισχυρισμούς περί ελαφράς σωματικής βλάβης (…) Συνεκτιμήθηκε όμως με άλλους δύο φακέλους, εκ των οποίων ο ένας αφορά υπόθεση ηθοποιού ο οποίος φέρεται, ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων, ως κατηγορούμενος για τα ειδεχθή εγκλήματα του βιασμού και της απόπειρας βιασμού, ενώ ο δεύτερος αφορά υπόθεση ηθοποιού εις βάρος του οποίου υπάρχουν καταγγελίες για αποστολή μηνυμάτων σεξουαλικού περιεχομένου».
Ο ηθοποιός κάνει, δε, λόγο για παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας προς το πρόσωπό του και διερωτάται εάν στον ίδιο επιβλήθηκε η ποινή της οριστικής διαγραφής του από το ΣΕΗ, σε άλλους συναδέλφους του που κατηγορούνται για ειδεχθή εγκλήματα, όπως βιασμοί και απόπειρες βιασμών, ποια ποινή επιβλήθηκε; Καταγγέλλοντας «αντισυναδελφική και μεροληπτική συμπεριφορά» του ΣΕΗ του προς το πρόσωπό του, ο Γ. Κιμούλης υποστηρίζει ακόμη στην αγωγή του πως στην πρόταση-γνωμοδότηση για διαγραφή του προς τα μέλη του, περιλαμβάνονται και καταγγελίες ηθοποιών οι οποίοι δεν εμφανίστηκαν ποτέ ενώπιόν του για να τις υποστηρίξουν.
«Τούτο σημαίνει ότι δημιουργείται, εσκεμμένα, η εντύπωση στον ψηφίσαντα ότι εις βάρος μου εκκρεμούν 13 καταγγελίες, ενώ εν τοις πράγμασι δεν λαμβάνονται υπόψη οι τρεις», υπογραμμίζει ο ηθοποιός και προσθέτει: «Παράλληλα, στον κατάλογο των “καταγγελλόντων” περιλαμβάνονται και οι μάρτυρες υπεράσπισης της Γεωργίας (Ζέτας) Δούκα, οι οποίοι δεν είναι επί πραγματικού καταγγέλλοντες, αφού ουδεμία εις βάρος τους συμπεριφορά καταγγέλλουν, παρά συνηγορούν (ψευδώς) υπέρ της καταγγέλλουσας. Δηλαδή ο κ. Ψαρράς και η κ. Χρυσικού στην μεν τηλεόραση παίζουν τον ρόλο του μάρτυρα, στο δε Πειθαρχικό Συμβούλιο τον ρόλο του καταγγέλλοντος, αφού έτσι ήθελε/τους αναβάθμισε το Πειθαρχικό Συμβούλιο. Επομένως, οι τηλεοπτικές εις βάρος μου καταγγελίες, τις οποίες αυτεπαγγέλτως εξέτασε το Πειθαρχικό Συμβούλιο, είναι 8. Η προσπάθεια στοχοποίησής μου και η απολύτως στρατευμένη και εκδικητική συμπεριφορά των μελών του ΣΕΗ, ανεξαρτήτως οργάνου στο οποίο συμμετέχουν, δεν έχει τέλος.
O Γιώργος Κιμούλης και η Ζέτα Δούκα τον καιρό που πρωταγωνιστούσαν στη θεατρική παράσταση «Πιο Κοντά», η οποία έγινε η αιτία για τη διαμάχη τους που έχει αποκτήσει δικαστικές διαστάσεις
Με αυτόν τον τρόπο λειτουργεί το περιβόητο Πειθαρχικό Συμβούλιο του ΣΕΗ, μερικά μέλη του οποίου αυτοευτελίζονται στις τηλεοπτικές διαδικασίες απονομής δικαιοσύνης…». Μάλιστα, ο ηθοποιός χαρακτηρίζει αδιανόητο το γεγονός να κλητεύεται να καταθέσει «επί συγκεκριμένων γεγονότων» και εν συνεχεία, όπως υποστηρίζει, «ενώ καλούνται οι καταγγέλλοντες και καταγγέλλουσες να αλλάξουν και να διορθώσουν τις ψευδείς τηλεοπτικές και άκρως αοριστολογικές και γενικόλογες καταγγελίες τους», ο ίδιος να μην κλητεύεται εκ νέου για κατάθεση ώστε να αποδείξει την αθωότητά του και να αντικρούσει τους συμπληρωματικούς ισχυρισμούς.
