Είναι το ιερό δισκοπότηρο της ιατρικής έρευνας: η εύρεση μιας θεραπείας για το Αλτσχάιμερ. Η νόσος πλήττει 30 εκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο, αφορά σχεδόν τα δύο τρίτα των 55 εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως που ζουν με άνοια. Και καθώς το προσδόκιμο ζωής ανεβαίνει, ο αριθμός των ασθενών αυξάνεται. Επί δεκαετίες, ωστόσο, οι προσπάθειες επιβράδυνσης, πόσω μάλλον διακοπής ή αντιστροφής, του Αλτσχάιμερ αποτύγχαναν, κοστίζοντας στις φαρμακευτικές εταιρείες δισεκατομμύρια, και ωθώντας κάποιες από αυτές να εγκαταλείψουν εντελώς τον τομέα. Εναν τομέα ούτως ή άλλως υποχρηματοδοτούμενο: σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει περισσότερες έρευνες για την COVID-19 από ό,τι για την άνοια τον τελευταίο αιώνα. Πρόσφατα όμως εμφανίστηκε στον ορίζοντα ένα φάρμακο που φέρνει κάποιο αποτέλεσμα, εφόσον χορηγηθεί στα αρχικά στάδια της νόσου, κάνοντας πολλούς ερευνητές να χαιρετίσουν την έλευση μιας νέας εποχής θεραπειών για το Αλτσχάιμερ.
Το φάρμακο, η λεκανεμάμπη, είναι μια θεραπεία αντισωμάτων που απομακρύνει τις σωρεύσεις ενός τοξικού, «κολλώδους» πρωτεϊνικού θραύσματος, του βήτα-αμυλοειδούς, στον εγκέφαλο. Οι παρασκευάστριες εταιρείες, η Biogen στις ΗΠΑ και η Eisai στην Ιαπωνία, είχαν ήδη ανακοινώσει από τον Σεπτέμβριο καλά αποτελέσματα από την κλινική δοκιμή σε σχεδόν 1.800 ασθενείς που βρίσκονταν στα αρχικά στάδια της νόσου και τα πλήρη δεδομένα που δημοσιεύθηκαν στα τέλη Νοεμβρίου στη «New England Journal of Medicine» δικαίωσαν την αισιοδοξία τους: η λεκανεμάμπη περιόρισε την έκπτωση στις συνολικές νοητικές δεξιότητες των ασθενών κατά 27% σε διάστημα 18 μηνών. Πρόκειται για ένα ταπεινό αποτέλεσμα, δεν είναι σαφές το κατά πόσο παρατηρούν οι ίδιοι οι ασθενείς το οποιοδήποτε όφελος. Παραμένει ωστόσο σημαντικό: σύμφωνα με την Eisai, οι ασθενείς στους οποίους χορηγείται το φάρμακο αυτό θα χρειαστούν περίπου 25 μήνες ώστε να παρουσιάσουν την έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών που εμφανίζουν οι υπόλοιποι σε 18 μήνες. Και εφόσον η επιβράδυνση αυτή διατηρηθεί, μπορεί να έχουν επτάμισι χρόνια ανεξάρτητης διαβίωσης – από έξι σήμερα – προτού χρειαστούν υποστήριξη στο σπίτι.
Εγκριση
Η λεκανεμάμπη εγκρίθηκε στις ΗΠΑ από την αρμόδια Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) στις 6 Ιανουαρίου, με βάση την ταχεία διαδικασία έγκρισης που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ορισμένα φάρμακα με αβέβαια οφέλη εφόσον αφορούν σοβαρές ασθένειες για τις οποίες διατίθενται λιγοστές θεραπείες – μια διαδικασία που αντιμετωπίζεται πάντως με επιφύλαξη από την επιστημονική κοινότητα. Γιατί η λεκανεμάμπη έχει συνδεθεί με ανεπιθύμητες ενέργειες, εγκεφαλική αιμορραγία και οιδήματα. Επιπλέον, πρόκειται για ένα ακριβό φάρμακο, κοστολογείται στα 26.500 δολάρια ετησίως. Στις ΗΠΑ, δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί αν θα καλύπτεται από τη Medicare, το εθνικό σύστημα υγείας της αμερικανικής κυβέρνησης για τους ηλικιωμένους. Στην Ευρώπη, παραμένει άγνωστο το πότε (και αν) θα εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές. Το βέβαιο είναι ότι προϋποθέτει Εθνικά Συστήματα Υγείας επαρκώς εξοπλισμένα ώστε να εντοπίζουν μέσω διαγνωστικών εξετάσεων τους ασθενείς που έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να ωφεληθούν, να τους χορηγούν ενδοφλέβια το φάρμακο κάθε δύο εβδομάδες και να προσφέρουν τις πολλαπλές μαγνητικές τομογραφίες που είναι απαραίτητες στη διάρκεια της θεραπείας για τον εντοπισμό τυχόν ανεπιθύμητων ενεργειών. Παρά τον ενθουσιασμό που προκάλεσε, προειδοποιούσαν τις προάλλες οι «Financial Times», η λεκανεμάμπη παραμένει παγιδευμένη σε αυτόν τον απογοητευτικό χώρο μεταξύ επιτυχίας και αποτυχίας, και μπορεί να αποδειχθεί ένας θρίαμβος της ελπίδας επί των αποδεικτικών στοιχείων. Από την άλλη πλευρά, μπορεί να οδηγήσει σε μία νέα γενιά φαρμάκων που θα προσφέρουν όλο και καλύτερο έλεγχο μιας φονικής και σκληρής ασθένειας.
in.gr