Στο κείμενο της αγωγής που κατέθεσε στο αστικό δικαστήριο, διά του δικηγόρου Βασίλειου Καπερνάρου (φωτογραφία), ο ηθοποιός χαρακτηρίζει την απόφαση του ΣΕΗ για διαγραφή του όνειδος στην ιστορία της σωματειακής του δράσης
«Δεν προσκόμισε ούτε ένα στοιχείο»
Στην αγωγή του αφιερώνει αρκετές σελίδες στη Ζέτα Δούκα, η οποία πρώτη τον κατήγγειλε δημοσίως για κακοποιητική συμπεριφορά. Της καταλογίζει ότι δεν προσκόμισε ούτε ένα στοιχείο για να στηρίξει την καταγγελία της σε βάρος του. «Στην περίπτωση της κ. Δούκα, η οποία 13 ολόκληρα χρόνια μετά με κατήγγειλε ψευδώς και… τηλεοπτικώς (!) για σωματική βλάβη, δεν προσκόμισε ούτε ένα στοιχείο, μια κλήση προς την Αστυνομία, ένα ιατρικό έγγραφο ή πιστοποιητικό, έστω μια σελίδα από ένα προσωπικό ημερολόγιο στο οποίο κατέγραψε, με ημερομηνία, το συμβάν εναντίον της», αναφέρει και συνεχίζει με καυστικό ύφος: «Μία κατά τα άλλα δυναμική και χειραφετημένη γυναίκα, απλώς μούδιασε και υπέμεινε το βίαιο περιστατικό, στο οποίο ήταν δήθεν παρόντες οι άλλοι δύο συνάδελφοί της (οι οποίοι αντί για μάρτυρες εμφανίζονται για λόγους σκοπιμότητας, αριβισμού και ψευδεντυπωσιασμού ως καταγγέλλοντες), οι οποίοι μούδιασαν και εκείνοι και δεν άρθρωσαν μια κραυγή, μια φωνή, μια επίκληση βοήθειας, παρά κοίταζαν τον δήθεν μαινόμενο ενάγοντα…». Ακολούθως, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης αναφέρεται στον συνάδελφό του κ. Ψαρρά, ο οποίος τάχθηκε στο πλευρό της κυρίας Δούκα αμέσως μετά την καταγγελία της δηλώνοντας ότι επιβεβαιώνει τα περιστατικά που εκείνη κατήγγειλε.
«Ο κ. Ψαρράς, δε, ο οποίος με εκθειάζει κατά τα λοιπά στην κατάθεσή του, έχοντας δηλαδή ύψιστο καθήκον την προστασία μιας γυναίκας, ειδικά εν προκειμένω όπου βρίσκεται θύμα δήθεν βίαιης συμπεριφοράς, με βλέπει δήθεν να τη χτυπώ και αμέτοχος παρακολουθητής 13 χρόνια μετά, βρίσκει την αντρική ευθύτητα να καταθέσει εναντίον μου σκαιή, συκοφαντικά και προσβλητικά ψεύδη», επισημαίνει ο ηθοποιός και προσθέτει: «Διερωτώμαι, σε ποια περίπτωση ένας “μάρτυρας” γεγονότος χτυπήματος με κλωτσιά στο στέρνο (κατά την κ. Δούκα) μιας γυναίκας, δεν θα τη μετέφερε στο πλησιέστερο νοσοκομείο ή έστω ιδιωτικό ιατρείο, καταγγέλλοντας ο ίδιος το γεγονός στο πλησιέστερο Αστυνομικό Τμήμα, αφού είχε ήδη και έτοιμη μάρτυρα την κ. Χρυσικού…».
Το #metoo
Στη συνέχεια ο Γιώργος Κιμούλης επανέρχεται στην καταγγελία κατά της συναδέλφου του για να την κατηγορήσει ότι «καπηλεύεται το κίνημα #metoo» και εξισώνει τον βιασμό με την εξύβριση. Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Η καταγγέλλουσα κ. Γεωργία Δούκα, η οποία ψευδέστατα ισχυρίζεται ότι της προξένησα όλως ελαφρά σωματική βλάβη, πέραν των δύο δήθεν αυτοπτών μαρτύρων, οι οποίοι ουδόλως αντέδρασαν με οποιονδήποτε τρόπο, όλα αυτά τα χρόνια ούτε και ανέφερε ποτέ μέχρι και σήμερα κάποιο γεγονός ανώτερης βίας, ως προσχηματικό έστω εμπόδιο. Απόλυτη σιγή εκ μέρους της καταγγέλλουσας για 13 συναπτά έτη.
Μία γυναίκα η οποία κατά τα άλλα παρουσιάζεται ως δυναμική και αυτόνομη. Σημειώνεται δε ότι η ακτιβίστρια κ. Δούκα κατά το παρελθόν είχε παρακινήσει ανθρώπους να καταγγείλουν σεξουαλική βία, γεγονός που σημαίνει ότι ουδέποτε αισθάνθηκε σε μειονεκτική θέση, διαφορετικά πώς παρακινεί τους υπολοίπους όταν η ίδια είναι παθούσα, άνευ καταγγελίας;;; Το κίνημα #metoo, το οποίο ξεκίνησε με την καταγγελία της πρωταθλήτριας της Ελλάδας Σοφίας Μπεκατώρου, έχει ως στόχο να ωθήσει γυναίκες οι οποίες έχουν πέσει θύματα βιασμού και σεξουαλικής κακοποίησης να μιλήσουν και να καταγγείλουν τις ειδεχθέστατες αυτές εγκληματικές ενέργειες τις οποίες έχουν δεχθεί, πλείστες ούσες ανήμπορες να αντιδράσουν και “κουβαλώντας” το ψυχικό και σωματικό φορτίο ενός εγκλήματος το οποίο τις ατιμάζει, τις “υποδουλώνει” και εν τέλει μπορεί να τις οδηγήσει στην εσωστρέφεια και τη σιωπή.
Η σωματική βλάβη, από την άλλη, είναι ένα εντελώς διαφορετικό γεγονός, κατά την τέλεση του οποίου το σύνηθες είναι η άμεση αντίδραση του θύματος, η έκρηξη θυμού και αγανάκτησης και εν συνεχεία η ανάλογη καταγγελία. Είναι αδιανόητο να συγκριθούν και να τοποθετηθούν στην ίδια κατηγορία τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και βιασμού με τα θύματα όλως ελαφράς σωματικής βλάβης. Η απόπειρα της καταγγέλλουσας να καπηλευθεί ένα κίνημα με σοβαρό σκοπό, ήτοι την αποκάλυψη βιαστών και εγκληματιών, οι οποίοι διέπραξαν εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, είναι τουλάχιστον αποτροπιαστική για την ίδια και ταυτόχρονα καταδεικνύει την ασέβειά της προς τους σκοπούς του κινήματος αυτού, μετατρέποντας η ίδια τον σοβαρό αυτού σκοπό σε ίδιο σκοπό αριβισμού και επαγγελματικής καπηλείας.
Μάλιστα η καταγγέλλουσα, δείχνοντας απόλυτη ασέβεια σε γυναίκες που έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση και έχουν πέσει θύματα βιασμού, τόλμησε να εξομοιώσει εντελώς ανόμοιες πράξεις, κάνοντας την εξής δήλωση: “…η ιστορία της ψυχολογικής και λεκτικής βίας, επαναλαμβάνω, η οποία δεν είναι καθόλου λιγότερη και σοβαρότερη από τη σεξουαλική και τη σωματική…”. Με λίγα λόγια η καταγγέλλουσα, ως ένδειξη καπήλευσης, δεν διστάζει να τοποθετήσει στην ίδια βαθμίδα το έγκλημα του βιασμού και το έγκλημα της εξύβρισης!!!».
«Με καταστρέψατε»
Στην 91 σελίδων αγωγή του ο Γ. Κιμούλης υπογραμμίζει ότι έχει υποστεί τεράστια οικονομική και ηθική βλάβη. «Η ηθική μου καταρρακώθηκε, καθώς δίνεται η εντύπωση ότι λειτουργώ με τρόπο παράνομο, ανέντιμο και ανήθικο και το σημαντικότερο ότι είμαι άνθρωπος χωρίς κανένα σεβασμό», αναφέρει ο ηθοποιός και προσθέτει: «Εχω υποστεί τεράστια οικονομική ζημία καθ’ όλο αυτό το διάστημα, κατά το οποίο αναληθείς ισχυρισμοί και απολύτως αναπόδεικτες κατηγορίες κλονίζουν τη σαράντα και πλέον ετών καριέρα μου και δημιουργούν εντυπώσεις οι οποίες μου κόστισαν συνεργασίες και προσυμφωνημένες εργασίες.
Παρά το γεγονός ότι όλα αυτά τα χρόνια χαίρω την εκτίμηση συναδέλφων και συνεργατών θεατρικών και κινηματογραφικών παραγωγών και εν γένει όλων των εμπλεκομένων με την εργασία μου συνεργατών, όπως είναι λογικό κλονίστηκε η έξωθεν καλή μου μαρτυρία… Αμφισβητήθηκαν έντονα, τόσο η εντιμότητα όσο και το ήθος μου (.) σχηματίστηκε η εντύπωση ότι είμαι άτομο χωρίς ηθικές αναστολές, ανέντιμο, αφερέγγυο και σε κάθε περίπτωση αναξιόπιστο, με ρατσιστικές, σεξιστικές απόψεις και συμπεριφορές, με αντιεπαγγελματικά και αντισυναδελφικά χαρακτηριστικά, εγωπαθές, αγενές και αμετροεπές, αλαζονικό και βίαιο, χαρακτηριστικά τα οποία επ’ ουδενί φέρω».
Protothema.gr